Η μακροοικονομική σταθεροποίηση και η τελική ρύθμιση του χρέους είναι αναγκαίες συνθήκες επανεκκίνησης της πατρίδας μας. Ομως δεν είναι από μόνες τους και ικανές. Τα μεγάλα προβλήματα της χώρας συνεχίζουν να βρίσκονται στο «υπόστρωμα» της μακροοικονομίας –και πρέπει να απαντήσουμε στα ερωτήματα που γεννούν άμεσα. Για την ακρίβεια, έχουμε καθυστερήσει.

Μια πρώτη κατηγορία προβλημάτων αφορά το παραγωγικό μας μοντέλο, δηλαδή σε ποιους τομείς στοχεύουμε ως κράτος για την ανάπτυξη της οικονομίας και τη δημιουργία θέσεων εργασίας. Πώς, π.χ., θα επανοριοθετήσουμε το Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων; Τι φορολογικά και άλλα κίνητρα θα δώσουμε για την ανάπτυξη συγκεκριμένων κλάδων; Θα αναπτύξουμε υφιστάμενους κλάδους ή θα στηριχθούμε εξ ολοκλήρου σε νέους; Ποια πρέπει να είναι η βέλτιστη διοχέτευση των κονδυλίων του νέου ΕΣΠΑ;

Μια δεύτερη κατηγορία αφορά τους θεσμούς –το πολιτικό σύστημα, τη δικαιοσύνη, την κρατική μηχανή. Η μείωση της γραφειοκρατίας και της πολυνομίας, η επιτάχυνση της απονομής δικαιοσύνης, η εισαγωγή ενός νέου και σταθερού εκλογικού νόμου και η γενικότερη αλλαγή της αρχιτεκτονικής και των τριών εξουσιών είναι άμεσες προτεραιότητες, που θα εξειδικευθούν με συγκεκριμένες παρεμβάσεις σε καλά ορισμένα χρονοδιαγράμματα –και, ενδεχομένως, πρέπει να συνοδευθούν από μια καταλυτική συνταγματική πρωτοβουλία.

Για τις δύο παραπάνω κατηγορίες ο διάλογος έχει ανοίξει, αλλά αποσπασματικά. Υπάρχει όμως και μια τρίτη κατηγορία ζητημάτων για την οποία ελάχιστα έχουμε συζητήσει, αυτή της κοινωνικής συνοχής, του λεγόμενου «κοινωνικού κεφαλαίου», δηλαδή των σχέσεων εμπιστοσύνης σε μια κοινωνία. Μαζί με τους θεσμούς, το κοινωνικό κεφάλαιο είναι ο καλύτερος δείκτης μακροπρόθεσμης ευημερίας μιας χώρας. Δεν υπάρχει, φυσικά, κάποιος απόλυτα αξιόπιστος τρόπος μέτρησης αυτού του μεγέθους. Ωστόσο, εκτιμάται ότι η συμμετοχή σε εθελοντικές πρωτοβουλίες ή ακόμη και τα αυξημένα ποσοστά αιμοδοσίας στον πληθυσμό δρουν θετικά –όπως φυσικά και η τόνωση του κοινωνικού κράτους με στοχευμένες παρεμβάσεις. Προγράμματα όπως η «Μεγάλη Κοινωνία» που εφαρμόζεται στη Μ. Βρετανία ή ιδέες όπως αυτές που παράγει το γραφείο κοινωνικής καινοτομίας της κυβέρνησης Ομπάμα πρέπει να μελετηθούν στο ελληνικό πλαίσιο, δεδομένου ότι είμαστε οι απόλυτοι ουραγοί της ΕΕ στο κοινωνικό κεφάλαιο.

Ο τρόπος με τον οποίο πρέπει να διαμορφώσουμε τις προτάσεις σε αυτές τις τρεις μεγάλες κατηγορίες θεμάτων –παραγωγικό μοντέλο, θεσμοί, κοινωνικό κεφάλαιο –δεν πρέπει να δίνει υπερβολική έμφαση στην αντιγραφή ξένων μοντέλων, διότι μια τέτοια διαδικασία θυμίζει αρκετά τη μεταμόσχευση, όπου η συμβατότητα του μοσχεύματος με τον δέκτη δεν είναι εξ ορισμού κατοχυρωμένη. Αντίθετα, κατά προτεραιότητα, χρειάζεται να αναδείξουμε τα καλά παραδείγματα της πατρίδας μας και να τα «μεγαλώσουμε». Να χτίσουμε π.χ. επάνω στο παράδειγμα των ΚΕΠ και της Διαύγειας για τη μείωση της γραφειοκρατίας, να αναδείξουμε τις εκατοντάδες εθελοντικές πρωτοβουλίες ελλήνων πολιτών που αναδείχθηκαν μέσα στην κρίση, να μελετήσουμε τα κρατικά προγράμματα που λειτούργησαν αποτελεσματικά –όπως π.χ. τα ταμεία καινοτομίας του Jeremie για τις μικρές επιχειρήσεις καινοτομίας.

Εκεί βρίσκεται το πραγματικό ζητούμενο. Εκεί κρύβεται και η απάντηση στο αν η Ελλάδα θα έχει μέλλον ως τόπος.

Ο Κυριάκος Πιερρακάκης είναι ερευνητής πολιτικής οικονομίας, μέλος του ΠΣ του ΠΑΣΟΚ