Στις σελίδες της η άμυνα έχει ενδυθεί τον μανδύα της επίθεσης, με σαφή διάθεση να αδειάσει το υπουργείο Πολιτισμού και το ΔΣ του φεστιβάλ και να κουνήσει το δάχτυλο στην ελληνική καλλιτεχνική σκηνή, παραδίδοντάς της ταυτοχρόνως μαθήματα για τον τρόπο λειτουργίας της διοργάνωσης χωρίς να λείπουν οι αντιφάσεις. Οσο περί αυτοκριτικής; Οση χώρεσε σε μία παράγραφο και όχι επί της ουσίας.
Τόσος χρόνος χρειάστηκε για να φτάσει στα χέρια τού Φαμπρ η επιστολή και να μεταφραστεί μέσω της μηχανής αυτόματης μετάφρασης (γιατί άραγε, αφού είναι γνωστό ότι ο φλαμανδός καλλιτέχνης έχει έλληνες συνεργάτες;) και να ετοιμαστεί η απάντηση.
Και εδώ αρχίζουν οι αντιφάσεις. Διότι σε άλλο σημείο της επιστολής παραδέχεται ότι είχε ενημερωθεί για το κακό κλίμα και την οργή των Ελλήνων εναντίον του «επειδή στερούνται τη δουλειά τους και τα χρήματα του καλοκαιριού» από τον διευθυντή του Εθνικού Θεάτρου Στάθη Λιβαθινό και η απάντησή του ήταν ότι πρόκειται για «επιχειρήματα κοινωνικοοικονομικά και όχι καλλιτεχνικά», τονίζοντας σε άλλο σημείο ότι «πρέπει να αλλάξει η εδραιωμένη αντίληψη του φεστιβάλ ως μηχανισμού επιδότησης».
Αρα ανίδεος για την κατάσταση που είχε διαμορφωθεί δεν ήταν. Αλλωστε, όπως ο ίδιος δηλώνει εξ αρχής, «ο υπουργός Πολιτισμού τόνισε την ανάγκη να αναπτυχθεί (ή να ανακτηθεί) το διεθνές κύρος του φεστιβάλ ως βήματος για την ανάδειξη των ελλήνων καλλιτεχνών σε όλο τον κόσμο, μια συναρπαστική πρόκληση που η ομάδα μου και εγώ με χαρά αποδεχθήκαμε». Πώς θα το πετύχαινε απουσία των ελλήνων καλλιτεχνών κατά τον πρώτο χρόνο και με ποσόστωση που θα έφτανε στο ένα τρίτο τις επόμενες χρονιές;
Και ενώ παραδέχεται πως «θα ήταν αλαζονικό» να ισχυριστεί ότι γνωρίζει το καλλιτεχνικό τοπίο της χώρας, μερικές αράδες πιο κάτω υιοθετεί το συγκεκριμένο ύφος γράφοντας: «Οταν καλείτε έναν διεθνή καλλιτέχνη με πολυσχιδή δράση, δεν θα περιμένατε να παρουσιάσει το καλλιτεχνικό του σύμπαν; Ενας καλλιτέχνης μιλά σαφέστερα μέσα από τα έργα του», ξεχνώντας προφανώς ότι δεν εκλήθη ως καλλιτέχνης για το προσωπικό του έργο, αλλά για να συνθέσει πρόγραμμα με τις δουλειές πολλών και διαφορετικών καλλιτεχνών.
Οπως και ότι μετά τη συνέντευξη Τύπου απέσυρε μία από τις τέσσερις εκδηλώσεις που έφεραν την υπογραφή του (την παράσταση «Preparatio Mortis»), χωρίς να εξηγεί την αιτία. Μήπως επειδή κατηγορήθηκε, όπως ενημερώθηκε, ότι «κράτησε τη μερίδα του λέοντος για λογαριασμό του»; Οσο για την αυτοκριτική; Την περιορίζει στο επίπεδο της επικοινωνίας. «Επικεντρωθήκαμε στις λίγες βεβαιότητες που είχαμε εκείνη τη χρονική στιγμή, δηλαδή στα καλλιτεχνικά έργα του Φαμπρ και την εστίαση στο Βέλγιο. Ισως δεν τονίσαμε αρκετά το πώς σχεδιάζαμε τη συνάντηση και την εμπλοκή της ελληνικής καλλιτεχνικής σκηνής ήδη από φέτος. Το ακριβές πρόγραμμα του 2016 θα αποτελούσε αντικείμενο μιας επόμενης συνέντευξης Τύπου».
Για να καταλήξει με ακόμη μία αντίφαση: «Ανοίξατε τα στόματά σας σχετικά με τον διορισμό και το επιμελητικό μου πρόγραμμα –τα ανοίξατε δυνατά, με πάθος και όλοι μαζί. Κρατήστε τα ανοιχτά: ας είναι αυτή η αρχή και όχι το τέλος. Αλλά μην ξεχάσετε να ανοίξετε επίσης τα αφτιά και τα μάτια σας». Προτροπή που σαφώς δεν συνάδει με τη ρητορική ερώτηση που προηγείται: «Θα ερχόμασταν στην Ελλάδα και θα δεχόμασταν την επιμέλεια του κεντρικού σας φεστιβάλ αν δεν σεβόμασταν την κουλτούρα και τους καλλιτέχνες σας;».