Το κάπνισμα στη διάρκεια της εγκυμοσύνης ενδέχεται να αυξάνει τις πιθανότητες γεννήσεως μωρού το οποίο θα εκδηλώσει σχιζοφρένεια αργότερα στη ζωή του, σύμφωνα με μία νέα μελέτη.

Επιστήμονες από το Πανεπιστήμιο Κολούμπια, στη Νέα Υόρκη, και άλλα ερευνητικά κέντρα των ΗΠΑ και της Φινλανδίας, ανακάλυψαν ότι ο κίνδυνος αυτός αυξάνεται κατ’ αναλογίαν με την ποσότητα της νικοτίνης στην οποία εκτίθεται η έγκυος και φθάνει έως το 38%, σε σύγκριση με τις εγκύους που δεν εκτίθενται στην ουσία.

Όπως γράφουν οι ερευνητές στην «Αμερικανική Επιθεώρηση Ψυχιατρικής» (AJP),ανέλυσαν στοιχεία από 977 πάσχοντες από σχιζοφρένεια και ισάριθμους υγιείς εθελοντές, που είχαν γεννηθεί μεταξύ 1983 και 1998.

Οι μητέρες των ασθενών αυτών παρείχαν στη διάρκεια της κυήσεως δείγματα αίματος, στα οποία ελέγχονταν μεταξύ άλλων δεικτών και τα επίπεδα της κοτινίνης, ενός υποπροϊόντος της νικοτίνης.

Είναι γνωστό ότι η νικοτίνη περνάει στην κυκλοφορία του αίματος των εμβρύων και μπορεί να οδηγήσει σε αναπτυξιακά προβλήματα.

Η νέα μελέτη έδειξε ότι το 20% των μητέρων των πασχόντων από σχιζοφρένεια κάπνιζαν πάρα πολύ στη διάρκεια της κυήσεως ενώ το αντίστοιχο ποσοστό μεταξύ των μητέρων των υγιών εθελοντών ήταν 14,7%.

Επιπλέον, όσο υψηλότερα ήταν τα επίπεδα κοτινίνης στο αίμα μιας εγκύου τόσο μεγαλύτερος ήταν ο κίνδυνος σχιζοφρένειας στο παιδί της.

Τα ευρήματα αυτά υποδηλώνουν ότι το κάπνισμα της εγκύου ενδέχεται να αποτελεί παράγοντα κινδύνου για σχιζοφρένεια στο παιδί, λένε οι ερευνητές.

Σημειώνουν επίσης στο άρθρο τουςότι, εξ όσων γνωρίζουν, η μελέτη τους είναι η πρώτη που που εξετάζει τη συσχέτιση καπνίσματος στην εγκυμοσύνη και σχιζοφρένειας και πως, αν επιβεβαιωθούν τα ευρήματά τους από άλλες μελέτες, είναι πιθανό να έχει βρεθεί ένας τρόπος για την πρόληψη της νόσου.