Η εσωτερική υποτίμηση, η οποία επιχειρήθηκε διά της βίαιης προσαρμογής στα χρόνια του Μνημονίου, άγγιξε τις αποδοχές των Ελλήνων.

Αφησε όμως σχεδόν ανέπαφες τις τιμές των βασικών αγαθών διαβίωσης, ενώ η ταυτόχρονη υπερφορολόγηση ήρθε να δώσει τη χαριστική βολή.

Τα νοικοκυριά τα τελευταία χρόνια έχουν χάσει έως και το ένα τέταρτο του εισοδήματός τους. Δεν μιλάμε για τους ανέργους.
Ο φόρος εισοδήματος για μισθωτούς και συνταξιούχους έχει πάει έως και επτά φορές πάνω, για τους ελεύθερους επαγγελματίες έως και εννιά φορές.
Οι τιμές στο καλάθι της νοικοκυράς, από την άλλη πλευρά, παρά τον αποπληθωρισμό τον οποίο καταγράφει η Στατιστική Υπηρεσία, μένουν στο ύψος τους. Και το εισόδημα, όχι για τον άνεργο, όχι για τα χαμηλότερα εισοδηματικά κλιμάκια, αλλά για τη μεσαία τάξη φτάνει – δεν φτάνει για να καλυφθούν οι βασικές ανάγκες διαβίωσης. Χωρίς πολυτέλειες, χωρίς την παραμικρή αποταμίευση, χωρίς να μπορεί να ξεφύγει ο οικογενειακός προϋπολογισμός ούτε ένα ευρώ. Αν παραστεί έκτακτη ανάγκη, θα πρέπει να υπάρξει περικοπή από τα απολύτως αναγκαία.

«ΤΑ ΝΕΑ» παρουσιάζουν σήμερα, μέσα από το παράδειγμα δύο οικογενειών, πόσο κοστίζει να είσαι Ελληνας και να ζεις στη χώρα σου.

ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ 1η. Μια τετραμελής οικογένεια, με ετήσιο εισόδημα 30.800 ευρώ, με τα σημερινά δεδομένα κατατάσσεται αυτόματα στην ομάδα των προνομιούχων. Με ένα σπίτι εκατό τετραγωνικών –το οποίο το χρωστούν στην τράπεζα –αλλά πληρώνουν ΕΝΦΙΑ 430 ευρώ, ένα αυτοκίνητο επταετίας και κανένα άλλο περιουσιακό στοιχείο, η οικογένεια αυτή για «το πατριωτικό της καθήκον» οφείλει σε ετήσια βάση στην Εφορία 3.356,60 ευρώ. Πάει το ένα μηνιάτικο –και παραπάνω στα καθαρά έσοδα –και των δύο γονιών.
Οι φόροι αφαιρούνται πρώτα απ’ όλα από το εισόδημα διότι στο μεγαλύτερο μέρος τους, στην περίπτωση δύο μισθωτών, παρακρατούνται σε μηνιαία βάση από τις αποδοχές.
Από τις 30.800 ευρώ το διαθέσιμο εισόδημα έχει ήδη υποχωρήσει στις 27.443,40 ευρώ. Από αυτά παραπάνω από το ένα τρίτο φεύγουν στο σουπερμάρκετ. Για τα απαραίτητα. Και το διαθέσιμο εισόδημα –εφόσον και οι δύο γονείς πληρώνονται στην ώρα τους, γεγονός μάλλον απίθανο για τους εργαζόμενους του ιδιωτικού τομέα –συρρικνώνεται στις 18.351 ευρώ.
Με αυτά τα χρήματα σε ετήσια βάση η οικογένεια πρέπει να πληρώσει λογαριασμούς για φως – νερό – τηλέφωνο, κοινόχρηστα και δαπάνες θέρμανσης, τη δόση του στεγαστικού δανείου, τα φροντιστήρια των παιδιών, τα ασφάλιστρα του αυτοκινήτου, ρούχα και παπούτσια πρώτα για τα παιδιά.

Η συγκεκριμένη οικογένεια έχει τη δυνατότητα, αν δεν της συμβεί κάτι έκτακτο, να κάνει πέντε ημέρες διακοπές σε all inclusive ξενοδοχείο στην Κρήτη και να δαπανά και περίπου 80 ευρώ τον μήνα για ψυχαγωγία και διασκέδαση.

ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ 2η. Τι συμβαίνει όμως αν η σύζυγος δεν είναι ιδιωτικός υπάλληλος αλλά ελεύθερη επαγγελματίας με φορολογητέα κέρδη 1.200 ευρώ τον μήνα ή 14.400 ευρώ τον χρόνο; Αυτή και μόνο η παράμετρος είναι ικανή να αντιστρέψει την οριακή κατάσταση. Ο οικογενειακός προϋπολογισμός γίνεται απευθείας ελλειμματικός.

Το οικογενειακό ετήσιο φορολογητέο εισόδημα είναι 31.200 ευρώ.
Οι φόροι όμως απαιτούν δύο μηνιάτικα των γονιών ή 6.773,40 ευρώ και αν προστεθούν και οι δαπάνες για τα στοιχειώδη μιας αξιοπρεπούς διαβίωσης τα έσοδα είναι μικρότερα από τα έξοδα: 31.200 ευρώ το εισόδημα, 32.103 ευρώ τα έξοδα.
Αρχίζουν λοιπόν οι περικοπές. Οι διακοπές φεύγουν πρώτες, αν υπάρχει πατρικό στο χωριό έχει καλώς. Μετά αρχίζουν τα «φέσια». Η Εφορία σε αυτή την περίπτωση προηγείται. Γι’ αυτό όσο αυξάνονταν οι φόροι τα τελευταία χρόνια εκτοξεύονταν τα ληξιπρόθεσμα χρέη προς την Εφορία, αγγίζοντας πια τα 77 δισ. ευρώ. Τις οφειλές στον ΟΑΕΕ για τον ελεύθερο επαγγελματία εσκεμμένα τις έχουμε αφαιρέσει από τους υπολογισμούς. Το πιθανότερο είναι ότι δεν πληρώνονται, τουλάχιστον στην ώρα τους, οπότε η κατάσταση είναι πολλαπλάσια χειρότερη.

Αν αυτά συμβαίνουν σε μια οικογένεια στης οποίας το σπιτικό μπαίνουν τριάντα χιλιάρικα τον χρόνο, ακόμα και όσοι παρακολουθούν από προνομιακή θέση να εκτυλίσσεται το δράμα του Ελληνα μπορούν –ίσως –να φανταστούν τι συμβαίνει στα κατώτερα εισοδηματικά κλιμάκια. Στη γενιά των 400 ευρώ, στους ανθρώπους που είναι μακροχρόνια άνεργοι, αλλά ακόμα και στους εργαζόμενους οι οποίοι παρακολουθούν με αγωνία, μήνας μπαίνει – μήνας βγαίνει, αν μπήκε ο ψαλιδισμένος μισθός τους στην τράπεζα.