Ηταν προφητικό το προεκλογικό σποτ των ΑΝΕΛ: ο Πάνος Καμμένος εμφανιζόταν την τελευταία στιγμή για να σώσει τον Αλέξη Τσίπρα από το απονενοημένο του εκτροχιασμού του τρένου. Βέβαια, στη ζωή τα πράγματα δεν είναι όπως στην οθόνη. Σύμφωνα με τους δανειστές, ο Καμμένος με τον Λαφαζάνη παίζουν με τα τρενάκια του Τσίπρα και σύσσωμη η κυβέρνηση πηγαίνει βόλτα τους Ευρωπαίους με το τρενάκι του τρόμου. Ο «πολύς» Πίτερ Σπίγκελ των «Φαϊνάνσιαλ Τάιμς» έγραψε πρόσφατα για τη διάθεση των δανειστών να δουν μία άλλη κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ στην Ελλάδα – χωρίς την Αριστερή Πλατφόρμα και τους Ανεξάρτητους Ελληνες, αλλά με Το Ποτάμι και το ΠΑΣΟΚ. «Ο Τσίπρας πρέπει να αποφασίσει αν θέλει να είναι Πρωθυπουργός της Ελλάδας ή πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ» φέρεται ότι λέει στον Σπίγκελ ένας κορυφαίος ευρωπαίος παράγοντας

Μια άκομψη παρέμβαση από ένα ισχυρό, διεθνές μέσο ενημέρωσης δεν είναι πάντοτε μια αποτελεσματική μέθοδος. Αλλωστε, η ελληνική πολιτική σκηνή έχει πλέον σημαντική γνώση για τις πολιτικές αστοχίες των δανειστών: όταν ήρθε η ώρα της κρίσης για την προηγούμενη κυβέρνηση και οι εταίροι αντελήφθησαν ότι Σαμαράς και Βενιζέλος δεν είχαν πλέον περιθώρια ελιγμών, ούτε ψήφισης νέων μέτρων, απλώς έμειναν παγερά αδιάφοροι. Ηδη από τότε πηγές που βρίσκονταν κοντά στις συνομιλίες με τους δανειστές αναρωτιούνταν «πόσο χειρότερα μπορούν να γίνουν τα πράγματα με μια κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ, η οποία θα έχει και νωπή λαϊκή εντολή».

Οι πλέον υποψιασμένοι από νωρίς για τη βοή των επερχομένων ήταν οι Γερμανοί. Το Βερολίνο είχε φροντίσει να αποκαταστήσει διαύλους με την Κουμουνδούρου από νωρίς. Αυτό παρότι όταν αυτοί γίνονταν δημόσιοι, όπως η συνάντηση του Αλέξη Τσίπρα με τον Γεργκ Ασμουσεν, προκαλούσαν διαβήματα από το Μέγαρο Μαξίμου.

Ηταν μια επιχείρηση αναγνώρισης ή και μεταστροφής της άποψης του «εχθρού»; Οχι ακριβώς. Οι Γερμανοί έπαθαν και έμαθαν από τις απρόκλητες παρεμβάσεις στα εσωτερικά την περίοδο 2011-2012 και βγήκαν από το κάδρο. Οπως απέδειξε και η καλή συνεργασία του Βερολίνου με τον Αντώνη Σαμαρά (παρά την αρχική δυσπιστία λόγω της αντιμνημονιακής του στάσης), η γερμανική φιλοσοφία συμπυκνώνεται στα πολιτικώς ορθά περί σεβασμού των δημοκρατικών διαδικασιών σε τρίτες χώρες και στο απόλυτα κυνικό «και αυτοί θα έρθουν στα λόγια μας».

ΕΥΕΛΙΞΙΑ. Βέβαια, αν οι Γερμανοί ή το ΔΝΤ είχαν επιδείξει μεγαλύτερη ευελιξία απέναντι στην κυβέρνηση Σαμαρά – Βενιζέλου το περασμένο φθινόπωρο και δεν επέμεναν και σε σκληρά δημοσιονομικά μέτρα προκειμένου να κλείσει η (καταραμένη) πέμπτη αξιολόγηση, δεν θα χρειαζόταν σήμερα να αποκρυπτογραφήσουν τις διαθέσεις του ΣΥΡΙΖΑ και των διαφόρων φυλών των ατάκτων που μετέχουν στο κυβερνητικό σχήμα και στην κυβερνητική πλειοψηφία.

Δεν ήταν η πρώτη φορά που οι ευρωπαίοι ηγέτες απέτυχαν να κατανοήσουν την πραγματική κατάσταση επί του ελληνικού εδάφους και ότι η κοινωνία ήταν στα κάγκελα. Στερνή μου γνώση να σε είχα πρώτα; Οπως και στο παρελθόν, οι Ευρωπαίοι, τουλάχιστον αυτοί που μετράνε, επιδεικνύουν ευελιξία. Είναι κάτι σαν τη συνειδητοποίηση του σεφερικού «αυτό τον θίασο έχουμε, μ’ αυτόν θα παίξουμε».

Αυτό δεν σημαίνει ότι χάρηκαν με τη συμμετοχή του Πάνου Καμμένου στο κυβερνητικό σχήμα. Ούτε ότι θα γίνουν οι καλύτεροι φίλοι του Παναγιώτη Λαφαζάνη. Συνειδητοποιούν, όμως, ότι εναλλακτική δεν υπάρχει. Οπως το έθετε πρεσβευτής μεγάλης ευρωπαϊκής χώρας στην Αθήνα, «ακόμη κι αν γίνουν εκλογές, πάλι θα βρούμε τον ΣΥΡΙΖΑ μπροστά μας». Για τον λόγο αυτόν δεν κρύβουν ότι μια νέα κυβερνητική συμμαχία με εταίρους κατ’ αρχάς Το Ποτάμι και δευτερευόντως το ΠΑΣΟΚ θα έβαζε την κυβέρνηση σε πιο φιλευρωπαϊκές ράγες.

Υπάρχουν και αυτοί που φοβούνται ότι αν η Ελλάδα συρθεί σε μια έξοδο από την ευρωζώνη, η χώρα θα βυθιστεί στο χάος των άκρων. Βέβαια, δεν είναι όλοι στην Ευρωπαϊκή Ενωση τόσο ευαίσθητοι. Πόσω μάλλον στην ευρωζώνη, όπου χώρες φτωχότερες από την Ελλάδα αντιμετωπίζουν τη νέα κυβέρνηση με καχυποψία και εχθρικότητα. Σε ό,τι αφορά τις χώρες που πάσχουν από αντιρωσικό σύνδρομο (Εσθονία, Λιθουανία, Λετονία) και φοβούνται το μακρύ χέρι του Πούτιν, η απόσταση μετά τα φιλορωσικά ανοίγματα της κυβέρνησης έχει μεγαλώσει ακόμα περισσότερο. Στην ίδια ομάδα ανήκουν και οι Φινλανδοί, ενώ εσχάτως προστέθηκαν οι Ισπανοί, οι Πορτογάλοι, ακόμα και οι Ιταλοί.

Η ανοχή πολλών ευρωπαϊκών πρωτευουσών έναντι της Ελλάδας έχει εξαντληθεί. Οι ευρωπαίοι εταίροι αντιμετωπίζουν γραμμικά τις εξελίξεις στην Ελλάδα. Με βάση αυτή την ανάλυση, μετρούν ήδη σχεδόν έναν χρόνο από τότε που στην Αθήνα κατέβασαν μολύβια και δεν προχώρησαν με καμία μεταρρύθμιση που περιλαμβάνεται στο πρόγραμμα. Η συμφωνία της 20ής Φεβρουαρίου και το διάστημα που ακολούθησε μέχρι τις 20 Μαρτίου, αν και μακρύ, έχουν αρχίσει να χτυπούν καμπανάκια ότι εξαντλείται η περίοδος χάριτος που δόθηκε στη νέα κυβέρνηση λόγω απειρίας.

ΚΟΠΩΣΗ. Αν στους προηγούμενους μήνες ήταν η ελληνική κυβέρνηση που εμφάνιζε σημάδια «μεταρρυθμιστικής κόπωσης», τώρα είναι οι μεγάλες ευρωπαϊκές πρωτεύουσες που εμφανίζουν σημάδια «ελληνικής κόπωσης». Οπως το έθετε πρεσβευτής χώρας της ευρωζώνης στην Αθήνα, «υπάρχει η αίσθηση ότι όλοι έχουν κουραστεί από την Ελλάδα». Ο Ζίγκμαρ Γκάμπριελ το έθεσε πιο δραματικά λέγοντας ότι «θέλουμε να βοηθήσουμε την Ελλάδα, αλλά δεν ξέρουμε πώς». Η διαπίστωση του γερμανού αντικαγκελάριου συμπυκνώνει εν πολλοίς το τρέχον αδιέξοδο των Ευρωπαίων.

Σε κάθε περίπτωση, τις κρίσιμες αποφάσεις δεν θα τις πάρουν ούτε οι Ισπανοί ούτε οι Λετονοί. Το παραδέχθηκε εμμέσως πλην σαφώς και ο Αλέξης Τσίπρας. Μετά το πρώτο του ευρωπαϊκό τουρ σε Ρώμη και Παρίσι πέταξε από το παράθυρο τη ρητορική περί θεσμικής ισοτιμίας των κρατών – μελών. Η επταμερής που ζήτησε στο περιθώριο του τελευταίου Ευρωπαϊκού Συμβουλίου δεν ήταν μόνο προσγείωση στην πραγματικότητα. Ηταν και έμμεση παραδοχή ότι το «διευθυντήριο» στην Ευρώπη υπάρχει και είναι αυτό που θα πάρει τις αποφάσεις για το μέλλον της Ελλάδας.

Οι μεγάλοι

παίκτες

Σε επίπεδο grand strategy είναι σαφές, όπως προέκυψε και από τα μηνύματα από τη συνάντησή της με τον έλληνα Πρωθυπουργό, ότι η Ανγκελα Μέρκελ έχει αποφασίσει να κρατήσει την Ελλάδα στην ευρωζώνη. Σε αυτή την εξίσωση, ο Αλέξης Τσίπρας είναι «αναγκαίο κακό» που, όμως, μπορεί να μετεξελιχθεί σε αναγκαίο καλό. Το σύμπαν συνωμοτεί υπέρ της νέας κυβέρνησης. Η Γηραιά Ηπειρος αιμορραγεί ήδη από ανατολάς και το μέτωπο της Ουκρανίας και η γερμανίδα καγκελάριος δεν θα ήθελε στην τρίτη θητεία της να μείνει στην Ιστορία ως η ηγέτις που ακρωτηρίασε και τα δυο άκρα της Ευρώπης.

Δεν είναι η μόνη. Ούτε ο άνθρωπος που δήλωσε ότι θα κάνει «ό,τι χρειαστεί (whatever it takes) για να σώσει το ευρώ θα ήθελε να δει το οικοδόμημα να καταρρέει. Ο Μάριο Ντράγκι, που έδωσε μάχες με το κατεστημένο Βάιντμαν – Σόιμπλε για το πρόγραμμα ποσωτικής χαλάρωσης, φαίνεται να έχει αποφασίσει ότι το κόστος εξόδου της Ελλάδας από την ευρωζώνη είναι μεγαλύτερο από το κόστος παραμονής της. Ή, τέλος πάντων, ότι το μαρτύριο της σταγόνας στο οποίο υποβάλλει η ΕΚΤ την Ελλάδα για τη ρευστότητα είναι ελεγχόμενο. Για την ακρίβεια, πολύ πιο ελεγχόμενο από την πιθανότητα να επιβληθούν έλεγχοι κεφαλαίων στο ελληνικό τραπεζικό σύστημα.

Κοντός ψαλμός αλληλούΙα. Ο Ιούνιος είναι πολύ κοντά. Μέχρι τότε ο Αλέξης Τσίπρας θα πρέπει να αποφασίσει με ποιους θα πάει και ποιους θα αφήσει. Θα προχωρήσει μπροστά, ακόμη και αν αυτό σημαίνει ότι κάποιοι από το κόμμα του θα μείνουν πίσω; Θα πορευθεί στη μετά τη συμφωνία εποχή με το ίδιο ή με νέο κυβερνητικό σχήμα; Ημίμετρα δεν θα περάσουν στην εκπνοή της περιόδου χάριτος και ενώ ήδη η υπομονή των Ευρωπαίων εξαντλείται. Τρίτος δρόμος δεν υπάρχει. Ή θα αναλάβει την ευθύνη να υλοποιήσει τη συμφωνία με ό,τι αυτό συνεπάγεται ή θα έρθει σε ρήξη. Η μπάλα, όμως, βρίσκεται στο γήπεδο της Ελλάδας.

Ο φετιχισμός της διαπραγμάτευσης

Ολ’ αυτά δεν σημαίνουν ότι ο δρόμος προς τον Ιούνιο είναι στρωμένος με ροδοπέταλα. Το αντίθετο. Ο Αλέξης Τσίπρας έχει μόνο μερικές εβδομάδες να αποδείξει στους Ευρωπαίους ότι εννοεί αυτά που λέει. Τουλάχιστον, αυτά που λέει στο εξωτερικό, όπου εμφανίζεται μετρημένος και προσγειωμένος. Η διγλωσσία δεν έχει περάσει απαρατήρητη σε μεγάλες ευρωπαϊκές πρωτεύουσες, όπου η κάθε δήλωση του Πρωθυπουργού και υπουργών της κυβέρνησης μεταφράζεται και αναλύεται σε real time καθημερινά.

Ενοχλημένοι εμφανίζονται οι Ευρωπαίοι και από αυτό που αρμόδια πηγή χαρακτήριζε «σχεδόν ιδεοληπτική εμμονή στην πολιτική διαπραγμάτευση». Ενδεικτικό είναι πως σε ό,τι αφορά τη διαπραγμάτευση, τις συνεννοήσεις με παράγοντες των Βρυξελλών αλλά και με πρεσβευτές χωρών της ευρωζώνης στην Αθήνα δεν τις κάνει ο διευθυντής του διπλωματικού γραφείου του Πρωθυπουργού Βαγγέλης Καλπαδάκης, αλλά ο υπουργός Επικρατείας Νίκος Παππάς.

Για τους Ευρωπαίους, που έχουν συνηθίσει να βλέπουν σε ρόλο σέρπα διπλωμάτες ή τεχνοκράτες, δεν είναι μια λεπτομέρεια χωρίς σημασία. Με τον ίδιο τρόπο, δεν νοείται για εκείνους πολιτική χωρίς υποστήριξη και τεκμηρίωση από τους αριθμούς. Η Ανγκελα Μέρκελ φρόντισε να το υπενθυμίσει εμμέσως πλην σαφώς στη συνάντησή της με τον Αλέξη Τσίπρα. Η καγκελάριος είχε πίνακες και διαγράμματα για όλα τα θέματα, συμπεριλαμβανομένων των νομοθετικών πρωτοβουλιών που έχει αναλάβει ή έχει ανακοινώσει ότι προτίθεται να αναλάβει η κυβέρνηση.

ΑΛΛΕΡΓΙΑ. Αν οι συριζαίοι παθαίνουν αλλεργία με τους τεχνοκράτες, οι Ευρωπαίοι, το ΔΝΤ και η ΕΚΤ παθαίνουν αλλεργία με τον φετιχισμό της κυβέρνησης με την πολιτική διαπραγμάτευση. Η αλήθεια είναι ότι δεν βοήθησε και η στάση απέναντι στα τεχνικά κλιμάκια στην Αθήνα. Αρμόδια πηγή χαρακτήριζε «γελοίο» το θέαμα των τεχνοκρατών των θεσμών να εμφανίζονται ως γυρολόγοι σε διάφορα αθηναϊκά ξενοδοχεία. Σαν να μην έφτανε αυτό, πολλές από τις προγραμματισμένες συναντήσεις των κλιμακίων ακυρώνονταν την τελευταία στιγμή. Τούτων δοθέντων, οι λίγοι τεχνοκράτες που έχουν παραμείνει στην Αθήνα και για το Πάσχα «έμειναν μάλλον για τα μάτια του κόσμου», έλεγε η ίδια πηγή.

Η αναφορά της Κριστίν Λαγκάρντ μετά τη συνάντησή της με τον Γιάνη Βαρουφάκη στα τεχνικά κλιμάκια και στην ανάγκη να τους παρασχεθούν από τις ελληνικές Αρχές τα απαραίτητα στοιχεία μόνο τυχαία δεν ήταν. Στο ίδιο μοτίβο, στην ανακοίνωση του αμερικανού υπουργείου Οικονομικών που ακολούθησε μετά τη συνάντηση του αμερικανού υφυπουργού Νέιθαν Σιτς με τον Βαρουφάκη γινόταν σαφής αναφορά στην ανάγκη «να δεσμευθεί πλήρως η Ελλάδα στη διαδικασία των τεχνικών διαπραγματεύσεων με τους διεθνείς εταίρους της». Αν κρίνει κανείς από τη γλώσσα της 26σέλιδης λίστας μεταρρυθμίσεων που έστειλε στους θεσμούς ο Βαρουφάκης, το μήνυμα έχει ληφθεί.