Ο μετεκλογικός χάρτης ανέδειξε μια νέα κομματική γεωγραφία. Η «ελεύθερη πτώση» του ΠαΣοΚ, η αμφίβολη δυναμική της Ελιάς, η εκλογική συντριβή της ΔΗΜΑΡ και η μεταπολιτική γοητεία του Ποταμιού συνθέτουν σήμερα την εικόνα μιας κατακερματισμένης «Κεντροαριστεράς», που μετεωρίζεται ανάμεσα στην πολιτική αυτονομία της και τον πειρασμό της ενσωμάτωσής της στον «μικρό δικομματισμό» (ΝΔ – ΣΥΡΙΖΑ). Με αυτοκριτική τόλμη και πολιτική γενναιότητα, ήδη από την επόμενη ημέρα των εκλογών, η ΔΗΜΑΡ αποφάσισε να υλοποιήσει τις πρόσφατες αποφάσεις της για την «ισχυρή Κεντροαριστερά» και για την «προοδευτική διακυβέρνηση».

Οι επιστολές του Φώτη Κουβέλη προς όλα τα κόμματα που συνθέτουν αυτόν τον χώρο δείχνουν πως ο ιδρυτικός και στρατηγικός στόχος της ΔΗΜΑΡ για την «ανασυγκρότηση του χώρου του δημοκρατικού σοσιαλισμού» αποτελεί σήμερα πρώτη προτεραιότητα για μια προοδευτική έξοδο από την κρίση. Παράλληλα, με δεύτερη επιστολή προς τον ΣΥΡΙΖΑ, η ΔΗΜΑΡ καλεί το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης να αποφασίσει οριστικά αν θα αποτελέσει αξιόπιστο πολιτικό εταίρο αυτής της μεταμνημονιακής προοδευτικής πλειοψηφίας ή θα παραμείνει εγκλωβισμένο σε έναν αδιέξοδο πολωτικό λαϊκισμό που «θα σκίζει Μνημόνια».

Ο διάλογος λοιπόν ξεκίνησε. Και μάλιστα ξεκίνησε με τον μόνο δημοκρατικό τρόπο που αρμόζει στην αναζήτηση κομματικών συμμαχιών, ιδεολογικών ζυμώσεων και κυβερνητικών συνεργασιών: με ένα κάλεσμα για προγραμματικές συγκλίσεις. Η θετική ανταπόκριση του ΠαΣοΚ και της Συμφωνίας για τη Νέα Ελλάδα αποτελούν ήδη μια αφετηρία για τη συμπόρευση ευρύτερων δυνάμεων. Αντίθετα, η άρνηση και η αυτοεξαίρεση του Ποταμιού από τον διάλογο επιβεβαιώνουν τη ναρκισσιστική ρητορεία της «παρθενογένεσης», στο όνομα μιας ιδιάζουσας «ληξιαρχικής» αντίληψης για τα «παλιά» και τα «νέα» κόμματα. Ο ΣΥΡΙΖΑ, τέλος, προτίμησε να μην απαντήσει με επιστολή αλλά με την ίδια την πολιτική πρακτική του. Υιοθετώντας την εικονική αριθμητική των «120 ψήφων», επινόησε το φανταστικό δημοψήφισμα για τη «μικρή ΔΕΗ», προκειμένου να εγκλωβίσει τις δυνάμεις της ελάσσονος αντιπολίτευσης στον μελλοντικό θεσμικό εκβιασμό για τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας.

Μπροστά στον κίνδυνο του συνυπολογισμού των ψήφων της Χρυσής Αυγής σε αυτό το ετερόκλητο αντιπολιτευτικό μέτωπο, η ΔΗΜΑΡ έδειξε ξεκάθαρα πως η δημοκρατική θωράκιση του κοινοβουλευτισμού είναι υπέρτερη αξία από τις θερινές ασκήσεις ετοιμότητας. Αλίμονο αν η «μικρή ΔΕΗ» γινόταν αφορμή για να προσφέρει η αντιπολίτευση «φθηνή ενέργεια» στον νεοναζισμό. Ηταν η πρώτη φορά που, παρ’ όλα τα μικρά ποσοστά της, η ΔΗΜΑΡ έδειξε ότι μπορεί να απομονώσει κοινοβουλευτικά τους εχθρούς της δημοκρατίας. Δεν είναι τυχαίο, λοιπόν, ότι το μόνο κόμμα που στοχοποιήθηκε από τους νεοναζί ήταν η ΔΗΜΑΡ και ο ίδιος ο πρόεδρός της.

Και τα δύο γεγονότα είναι, νομίζω, ενδεικτικά για τον νέο ρόλο της ΔΗΜΑΡ. Ως επισπεύδουσα δύναμη για μια «ισχυρή Κεντροαριστερά» μπορεί να πρωταγωνιστήσει σε αυτόν τον διάλογο με όλο το «ειδικό βάρος» και το συμβολικό κεφάλαιο της Ανανεωτικής Αριστεράς. Ως υπεύθυνη κοινοβουλευτική παρουσία μπορεί να εγγυηθεί ότι η «προοδευτική διακυβέρνηση» δεν θα προκύψει από πολιτικές καραμπόλες, από ευκαιριακούς τακτικισμούς και κυρίως από επικίνδυνους εναγκαλισμούς των άκρων.

Υπάρχουν, άραγε, χρόνος και χώρος για έναν τέτοιο διάλογο; «Η πραγματικότητα πιέζει και μας φασκελώνει» έλεγε με ανάλογη αφορμή ο μακαρίτης Λεωνίδας Κύρκος. Νομίζω, λοιπόν, πως αξίζει να γίνει η προσπάθεια∙ αρκεί όλοι οι εταίροι και κυρίως η κοινωνική βάση μιας σύγχρονης Παράταξης του Δημοκρατικού Σοσιαλισμού να δείξουν μια νέα κινητοποίηση, που θα υπερβαίνει τις αγκυλώσεις, τις αδράνειες και τις καχυποψίες του παρελθόντος. Απέναντι στο δίλημμα που προβάλλει ο μικρός δικομματισμός («σταθερότητα ή ανατροπή») πρέπει να διατυπωθεί μια αυτόνομη πρόταση εξουσίας, που θα συνδυάζει την ευρωπαϊκή προοπτική με τη δημοκρατική μεταρρύθμιση και την κοινωνική συνοχή.

Ηδη μετά τον πρόσφατο ανασχηματισμό φάνηκε πως η ΝΔ μοιάζει ολοένα και περισσότερο με ένα φθαρμένο προϊόν παλαιοκομματικού λαϊκισμού. Από την άλλη μεριά, ο ΣΥΡΙΖΑ δεν μπορεί να αποκτήσει δυναμική εξουσίας, ακριβώς επειδή δεν διαθέτει αξιόπιστη πρόταση εναλλακτικής διακυβέρνησης. Ολα δείχνουν πως ο χώρος που θα εξασφαλίσει την προοδευτική αλλαγή με πολιτική σταθερότητα και δημοκρατική ομαλότητα θα είναι πρωταγωνιστής των εξελίξεων. Και η ΔΗΜΑΡ πρέπει «να είναι εκεί» για να γίνει καταλύτης σε αυτή τη διαδικασία.

Ο Γιάννης Παπαθεοδώρου είναι αναπληρωτής καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων.

Επίσης, είναι μέλος της ΕΕ της ΔΗΜΑΡ