«Ο ΣΥΡΙΖΑ ήδη θαλασσοδέρνεται στα αφρισμένα κύματα. Εμείς γιατί του ρίχνουμε σανίδα σωτηρίας;». «Τι εννοείς; Δεν τον χτυπάμε όπου τον βρίσκουμε;». «Δεν σημαδεύουμε στο δόξα πατρί». «Ποιο είναι το «δόξα πατρί»;». «Το Μνημόνιο!». «Μα το Μνημόνιο το ψήφισαν και οι δικοί μας βουλευτές τον Αύγουστο…». «Ετσι όπως τρέχει ο χρόνος, πόσοι νομίζεις από τους πολίτες το θυμούνται ακόμα;».

Ο παραπάνω διάλογος είναι φανταστικός. Ο πειρασμός ωστόσο για ένα τμήμα της Νέας Δημοκρατίας, υπαρκτός και μεγάλος. Μην αποκλείετε, εάν στις προσεχείς εκλογές για την ανάδειξη νέας ηγεσίας επικρατήσει η «λαϊκή», η «βγαλμένη μέσα από τα σπλάγχνα της παράταξης» πτέρυγα, η Νέα Δημοκρατία να επιχειρήσει αναβάπτιση στην κολυμβήθρα του Σιλωάμ. Να ξανασυστηθεί στους Ελληνες σαν αρνητής του Μνημονίου. Και διαπρύσιος –ως εκ τούτου –υπερασπιστής των συμφερόντων τους.

Θα γελάσει και το παρδαλό κατσίκι; Πολύ αμφιβάλλω. Οσο οριακές και αν είναι οι εμπειρίες που ως λαός ζήσαμε κατά το τελευταίο διάστημα, χιλιάδες χιλιάδων συμπατριώτες μας παραμένουν έτοιμοι να ακούσουν, να γοητευθούν και να παρασυρθούν από όποιον τους τάξει έναν εναλλακτικό δρόμο. Μια πιο ανώδυνη έξοδο από τη ζοφερή πραγματικότητα που αντιμετωπίζουν.

Τα μικρά αντιμνημονιακά κόμματα δεν βγήκαν –είναι αλήθεια –ενισχυμένα από τις κάλπες της 20ής Σεπτεμβρίου. Η Χρυσή Αυγή εξακολουθεί, δόξα τω Θεώ, να προξενεί αποστροφή σε όποιον δεν την ψηφίζει. Ο Λαφαζάνης και η Ζωή απευθύνθηκαν στον κόσμο σαν προδομένες αρραβωνιαστικιές, πόσους να συγκινήσει το δράμα τους; Το δε ΚΚΕ το λέει καθαρά και ξάστερα: Επιδιώκει μια τελείως διαφορετική κοινωνία. Η οποία στους αδιάβαστους φαντάζει σχεδόν εξωγήινη ενώ τους διαβασμένους συνήθως τους τρομάζει.

Φανταστείτε όμως έναν φρέσκο ηγέτη της αξιωματικής αντιπολίτευσης, σχετικά νεαρό και άφθαρτο, να αναθεματίζει τον Αλέξη Τσίπρα σαν εθνικό μειοδότη. Και να ορκίζεται πως εκλεγόμενος θα σκίσει, θα ακυρώσει στην πράξη, θα επαναδιαπραγματευθεί –αν μη τι άλλο –με λεβεντιά Σπαρτιάτη ή Μακεδονομάχου το τρίτο Μνημόνιο. Φανταστείτε κι ένα ολόκληρο σύστημα στα μίντια και στα σόσιαλ μίντια να παίρνει την εκδίκησή του καταγγέλλοντας την προσκυνημένη, γερμανόδουλη, έρπουσα Αριστερά.

Δεν θα είχε καμιά σχέση η παραπάνω τακτική με την εθνική ευθύνη που οφείλει να χαρακτηρίζει μια μεγάλη, ιστορική παράταξη. Το δέλεαρ της επιστροφής στην εξουσία είναι εν τούτοις τέτοιο, ώστε τα περί ευθύνης, αξιοπιστίας, στοιχειώδους σοβαρότητας να ηχούν περιττές πολυτέλειες. «Ο αναμάρτητος συριζαίος πρώτος τον λίθον βαλέτω!» ίσως να λένε οι νεοδημοκράτες που θα πλαισιώνουν τον καινούργιο αρχηγό τους.

Η τραγωδία δεν επικεντρώνεται πάντως στα πολιτικά γραφεία. Αλλά στα καφενεία, στα ταξί, στις λαϊκές αγορές. Εκεί όπου ο κόσμος αναμασάει τη συνωμοσιολογία του κάθε σαλτιμπάγκου ραδιοφωνατζή ή τηλεοπτικού κωμικού. Εκεί όπου η εικόνα της αγνής παρθένου Ελλάδας, που σατανάδες – ξένοι παίζουν στα ζάρια τα ιμάτιά της, που οι μασόνοι ή η λέσχη Μπίλντεμπεργκ την αγοράζουν και την πουλάνε, που η Μέρκελ και ο Σόιμπλε την επιβουλεύονται ενώ ο Πούτιν και ο Ολάντ την υπερασπίζονται και τελικά ο Θεός ο ίδιος τη σώζει και την ανεβάζει σε θρόνο στο πλευρό του, αυτή η εικόνα, καμωμένη –λες –από απλοϊκό, ναΐφ, ζωγράφο, παραμένει εν έτει 2015 εντυπωσιακά άφθαρτη. Λάθος. Παραμένει θλιβερά άφθαρτη.

Εάν είχα λόγο για τη διδακτέα ύλη της Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης, ένα και μόνο θα ζητούσα. Ολοι οι μαθητές του δημοτικού σχολείου να απομνημονεύουν τα λόγια του Ελευθερίου Βενιζέλου: «Να το πάρωμεν απόφασιν ότι δεν υπήρξε ποτέ «Θεός της Ελλάδος». Ενας είναι ο Θεός δι’ όλα τα έθνη. Η φρόνησις, η διορατικότης, η προορατικότης, η επαφή με την πραγματικότητα. Ιδού τι θα μας βοηθήση θετικά να επανορθώσωμεν ό,τι είναι επανορθώσιμον…».