O Αλέξης Τσίπρας είναι ο πρώτος Πρωθυπουργός στη Μεταπολίτευση μετά τον Κώστα Σημίτη που διάβασε δύο φορές προγραμματικές δηλώσεις της κυβέρνησής του μέσα στην ίδια χρονιά. Τον Φεβρουάριο, βέβαια, δήλωνε ότι αυτός και η κυβέρνησή του ήταν κάθε λέξη του Συντάγματος. Την Τετάρτη, πάλι, μετρούσε προσεκτικά κάθε λέξη της ομιλίας του όταν αναφερόταν στην πρώτη αξιολόγηση που ξεκλειδώνει τη συζήτηση για το χρέος. Ελειψαν επίσης οι μαξιμαλιστικές επιδιώξεις για τη δημοκρατική αλλαγή της Ευρώπης. Ενας βουλευτής της αντιπολίτευσης παρατήρησε μάλλον σκωπτικά ότι οι υπερεθνικές φιλοδοξίες του Πρωθυπουργού συρρικνώθηκαν δραματικά μέσα σε εννιά μήνες.

Από την ερχόμενη εβδομάδα ξεκινά για την κυβέρνηση ένα παιχνίδι με τον χρόνο, αφού θα κληθεί να ψηφίσει τα μέτρα για την πρώτη αξιολόγηση. Θα είναι το πρώτο τουβλάκι σε ένα ντόμινο εξελίξεων που περιλαμβάνει τη συζήτηση για το χρέος, την ολοκλήρωση της ανακεφαλαιοποίησης των τραπεζών και την άρση των κεφαλαιακών ελέγχων. Αν όλα πάνε καλά, η χώρα θα αποκτήσει πρόσβαση και στο πρόγραμμα αγοράς ομολόγων της ΕΚΤ που θα σημάνει φτηνότερη ρευστότητα και άρα βελτίωση των μεγεθών της ελληνικής οικονομίας. Η διαδρομή αυτή ιχνογραφεί και το νέο αφήγημα της κυβέρνησης που θα επιδιώξει να αντισταθμίσει τη φθορά από την εφαρμογή περικοπών και μεταρρυθμίσεων με την οικονομική ανάκαμψη.

Στις Βρυξέλλες, πάλι, κοινοτικοί αξιωματούχοι εξακολουθούν να θεωρούν ότι αυτή η κυβέρνηση διαθέτει αποθέματα κοινωνικού και πολιτικού κεφαλαίου για να εφαρμόσει το τρίτο πρόγραμμα, γι’ αυτό και η δομή του είναι εμπροσθοβαρής αλλά και οριζόντια, διευρύνεται δηλαδή ταυτόχρονα σε πολλούς τομείς όπου η ελληνική οικονομία εμφανίζει θεσμική καθυστέρηση. Εκφράζουν όμως δυσπιστία για το πολιτικό προσωπικό που διαθέτει η ελληνική κυβέρνηση, το οποίο είναι ιδεολογικά αγκυλωμένο σε θεωρίες που δεν συνάδουν με τη φιλοσοφία της συμφωνίας, όχι μόνο σε ό,τι αφορά τα φορολογικά ή το Ασφαλιστικό, αλλά και τα διαρθρωτικά, όπως οι αλλαγές της αγοράς ενέργειας ή η αξιολόγηση στο Δημόσιο.

Η απουσία τεχνοκρατικής επάρκειας για την εκτέλεση αυτού του προγράμματος είναι ο ένας φόβος των Ευρωπαίων. Ο δεύτερος έχει να κάνει με τα καύσιμα πολιτικής στήριξης της συμφωνίας. Η συναίνεση του καλοκαιριού είναι πλέον παρελθόν, ειδικά αφότου η αντιπολίτευση ερμήνευσε την εκλογική αποδοκιμασία του Σεπτεμβρίου και ως κόστος που εισέπραξε για τη βοήθεια που παρείχε στην κυβέρνηση για το τρίτο Μνημόνιο. ΠΑΣΟΚ και Το Ποτάμι αρνήθηκαν την πρόσκληση σύμπλευσης του Τσίπρα σε επιμέρους θέματα, φοβούμενοι την επιχείρηση κατάληψης στον χώρο του Κέντρου που νομοτελειακά θα επιδιώξει ο ΣΥΡΙΖΑ.

Ο Αλέξης Τσίπρας θα αναγκαστεί να επιταχύνει, λειτουργώντας πλέον σε ένα διαφορετικό κοινωνικό πεδίο: θα κληθεί να επιβάλει νέους φόρους και να περικόψει συντάξεις, κάτι που δεν συνέβη το προηγούμενο εννεάμηνο που ήταν πυκνό σε πολιτικά γεγονότα. Ηταν ένα πολιτικό περιβάλλον μάλλον στα μέτρα του. Τώρα θα βιώσει τις επιπτώσεις εφαρμογής των δικών του μέτρων από το δικό του Μνημόνιο. Πρόκειται για άλλο τουβλάκι, από την απέναντι πλευρά, στο ίδιο ντόμινο.