ΠΩΣ ΛΕΙΤΟΥΡΓΕΙ. Ενας ειδικός αισθητήρας στέλνει, μέσω δορυφόρου ή μέσω δικτύων κινητής τηλεφωνίας, το στίγμα αυτού που φοράει το βραχιόλι σε έναν κεντρικό υπολογιστή τον οποίο ελέγχει η Αστυνομία, η φυλακή ή άλλη αρμόδια κρατική υπηρεσία. Αν το σύστημα καταγράψει ότι ο κάτοχος του βραχιολιού απομακρύνεται από τα επιτρεπόμενα όρια (π.χ. από το σπίτι του, σε περίπτωση κατ’ οίκον περιορισμού), αυτομάτως σημαίνει συναγερμός και κινείται η διαδικασία εντοπισμού και σύλληψής του. Αυτό, βέβαια, προϋποθέτει ότι ειδικευμένοι υπάλληλοι βρίσκονται νυχθημερόν στο κέντρο ελέγχου, παρακολουθούν τα σήματα που εκπέμπουν τα ηλεκτρονικά βραχιόλια και ενημερώνουν την Αμεση Δράση αν παραστεί ανάγκη.
Σε περίπτωση κατ’ οίκον περιορισμού τοποθετείται στο σπίτι του κατηγορουμένου ένας σταθμός βάσης που συνδέεται με την οικιακή παροχή ρεύματος, ο οποίος λαμβάνει τα σήματα που εκπέμπει το βραχιόλι. Αν ο κατηγορούμενος βγει από το σπίτι χωρίς αυτό να προβλέπεται, ο σταθμός βάσης ειδοποιεί τις διωκτικές Αρχές. Τα ηλεκτρονικά βραχιόλια είναι ιδιαιτέρως ανθεκτικά και καθιστούν εξαιρετικά δύσκολη την αφαίρεση ή την αχρήστευσή τους. Σε περίπτωση πάντως που αυτό συμβεί, ο κατηγορούμενος συλλαμβάνεται και οδηγείται στη φυλακή.
Η χρήση συστημάτων ηλεκτρονικής παρακολούθησης καταδίκων επινοήθηκε το 1964 από επιστήμονες του Χάρβαρντ. Το 2011 το σύστημα αυτό εφαρμόστηκε πιλοτικά στην πόλη Αναχαϊμ της Καλιφόρνιας με στόχο να περιορίσει τις κοπάνες που κάνουν οι μαθητές. Οι καθ’ έξιν κοπανατζήδες εφοδιάζονταν με μια παρόμοιας λειτουργίας συσκευή που αναμετέδιδε τη γεωγραφική θέση τους.