Ο πρόεδρος Ομπάμα προειδοποίησε τη Ρωσία ότι «θα υπάρξει κόστος» για τη στρατιωτική επέμβαση στην Ουκρανία. Ομως οι ΗΠΑ έχουν λίγες επιλογές επιβολής τέτοιου κόστους και η πρόσφατη ιστορία δείχνει πως όταν θεωρεί ότι τα συμφέροντά της απειλούνται, η Ρωσία είναι πρόθυμη να πληρώσει το κόστος.

Ακόμα και προτού ο πρόεδρος Πούτιν δηλώσει δημόσια την πρόθεσή του να στείλει ρωσικές μονάδες στην Κριμαία, ο Ομπάμα και οι σύμβουλοί του συζητούσαν την επίσημη αντίδραση της Ουάσιγκτον. Εξέταζαν την ακύρωση του ταξιδιού τού προέδρου στη Σύνοδο Κορυφής των G8 τον Ιούνιο στη Ρωσία, την πιθανή αναβολή μιας εμπορικής συμφωνίας, την αποβολή της Μόσχας από τους G8 ή ακόμα και την αποστολή αμερικανικών σκαφών στην περιοχή. Είναι οι ίδιες επιλογές που δόθηκαν και στον πρόεδρο Μπους το 2008, όταν η Ρωσία ενεπλάκη σε πόλεμο με τη Γεωργία, μια άλλη πρώην σοβιετική δημοκρατία. Το κόστος που επεβλήθη εκείνη την εποχή αποδείχθηκε ελάχιστα αποτελεσματικό και βραχύβιο. Η Ρωσία σταμάτησε την προέλασή της, όμως σχεδόν έξι χρόνια αργότερα δεν έχει υλοποιήσει κανέναν από τους όρους της κατάπαυσης πυρός που υπέγραψε. Και όποια τιμωρία τής επεβλήθη τότε προφανώς δεν την εμπόδισε από το να ασκήσει βία εναντίον άλλης μιας γειτονικής χώρας.

ΤΟ ΚΟΣΤΟΣ. Το ερώτημα είναι το εξής: είναι το κόστος αρκετά μεγάλο ώστε να αναγκάσει τη Ρωσία να μην εκμεταλλευθεί την κατάσταση στην Κριμαία; Ο Μάικλ Μακφόλ, ο νέος πρεσβευτής των ΗΠΑ στη Μόσχα, θεωρεί ότι πρέπει να γίνουν βήματα προκειμένου το επιχειρηματικό κατεστημένο της Ρωσίας να καταλάβει ότι θα πληγεί. «Χρειάζεται σοβαρή συζήτηση το ταχύτερο δυνατόν για οικονομικές κυρώσεις ώστε να κατανοήσουν ότι θα υποστούν ζημιά» λέει. «Πρέπει να καταλάβουν ότι οι επιπτώσεις θα είναι σοβαρές».

Ο Πούτιν δείχνει ήδη ότι το πλήγμα στο γόητρο της Ρωσίας δεν τον πτοεί. Εχοντας μόλις φιλοξενήσει τους Χειμερινούς Ολυμπιακούς Αγώνες στο Σότσι, πρέπει να κατανοεί ότι πέταξε επτά χρόνια και 50 δισεκατομμύρια δολάρια σε μια προσπάθεια να βελτιώσει την εικόνα της χώρας του. Προφανώς υπολόγισε ότι οποιαδήποτε διπλωματική ζημιά δεν είναι πιο σημαντική από την απειλή στα ιστορικά συμφέροντα της Ρωσίας στην Ουκρανία, μια περιοχή που διοικούνταν από τη Μόσχα έως τη διάλυση της ΕΣΣΔ το 1991. Ακολουθώντας μια δοκιμασμένη πρακτική, μπορεί να δημιουργήσει de facto έναν θύλακο πιστό στη Μόσχα όπως συνέβη με τη Νότια Οσετία και την Αμπχαζία που αποσχίστηκαν από τη Γεωργία. Από την άλλη, ο Λευκός Οίκος ανησυχεί ότι η κρίση μπορεί να κλιμακωθεί και όλη η ρωσόφωνη Ανατολική Ουκρανία μπορεί να προσπαθήσει να αποσχισθεί.