Οι άντρες με προβλήματα ύπνου μπορεί να διατρέχουν αυξημένο κίνδυνο να εκδηλώσουν καρκίνο του προστάτη, επειδή διαθέτουν μειωμένα επίπεδα της «ορμόνης του ύπνου», σύμφωνα με μία νέα μελέτη.

Όπως έδειξε, οι άντρες που δυσκολεύονται να αποκοιμηθούν, να μείνουν κοιμισμένοι ή οι οποίοι παίρνουν υπνωτικά φάρμακα έχουν σημαντικά χαμηλότερα επίπεδα μελατονίνης στα ούρα τους.

Ωστόσο όσοι έχουν τα υψηλότερα επίπεδα της ορμόνης διατρέχουν κατά 75% μικρότερο κίνδυνο να εμφανίσουν προχωρημένο καρκίνο του προστάτη, σε σύγκριση με όσους έχουν τα χαμηλότερα.

Τα επίπεδα της μελατονίνης στον οργανισμό επηρεάζονται απ’ ευθείας από την ποιότητα και την ποσότητα του ύπνου. Η συγκεκριμένη ορμόνη παράγεται σε έναν αδένα του εγκεφάλου που λέγεται επίφυση (ή κωνάριο), σε αντίδραση στο σκοτάδι.

Τα επίπεδά της φυσιολογικά αυξάνονται από το απόγευμα και μετά, ευνοώντας τον ύπνο, ενώ βρίσκονται στα υψηλότερα όρια τη νύχτα. Καθώς αυξάνεται το φως του ήλιου το πρωί, αρχίζουν να μειώνονται και έτσι ξυπνάμε.

Οι άνθρωποι, όμως, με ακατάστατα ωράρια ύπνου εξαιτίας της δουλειάς σε βάρδιες, καθώς και όσοι ξυπνούν συχνά τη νύχτα και ανάβουν τα φώτα, διαταράσσουν αυτόν τον φυσικό μηχανισμό, με συνέπεια να παράγουν λιγότερη μελατονίνη, σύμφωνα με τους ερευνητές.

Η νέα μελέτη παρουσιάσθηκε χθες στο συνέδριο Advances in Prostate Cancer Research που διοργανώνει η Αμερικανική Εταιρεία Έρευνας του Καρκίνου (AACR) στο Σαν Ντιέγκο.

Προγενέστερες μελέτες έχουν δείξει ότι η μελατονίνη παίζει ρόλο στη ρύθμιση των ορμονών που επηρεάζουν τον καρκίνο, ενώ πειράματα στο εργαστήριο έχουν δείξει ότι μπορεί να επιβραδύνει ή να σταματήσει την ανάπτυξη των καρκινικών κυττάρων.

Υπάρχουν επίσης ενδείξεις ότι οι γυναίκες που εργάζονται σε νυτερινές βάρδιες επί πολλά χρόνια έχουν χαμηλότερα επίπεδα μελατονίνης και διατρέχουν κάπως υψηλότερο κίνδυνο εμφάνισης καρκίνου του μαστού, σύμφωνα με την Αμερικανική Εταιρεία Καρκίνου (ACS).

Η μελέτη

Για να εξακριβώσουν αν αντίστοιχο κίνδυνο διατρέχουν και οι άντρες, οι ερευνητές από την Σχολή Δημοσίας Υγείας του Πανεπιστημίου Χάρβαρντ ανέλυσαν στοιχεία από σχεδόν 930 μεσήλικες και ηλικιωμένους άνδρες, τους οποίους παρακολούθησαν από το 2002 έως το 2009.

Οι άνδρες συμπλήρωσαν ερωτηματολόγια τις συνήθειες ύπνου τους και παρείχαν δείγματα πρωινών ούρων, για να καταγραφεί παραγωγή μελατονίνης.

Έως το τέλος της μελέτης, οι 111 από αυτούς διαγνώστηκαν τελικά με καρκίνο του προστάτη. Οι 24 από αυτούς είχαν προχωρημένη νόσο.

Όπως έδειξαν τα στοιχεία, όσοι είχαν επίπεδα μελατονίνης πάνω από τον μέσο όρο (ήταν 17,1 νανογραμμάρια ανά ml) διέτρεχαν κατά 30% μικρότερο κίνδυνο να έχουν εμφανίσει καρκίνο του προστάτη και κατά 75% μικρότερο κίνδυνο να παρουσιάσουν προχωρημένο καρκίνο του προστάτη, σε σύγκριση με όσους είχαν επίπεδα μελατονίνης κάτω από τον μέσο όρο.

Από τους εθελοντές, ο ένας στους επτά ανέφερε πως δυσκολεύεται να αποκοιμηθεί, ο ένας στους πέντε ξυπνούσε στη διάρκεια της νύχτας και σχεδόν το ένα τρίτο έπαιρναν υπνωτικά φάρμακα.

Όλοι αυτοί οι άντρες είχαν χαμηλότερα επίπεδα μελατονίνης σε σύγκριση με όσους δεν αντιμετώπιζαν κανένα πρόβλημα ύπνου.

Όπως είπαν οι ερευνητές, η μελέτη αυτή είναι μικρή και τα αποτελέσματά της πρέπει να επαληθευτούν από μεγαλύτερες. Εντούτοις τα ευρήματά της είναι σημαντικά διότι παρέχουν περαιτέρω ενδείξεις ότι ο κιρκάδιος ρυθμός των ανδρών (δηλαδή το βιολογικό ρολόι) επηρεάζει την ανάπτυξη του προστατικού καρκίνου.

Δύο από τους καλύτερους τρόπους για να διατηρηθεί η ομαλή παραγωγή μελατονίνης είναι να τηρεί κάποιος ένα αυστηρό ωράριο ύπνου και να αποφεύγει το φως τη νύχτα από πηγές όπως η τηλεόραση, οι οθόνες των κομπιούτερ, οι λάμπες και άλλες πηγές εσωτερικού φωτισμού, τόνισαν οι ερευνητές.