Το ποδόσφαιρο είναι ένα παιχνίδι στο οποίο παίζουν 22 παίκτες και στο τέλος κερδίζουν πάντα οι Γερμανοί. Το ίδιο ίσχυσε μέχρι σήμερα και για τους χειρισμούς της κρίσης στην ευρωζώνη. Βέβαια, το σκορ εξαρτάται από το αν βλέπεις το ματς από τον ευρωπαϊκό Βορρά ή τον Νότο.

Το βέβαιο είναι ότι το πρόβλημα δεν το έχει το πηγάδι (οι Γερμανοί), ούτε η στάμνα που πηγαινοέρχεται για να γεμίσει. Το πρόβλημα το έχει αυτός που χρειάζεται τη στάμνα για να πιει νερό επειδή δεν μπορεί να φθάσει κατευθείαν στην πηγή (λέγε με πρόσβαση στις αγορές ή αυτοχρηματοδότηση). Και φυσικά δεν έχει την πολυτέλεια να σπάσει τη στάμνα.

Τούτων δοθέντων, το μόνο που πέτυχε η δημόσια αντιπαράθεση Σόιμπλε – Μαξίμου ήταν να συσπειρώσει Βερολίνο και Κομισιόν και δημοσίως στην άποψη ότι το ΔΝΤ είναι και πρέπει να παραμείνει μέρος του προγράμματος. Σε χθεσινή του συνάντηση με έλληνες δημοσιογράφους στις Βρυξέλλες ο Πιερ Μοσκοβισί χαρακτήρισε απαραίτητο το ΔΝΤ και για λόγους εμπιστοσύνης στο πρόγραμμα.

Ούτως ή άλλως, κάπως έτσι θα γινόταν, αφού το ήθελαν οι Γερμανοί.

Ομως, η δημόσια αντιπαράθεση για τα μάτια του ΔΝΤ θύμισε μερικές δυσάρεστες πραγματικότητες.

Ο τρόπος με τον οποίο αντέδρασε ο Σόιμπλε στα λεγόμενα Τσίπρα δεν είναι παρά η επιβεβαίωση της απόλυτης απαξίας που αισθάνεται για το εγχώριο πολιτικό σύστημα. Υπενθύμισε ακόμη την αλλεργία του σε μια πιο πολιτική Κομισιόν διά της παραμονής στο παιχνίδι του λιγότερου πολιτικοποιημένου παίκτη. Με απλά λόγια, ο Σόιμπλε έχει αλλεργία στον Γιούνκερ και στον ρόλο που παίζει η Κομισιόν στο ελληνικό πρόγραμμα. Η αλλεργία επιδεινώθηκε μετά τη σουρεαλιστική εμπειρία της επτάμηνης διαπραγμάτευσης της «πρώτης φοράς Αριστερά».

Ολα αυτά δεν σημαίνουν ότι τα μέτρα που προτείνει το ΔΝΤ είναι σωστά. Ακόμη και προβεβλημένοι υπουργοί της προηγούμενης κυβέρνησης που αποδείχθηκαν οι καλύτεροι μαθητές στη θεραπεία δημοσιονομικού σοκ, σήμερα παραδέχονται ότι το Ταμείο έκανε στη χώρα μεγαλύτερη ζημιά από αυτήν που υποτίθεται ότι είχε σκοπό να διορθώσει. Αν, βέβαια, βασιστεί κανείς στην υπόθεση εργασίας ότι η συμμετοχή του Ταμείου είχε πράγματι αυτόν τον σκοπό ή αν απλώς κατέληξε να είναι ο χρήσιμος τρίτος σε μια σχέση στην οποία οι άλλοι δύο δεν ήθελαν να βάλουν βαθιά το χέρι στην τσέπη και τουλάχιστον ο ένας χρειαζόταν έναν φερετζέ έναντι των φορολογουμένων του για να αποδείξει ότι η Ελλάδα θα τιμωρούνταν όπως της άξιζε για τις δημοσιονομικές κραιπάλες.

Αυτά ως προς την πολιτική διάσταση. Η πρακτική είναι ότι το Ταμείο είναι το μόνο που έχει την κατάρτιση και την εμπειρία στην υλοποίηση προγραμμάτων προσαρμογής. Και κυρίως, λόγω της εξαιρετικής ακαμψίας του, θεωρείται ο μοναδικός εγγυητής της εφαρμογής του ελληνικού προγράμματος, ακόμη κι αν δεν συμμετέχει στη χρηματοδότησή του.

Εκεί που οι άλλοι ως πολιτικά ζώα (λέγε με Γιούνκερ) είναι διατεθειμένοι να κάνουν ενίοτε τα στραβά μάτια, το ΔΝΤ λειτουργεί ως μαντρόσκυλο. Ομως, όπως απέδειξε η περίπτωση Σαμαρά, το Ταμείο δεν είναι σαν τα σκυλιά που ουρλιάζουν και αφήνουν το καραβάνι να προχωρεί. Δαγκώνει κανονικά. Ενίοτε αποδεκατίζει και ολόκληρο το καραβάνι.