Σχεδόν ένας στους δέκα Έλληνες που θέλουν να κόψουν το κάπνισμα στρέφονται στο ηλεκτρονικό τσιγάρο, αλλά σπανίως επιτυγχάνουν στην προσπάθειά τους, σύμφωνα με ένα νέο Ευρωβαρόμετρο.

Το ίδιο συμβαίνει και με τη συντριπτική πλειονότητα όσων προσπαθούν να κόψουν μόνοι τους το κάπνισμα, με συνέπεια το ποσοστό των καπνιστών στη χώρα μας να έχει μειωθεί κατά μόλις 4% μεταξύ 2006 και 2014.

Το Ευρωβαρόμετρο αποκαλύπτει επίσης ότι η γεύση και αμέσως μετά η τιμή των τσιγάρων είναι οι κύριοι παράγοντες που παίζουν ρόλο στην επιλογή της μάρκας που καπνίζουν οι Έλληνες, καθώς και ότι παραμένουμε «πρωταθλητές» στο κάπνισμα σε μπαρ, εστιατόρια και χώρους εργασίας.

Το νέο Ευρωβαρόμετρο, που δόθηκε στη δημοσιότητα από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή με αφορμή την Παγκόσμια Ημέρα κατά του Καπνίσματος (31 Μαϊου), επιβεβαιώνει ότι κατά μέσον όρο στην Ευρώπη το ποσοστό των καπνιστώνμειώνεται σταθερά και πλέον βρίσκεται στο 26%.

Ωστόσο η χώρα μας απέχει παρασάγγες από το επίπεδο αυτό, αφού διατηρεί τα «σκήπτρα» της «πρωταθλήτριας» στο τσιγάρο, με το 38% των ερωτηθέντων να δηλώνουν νυν καπνιστές (το ποσοστό αυτό ήταν 40% το 2012 και 42% το 2006).

Ως φαίνεται, δε, είμαστε αμετανόητοι καπνιστές, αφού είμαστε και μία από τις μόλις έξι χώρες της Ευρώπης όπου ούτε καν οι μισοί καπνιστές έχουν προσπαθήσει να κόψουν το κάπνισμα.

Επιπλέον, μόλις το 44% εξ ημών δεν έχει καπνίσει ποτέ στη ζωή του – ένα ποσοστό που επίσης είναι το χαμηλότερο στην Ευρώπη!

Λάθος τρόπος

Συνολικά, το 18% των Ελλήνων είναι πρώην καπνιστές, ενώ μόλις το 11% προσπάθησαν να κόψουν το κάπνισμα κατά τους τελευταίους 12 μήνες. Το 33% είχαν προσπαθήσει κάποια φορά κατά το παρελθόν, ενώ το 57% ουδέποτε μπήκαν στη διαδικασία.

Ακόμα, όμως, και όσοι μπαίνουν στη διαδικασία, δοκιμάζουν λάθος τρόπο, αφού το 85% προσπαθεί μόνο του και το 8% με τη βοήθεια των ηλεκτρονικών τσιγάρων.

Το 4% δοκιμάζουν μόνοι τους υποκατάστατα νικοτίνης και άλλα φαρμακευτικά βοηθήματα, ενώ μόνον το 1% ζητά εξειδικευμένη βοήθεια, όπως αυτή που προσφέρεται στα Ιατρεία Διακοπής του Καπνίσματος των νοσοκομείων της χώρας, στα οποία τα ποσοστά επιτυχίας στη διακοπή υπερβαίνουν το 60%, σύμφωνα με τα υπάρχοντα στοιχεία.

Σύμφωνα με το Ευρωβαρόμετρο, η ελπίδα για διακοπή του καπνίσματος ήταν ο κύριος παράγοντας στην απόφαση για χρήση των e-τσιγάρων από το 81% των Ελλήνων που τα δοκίμασαν (το ποσοστό αυτό είναι το υψηλότερο στην Ευρώπη και το ίδιο με αυτό στη Δανία).

Δυστυχώς, όμως, μόλις το 7% των Ελλήνων χρηστών τους κατάφεραν τελικά να κόψουν το κάπνισμα. Το 12% το σταμάτησαν για λίγο και μετά το ξανάρχισαν, το 23% απλώς μείωσαν το κάπνισμα, το 57% δεν μείωσαν καθόλου το κάπνισμα, ενώ το 1% αύξησαν το κάπνισμα.

Ίσως αυτός είναι και ένας από τους λόγους για τους οποίους ενώ το 8% των Ελλήνων δήλωσαν ότι γενικώς έχουν δοκιμάσει ηλεκτρονικά τσιγάρα, μόλις το 1% είπαν ότι είναι νυν χρήστες τους. Το 6% είπαν ότι τα δοκίμασαν αλλά ουδέποτε τα χρησιμοποίησαν συστηματικά και το 1% ότι τα χρησιμοποιούσαν συστηματικά, αλλά τα σταμάτησαν.

Πάντως τα ίδια λάθη με τα ηλεκτρονικά τσιγάρα κάνουν δύο στους τρεις Ευρωπαίους (το 67%) οι οποίοι επίσης τα δοκιμάζουν νομίζοντας ότι θα τους βοηθήσουν να κόψουν το κάπνισμα.

Συνολικά, το 21% των Ευρωπαίων χρηστών τους είπαν ότι κατόρθωσαν με την βοήθειά τους να μειώσουν τον αριθμό των τσιγάρων που κάπνιζαν αλλά μόνο το 14% κατάφεραν να κόψουν εντελώς το κάπνισμα, γεγονός που υποδηλώνει ότι «τα ηλεκτρονικά τσιγάρα δεν είναι ιδιαιτέρως αποτελεσματικά ως εργαλείο διακοπής», σημειώνει η Κομισιόν στη σχετική ανακοίνωσή της.

Συνολικά, το 12% των Ευρωπαίων είπαν ότι έχουν δοκιμάσει ηλεκτρονικά τσιγάρα, αλλά νυν χρήστες τους δήλωσαν το 2%.

Τι και πόσο

Το Ευρωβαρόμετρο εξέτασε επίσης τις νυν καπνιστικές συνήθειες, αλλά και τα κριτήρια στην επιλογή τσιγάρων και την κατάσταση του καπνίσματος στους δημόσιους χώρους.

Το 82% των καπνιστών στην χώρα μας δήλωσαν ότι καπνίζουν τσιγάρα από πακέτα, ενώ το 34% είπαν ότι καπνίζουν στριφτά, γεγονός που σημαίνει ότι πολλοί καπνίζουν και από τα δύο.

Όσον αφορά τη συχνότητα του καπνίσματος, το 94% καπνίζουν καθημερινά και το 1% σε εβδομαδιαία βάση.

Πόσο καπνίζουμε; Κατά μέσον όρο 19,5 τσιγάρα την ημέρα ή κάτι λιγότερο από ένα στάνταρτ πακέτο, τη στιγμή που ο μέσος όρος στην Ευρώπη είναι 14,4 τσιγάρα.

Πως διαλέγουμε μάρκα

Όσον αφορά τη μάρκα που διαλέγουμε, ο καθοριστικός παράγοντας είναι η γεύση, η οποία επελέγη από σχεδόν όλους τους Έλληνες καπνιστές (το 99%) ως το πιο σημαντικό κριτήριο επιλογής. Δεύτερο κριτήριο είναι η τιμή που επελέγη από το 92% των Ελλήνων (τα ποσοστά αυτά είναι τα υψηλότερα στην Ευρώπη).

Το 36% διαλέγουν και με βάση το αν η συσκευασία ανταποκρίνεται στα γούστα τους, ενώ το 84% είπαν ότι λαμβάνουν υπ’ όψιν και την περιεκτικότητα των τσιγάρων σε πίσσα και νικοτίνη (σ.σ. δυστυχώς, το 47% των Ελλήνων νομίζουν λανθασμένα πως αν το τσιγάρο τους δεν έχει πολλή πίσσα και νικοτίνη δεν είναι και τόσο βλαβερό, σύμφωνα με το ίδιο Ευρωβαρόμετρο).

Τα κριτήρια αυτά, πάντως, δεν τα αναθεωρούμε και πολύ συχνά, αφού περισσότεροι από οκτώ στους δέκα καπνιστές (το 83%) στη χώρα μας είπαν ότι είναι «κολλημένοι» με την μάρκα τους και δεν την αλλάζουν.

Σε μπαρ και εστιατόρια

Κατά τα άλλα, το Ευρωβαρόμετρο επιβεβαίωσε αυτό που βλέπουμε όλοι γύρω μας: όποιος θέλει καπνίζει όπου θέλει, σε δημόσιο ή μη χώρο – και δεν είμαστε η μόνη χώρα όπου συμβαίνει αυτό.

Σε επτά κράτη-μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης περισσότεροι από τους μισούς ερωτηθέντες είπαν ότι κατά το τελευταίο εξάμηνο βρέθηκαν με καπνιστές σε ένα μπαρ.

Τα κράτη αυτά είναι η Ελλάδα, η Τσεχία, η Ρουμανία, η Κροατία, η Αυστρία και η Κύπρος, όπου καταφατικά απάντησαν στην σχετική ερώτηση από το 83% των ερωτηθέντων για τις δύο πρώτες χώρες έως το 74% στις δύο τελευταίες.

Τα ποσοστά αυτά είναι πολύ υψηλότερα από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο (είναι 25%) και βεβαίως απέχουν έτη φωτός από την Σουηδία και την Ιρλανδία όπου μόλις το 2% και 5% των ερωτηθέντων αντιστοίχως είπαν ότι βρέθηκαν κατά το τελευταίο εξάμηνο σε μπαρ όπου κάπνιζαν οι θαμώνες.

Αντίστοιχη πρωτιά πετυχαίνει η χώρα μας στο ποσοστό καπνιστών στα εστιατόρια και ανάλογους χώρους (72%) αλλά και στο παθητικό κάπνισμα στους χώρους εργασίας (59%).

Πότε αρχίζουμε

Το Ευρωβαρόμετρο αποκαλύπτει μία ακόμα πρωτιά των Ελλήνων, αν και αυτή τη φορά από την… ανάποδη: την μέση ηλικία έναρξης του συστηματικού καπνίσματος, δηλαδή του καπνίσματος τουλάχιστον μία φορά την εβδομάδα.

Σύμφωνα με τις απαντήσεις των ερωτηθέντων, οι Ισπανοί είναι αυτοί που κατά μέσον όρο αρχίζουν νωρίτερα απ’ όλους το κάπνισμα (η μέση ηλικία έναρξης είναι τα 16,7 χρόνια) αλλά οι Έλληνες αυτοί που αρχίζουν πιο αργά απ’ όλους (μέση ηλικία έναρξης είναι τα 19,3 χρόνια).

Πάντως η ηλικία δεν φαίνεται να έχει σχέση με το αν θα συνεχιστεί το κάπνισμα ή όχι, επισημαίνουν οι ειδικοί που συνέταξαν και σχολίασαν την νέα ευρωπαϊκή έκθεση.

Το Ευρωβαρόμετρο διεξήχθη στα 28 κράτη-μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης μεταξύ 29 Νοεμβρίου και 8 Δεκεμβρίου 2014, με τη συμμετοχή σχεδόν 28.000 εθελοντών (περίπου 1.000 εθελοντές από κάθε χώρα) ηλικίας 15 ετών και άνω.