Ο συγγραφέας Αντρέι Μακίν γεννήθηκε στη Σιβηρία και μεγάλωσε σε ορφανοτροφείο. Απ’ ό,τι έμαθε από μισόλογα των άλλων οι γονείς του έπεσαν θύματα του σταλινισμού. Δεν θέλησε να μάθει πολλές λεπτομέρειες «γιατί αυτό πονάει». Και γιατί μπορεί να του αποκαλύπτονταν «φριχτές αλήθειες» που δεν θα τις άντεχε. Υπήρχε και μια ηλικιωμένη κυρία που τον κρατούσε συχνά κοντά της. Λεγόταν Σαρλότ Λεμονιέ και ήταν Γαλλίδα. Μάλλον ήταν γιαγιά του, αλλά δεν μπορεί να είναι 100% σίγουρος. Εκείνο τον καιρό, τη δεκαετία του ’60, στη Σοβιετική Ενωση καλό ήταν να φυλάγεσαι και η κυρία αυτή ήθελε να τον προστατέψει. Να μη μαθευτεί ότι έχει γάλλους συγγενείς γιατί δεν θα του επιτρεπόταν ποτέ κανένα ταξίδι στο εξωτερικό. Εκείνος την αποκαλούσε γιαγιά αλλά εκείνη ποτέ δεν επιβεβαίωσε πλήρως τη συγγένειά τους. Και η όψη του είναι σαφώς ρωσική. Του έμαθε όμως γαλλικά. Εκείνος κατάφερε εντέλει, το 1987, στα τριάντα του (μας υποσχέθηκε ότι κάποτε θα γράψει ένα βιβλίο και γι’ αυτήν την περιπέτεια της εξόδου) να εγκατασταθεί στο Παρίσι. Τίποτα δεν ήταν εύκολο, τα βιβλία του απορρίπτονταν από τους εκδοτικούς οίκους. Ηταν όμως επίμονος. Εγραφε κατευθείαν στα γαλλικά και εντέλει κυκλοφόρησαν τα βιβλία του. Μερικά είχαν και πολύ μεγάλες πωλήσεις, του απονεμήθηκαν σημαντικά βραβεία, πήρε γαλλική υπηκοότητα και, ως αποκορύφωμα, στις 3 Μαρτίου του 2016, πριν από περίπου ένα μήνα, έγινε μέλος της Γαλλικής Ακαδημίας στη θέση της αποθανούσας Ασιά Τζεμπάρ.

Η ματιά του είναι ενδιαφέρουσα. Στα μυθιστορήματά του (αρκετά έχουν κυκλοφορήσει στα ελληνικά από τις εκδόσεις Φυτράκη, Ηλέκτρα και Καστανιώτη) μιλάει και για τη ζωή του όπως και για την αγάπη του για τη γαλλική γλώσσα και κουλτούρα, κυρίως όμως αντλεί θέματα από τη βαριά ρωσική και σοβιετική ιστορία του 20ού αιώνα. Τον συναντήσαμε στο περιθώριο της επίσκεψής του στην Ελλάδα, προσκεκλημένου του Γαλλικού Ινστιτούτου και του Μεγάρου Μουσικής. Απλός, όχι φλύαρος, ευθύς, με πνεύμα ανεξάρτητο. «Γράφω για το ρωσικό παρελθόν γιατί αυτό γνωρίζω καλύτερα», λέει. «Και γιατί είναι δύσκολο να γράψεις για την επικαιρότητα –αυτό είναι δουλειά του δημοσιογράφου. Ο Τολστόι έγραψε το «Πόλεμος και ειρήνη» σαράντα χρόνια μετά τα γεγονότα. Είναι ο ελάχιστος χρόνος που χρειάζεται για να ωριμάσουν τα πράγματα μέσα σου».

Λέει επίσης χωρίς να διστάσει ότι η Δύση βλέπει τη Ρωσία εντελώς στερεοτυπικά.

Ακόμη και για τη σοβιετική εποχή: «Μιλάμε για τα στρατόπεδα του Στάλιν και ξεχνάμε ότι τα πρώτα στρατόπεδα με έγκλειστους τους παλαιούς ευγενείς τα άνοιξε ο Λένιν. Βέβαια όχι με την έννοια των γκουλάγκ όπως εξελίχθηκαν αργότερα. Αλλά και ο Στάλιν δεν είναι ένας. Είναι άλλος ο Στάλιν του ’20, άλλος του ’30, άλλος του ’40, άλλος του ’50. Υπάρχουν τουλάχιστον τέσσερα πρόσωπα του Στάλιν. Το ’20 κυκλοφορούσε στον δρόμο χωρίς σωματοφύλακες και μπορούσες να του ασκήσεις κριτική. Το ’30, αν του ασκούσες κριτική, σε τουφέκιζε. Οσο για τη μετασταλινική εποχή, τα στρατόπεδα διατηρήθηκαν, αλλά όχι με πρόθεση εξόντωσης όπως επί Στάλιν. Η Ιστορία, λοιπόν, δεν είναι μονολιθική».

Αλλά και για το σήμερα πιστεύει ότι η θεώρηση της Δύσης είναι μονόπλευρη: «Ανοίγεις τη «Monde» και διαβάζεις ψέματα. Λένε για το πόσο επικίνδυνη είναι η Ρωσία σήμερα. Η Ρωσία όμως ήταν πολύ πιο επικίνδυνη την περίοδο Γέλτσιν. Τα έγραψα στο «Requiem pour l’ Est» (σ.σ. μεταφράστηκε ως «Ελεγεία για την Ανατολική Ευρώπη»), μπορούσε τότε κάποιος τυχαίος να βρεθεί να πουλάει ατομική βόμβα, 19 κιλά ζύγιζε, χωρούσε σε βαλίτσα. Ο Πούτιν προφανώς δεν είναι κανένας άγγελος, κατάλαβε όμως πόσο επικίνδυνα ήταν τα πράγματα τότε για τη Ρωσία αλλά και τον κόσμο όλο, συμμάζεψε την κατάσταση και έπαιξε ένα ρόλο σταθεροποιητικό στη χώρα. Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι την περίοδο Γέλτσιν με παρέμβαση του ΔΝΤ, η Ρωσία υπέστη θεραπεία-σοκ, όπως τώρα η Ελλάδα, κάτι που σήμαινε εκατομμύρια φτωχούς και κάμποσους νεκρούς, θύματα της κρίσης. Επιπλέον, δεν μπορείς να περιμένεις ύστερα από όλα όσα έχει περάσει η Ρωσία να γίνει μέσα σε δέκα χρόνια υπόδειγμα δημοκρατίας. Οπως συνέβη και με όλες τις ευρωπαϊκές χώρες, ο δρόμος προς τη δημοκρατία είναι μακρύς, προϋποθέτει λάθη, πισωγυρίσματα. Γι’ αυτό λέω ότι δεν υπάρχει καμία αντικειμενικότητα στον τρόπο με τον οποίο παρουσιάζεται η Ρωσία από τα δυτικά μίντια».

Αμέσως μετά την πτώση του κομμουνιστικού καθεστώτος η Ρωσία γέμισε νεόπλουτους. «Επρόκειτο για καρικατούρα του αμερικανικού τρόπου ζωής», λέει. «Κυκλοφορούσαν με χρυσά παντού πάνω τους. Ευτυχώς δεν κράτησε πολύ αυτό. Και η λογοτεχνία της ήταν μιμητικά δυτικότροπη. Τώρα αρχίζει να αποκτά ξανά επαφή με την παλιά ρωσική λογοτεχνία. Κάτι παράξενο όμως που συμβαίνει παράλληλα είναι ότι εμφανίζεται ξανά ένα κομμάτι της νεολαίας να λατρεύει τον Στάλιν, να τον βάζει στάμπα στις μπλούζες. Το θεωρώ τρομερό. Πιστεύω ότι συμβαίνει ως αντίδραση προς τον χρηματοπιστωτικό καπιταλισμό και από άγνοια του παρελθόντος».

«Γινόμαστε όλο και πιο βλάκες»

Ο Αντρέι Μακίν βλέπει, πάντως, πολλές στρεβλώσεις και στη Δύση στην οποία ζει και δημιουργεί. «Δεν τα συζητάμε συχνά αυτά, αλλά στη Συρία υπάρχουν 250.000 νεκροί και στο Ιράκ, νωρίτερα, υπήρξαν 1,5 εκατομμύριο νεκροί. Ο Ντοστογέφσκι έλεγε ότι αν μια ενέργεια μπορεί να προκαλέσει έστω και το δάκρυ ενός μόνο μωρού δεν πρέπει να προχωρήσεις. Πόσω μάλλον να προκαλούνται εκατόμβες. Επίσης, στον δυτικό κόσμο σήμερα, ο άνθρωπος καλείται να λειτουργεί σαν κομπιούτερ σε συνεδρίαση χρηματιστηρίου. Το ζήτημα του νοήματος και της ύπαρξης δεν τίθεται καθόλου. Τίθεται μόνο το ζήτημα της ταχύτητας. Ετσι γινόμαστε όλο και πιο βλάκες. Ακόμη κι όταν μιλάμε, δεν μιλάμε για να πούμε κάτι, αλλά για να προκαλέσουμε ως αντίδραση ένα συγκεκριμένο αποτέλεσμα. Ο,τι ακριβώς δίδασκε ο Γκαίμπελς. Ομως η ευφυΐα απαιτεί χρόνο. Χρόνο για να σκεφθείς. Δεν μπορεί να παρακολουθεί την ταχύτητα της εξέλιξης της τεχνολογίας. Αυτά τα δύο πράγματα δεν συμβαδίζουν. Και είναι αδύνατον να ζήσεις έτσι, τρέχοντας πίσω από την τεχνολογία. Μια χώρα λ.χ. σαν την Ελλάδα, με τόσους αιώνες ιστορίας, πρέπει να λειτουργεί πιο αργά. Αλλά τώρα απαιτούν από όλους εμάς να είμαστε αποτελεσματικοί σαν ρομπότ, ίδιοι όλοι μεταξύ μας, αναλώσιμοι. Την ίδια ώρα, μέσα στη Γαλλία, εμφανίζεται ένας τζιχαντιστής που πάει σε σχολείο και σκοτώνει μικρά παιδιά πυροβολώντας τα εξ επαφής. Κάτι που αλλάζει όλη την περιρρέουσα ατμόσφαιρα και τις συλλογικές νοοτροπίες σε μια χώρα πολιτισμένη, όπως η Γαλλία. Ενα είναι βέβαιο: δεν ζούμε το τέλος της Ιστορίας».

Andrei Makine

Η ζωή ενός άγνωστου άντρα

Μτφ. Αγγελική Σιγούρου

Εκδ. Καστανιώτη 2014

Σελ. 248

Τιμή: 15,90 ευρώ