Υπάρχει πάντα εκείνος ο ηθοποιός που τον έχεις δει σε δεκάδες ταινίες, αλλά ποτέ δεν μπορείς να θυμηθείς το όνομά του. Επαιζε πάντα δευτερότριτους ρόλους. Ετσι και στην Ιστορία, υπάρχει πάντα ένας χρήσιμος, αλλά αμελητέος ρόλος. Ο φύλακας, ο ταξιθέτης, αυτός που δίνει τις πένες για να υπογραφεί μια ιστορική συνθήκη. Μπορεί η εικόνα του να υπάρχει στο κάδρο, αλλά κανείς δεν επισημαίνει την παρουσία του.

Ο ΡΟΛΟΣ. Μια τέτοια μορφή θα ήταν και ο Δάνης ο Τζαμτζής. Μια μορφή βαθιά πίσω στο φόντο των κοινοβουλευτικών περιπετειών της μνημονιακής Ελλάδας ως ο μονίμως πρόθυμος να παίξει στη Βουλή τον άχαρο ρόλο του ψηφολέκτη. Του Δάνη τη φωνή θα θυμόμασταν ως επιστέγασμα των δραματικών ψηφοφοριών. Το δικό του παχύ μακεδονικό λάμδα που χρωματίζει τα εμβληματικά «ναι σε όΛα», «όχι σε όΛα». Ομως ο Δάνης δεν έμελλε να περιοριστεί στη μοίρα του κομπάρσου της Ιστορίας. Διεκδίκησε και διεκδικεί για τον εαυτό του έναν ακόμη πιο τετριμμένο ρόλο. Τον ρόλο ενός εκ των τελευταίων πελατοπατέρων.

Ο βουλευτής Πέλλας έδωσε πρώτος τη μάχη για να μη φορολογηθούν τα «χωραφάκια» της αγροτιάς. Κι επανακάμπτει τώρα για να υπονομεύσει την εφαρμογή ενός νόμου που και ο ίδιος είχε ψηφίσει: ζητάει να μην υποχρεώνονται όλοι οι γεωργοί να τηρούν βιβλία. Πρωί πρωί την Πέμπτη πήρε τηλέφωνο στο Mega και ξεσπάθωσε: «O αγρότης που είναι παραγωγός και δεν είναι έμπορος, να μην έχει τέλος επιτηδεύματος», να μη δίνει προκαταβολή γιατί «το χωράφι είναι ανοικτό μαγαζί σε όλες τις καιρικές συνθήκες», να μην έχει πρόστιμα και πάει λέγοντας. «Το όριο για την τήρηση βιβλίων εσόδων – εξόδων, το φωνάζουμε εδώ κι έναν χρόνο, πρέπει να πάει στα 20.000 ευρώ. Δέκα χιλιάδες ξέρετε πόσο είναι; Είναι δέκα στρέμματα χωράφι, είναι 50 πρόβατα» δηλώνει. Κι όταν ο 53χρονος βουλευτής εκ Μαυροβουνίου Πέλλας έρχεται αντιμέτωπος με τη δημοσιογραφική επισήμανση ότι «κακόγλωσσοι» συνάδελφοί του λένε πως μαζεύει ψήφους, μιας κι έρχονται εκλογές, εξανίσταται. «Αυτά είναι εκ του πονηρού, όποιος τα λέει είναι εκ του πονηρού».

Ο Δάνης δεν είναι πονηρός. Δεν έχει κρυφές προθέσεις. Κι όποιος έχει το κουράγιο να ρίξει μια ματιά στο βιογραφικό του θα διαπιστώσει ότι αυτό έκανε πάντα στη ζωή του: ήταν ένας ορκισμένος ψηφολέκτης.

Εκλέγεται βουλευτής από το 2000 (μόνο το 2009 δεν εξελέγη παρότι, όπως λέει, αύξησε τις ψήφους του) και «μίλησε δεκάδες φορές για τα προβλήματά τους (σ.σ. των αγροτών, των κτηνοτρόφων, των εργατών, των ιδιωτικών και δημόσιων υπαλλήλων της Πέλλας πάντα) στην Ολομέλεια και στις Διαρκείς Επιτροπές της Βουλής. Υπήρξε 4ος βουλευτής ανάμεσα στους 300 της Βουλής και 1ος μεταξύ των βουλευτών του Ν. Πέλλας σε ερωτήσεις και ομιλίες» (σύμφωνα με τα στατιστικά στοιχεία που δημοσιεύει το περιοδικό «Βουλή και Ευρωβουλή»).

Από αυτή την πλούσια κοινοβουλευτική του δράση ξεχωρίζει ως κορυφαία στιγμή η – εκτός βήματος – αντιπαράθεσή του με τη Ραχήλ Μακρή τον Ιούλιο του 2013. Τότε η εξωστρεφής βουλευτής των Ανεξάρτητων Ελλήνων είχε απευθύνει προς τους συναδέλφους της ΝΔ ένα από τα συνήθη πια «προδότες, θα σας κρεμάσουμε». Η ευαίσθητη ψυχή του Δάνη δεν άντεξε την προσβολή. «Κάτσε κάτω, μωρή! Μιλάς κι εσύ που διορίστηκες από το ΠαΣοΚ» αντέτεινε. Κι αν η ψυχή είναι ευαίσθητη, τα άλλα μέρη της τζαμτζικής ανατομίας αποδεικνύονται πιο σκληρά στις επιθέσεις: «Θα μας κλάσεις τα αρχ…» κατέληξε.

Ο Δάνης ποτέ δεν το έπαιξε καθωσπρέπει. Οπως γράφει γι’ αυτόν κι ένα κείμενο στο Διαδίκτυο – του οποίου την ύπαρξη αν γνώριζε ο σεμνός βουλευτής είναι βέβαιο ότι θα κοκκίνιζε από ντροπή -, είναι «ένας απλός άνθρωπος, ένας σύγχρονος πολιτικός» που «προέρχεται από τα λαϊκά στρώματα της κοινωνίας και όχι από κάποιο μεγάλο πολιτικό τζάκι. Ανήκει στη δυναμική γενιά των νέων πολιτικών».

Οντως, ο Τζαμτζής έχει εργαστεί σκληρά για να φθάσει εκεί που έφθασε. Από την τρυφερή ηλικία των 16 γράφεται στην ΟΝΝΕΔ Σκύδρας και περνάει όλα τα στάδια της κομματικής πυραμίδας. Στη ΔΑΠ, στην Κεντρική Επιτροπή της ΟΝΝΕΔ και σε ηλικία 28 ετών στον Δήμο της Σκύδρας. Θα εκλεγεί δήμαρχος τρεις φορές πριν μετακομίσει στο Κοινοβούλιο.

«ΜΟΝΟ ΓΙΑ 2.000;». Στα μεγάλα κόμματα της Μεταπολίτευσης ήταν βαριά η καλογερική του περιφερειακού στελέχους που ήθελε να κάνει καριέρα στην πολιτική. Κι ο Δάνης πέρασε όλες τις επίπονες δοκιμασίες. Είναι λοιπόν δικαιολογημένο το πρόσφατο τηλεοπτικό ξέσπασμά του, όπου είπε ότι αν παίρνει μόνο 2.000 ευρώ, δεν τον ενδιαφέρει να είναι βουλευτής. Λογικό. Ποιος καταξιωμένος επαγγελματίας θα ανεχόταν τέτοια κατάντια, έπειτα από τόσους κόπους και τόσες θυσίες; Εκοψε πρωτοχρονιάτικες πίτες με τον Μητσοτάκη, έδωσε πλακέτες τιμητικές στον Καραμανλή, φώτισε με την πολιτική του σοφία τον Κυνηγετικό Σύλλογο Εδεσσας, καθοδήγησε από τη θέση του προέδρου τον Σκοπευτικό Σύλλογο Σκύδρας, έφθασε μέχρι τη μακρινή Ταϊβάν για να επιμορφωθεί, χοροστάτησε σε τόσες και τόσες παρελάσεις. Και πάντα, πριν απ’ όλα, διατράνωνε τον πόνο του για την αγροτιά.

Ολα αυτά τα ξεχνούμε. Ξεχνούμε, οι αχάριστοι, πόσο μακρύς ήταν ο κομματικός σωλήνας για όσους ήθελαν «να προσφέρουν στην κοινωνία». Και αγνοούμε ότι, όπως αποκάλυψε ο ίδιος ο Δάνης, υπάρχουν βουλευτές που «ξεραίνουν και το σκατό τους για να ζήσουν».

Οχι, ο Δάνης δεν μιλούσε για τον εαυτό του. Εκείνος είναι σκληραγωγημένο, λαϊκό παιδί και δεν φοβάται την ξηρά τροφή. Απόδειξη ότι τόσα χρόνια τώρα δεν έχει χάσει την όρεξή του για τα «κουκιά». Εχει ακόμα την παλιά εκείνη πείνα για τα ωμά κουκιά. Την πείνα που υποβιβάζει τον πολιτικό σε σκέτο ψηφολέκτη.