Τι σημαίνει να βρίσκεσαι στην πιο δυναμική ηλικία και ωστόσο να είσαι εκτός εκπαίδευσης, κατάρτισης και απασχόλησης, εκτός κάθε θεσμικής μέριμνας του κράτους πρόνοιας; Ποιοι είναι τελικά οι νεαροί απόντες στην Ελλάδα; Σε αυτά και σε πολλά άλλα ερωτήματα επιχειρεί να απαντήσει η Ερευνα «Βαρόμετρο Απόντων. Οι Neets», που ολοκληρώθηκε πρόσφατα.

Ποια είναι όμως τα βασικά ευρήματα μιας τέτοιας, εθνικής κλίμακος, έρευνας (βλ. αναλυτικά GPO & ΚΕΑΔΙΚ 2012); Ας ρίξουμε μια σύντομη ματιά κατ’ αρχήν στην ευρωπαϊκή κατάσταση των πραγμάτων. Οι Neets (Young people not in employment, education or training, Νέοι που δεν εργάζονται, δεν σπουδάζουν και δεν εκπαιδεύονται) υπολογίζονταν στο 11% του πληθυσμού των νέων 15-24 ετών στην ΕΕ το 2008. Το 2012, το ποσοστό αυτό αυξήθηκε στο 12,9% (7.469.100 νέοι) (βλ. Eurofound 2012 Neets – Publications Office of the EU: 1 & 23). Τα κράτη με το μεγαλύτερο πρόβλημα είναι η Βουλγαρία, η Ιταλία, η Ιρλανδία, η Ισπανία και η Ελλάδα, δηλαδή κυρίως οι χώρες του ευρωπαϊκού Νότου και η Ιρλανδία, που επλήγησαν από τη διεθνή ύφεση.

Στην Ελλάδα οι Neets φτάνουν στο υψηλό ποσοστό 16,9%. Πρόκειται για ιδιαιτέρως ανησυχητικό εύρημα, που προκαλεί ευθέως το πλέγμα των δημόσιων πολιτικών, προκειμένου αυτό να δώσει αξιόπιστες απαντήσεις.

Οι διοικητικές περιφέρειες της χώρας που εμφανίζουν μεγαλύτερη συγκέντρωση Neets είναι του Νότιου Αιγαίου, της Στερεάς Ελλάδας και των Ιονίων Νήσων. Το φύλο επηρεάζει την πιθανότητα υπαγωγής στην κατηγορία, αφού το 54,4% των Neets είναι γυναίκες και το 45,6% άνδρες. Η ηλικία είναι κατεξοχήν καθοριστικός παράγοντας. Η συντριπτική πλειονότητα του συνόλου (87,5%) ανήκει στην ηλικιακή ομάδα 20-24 (30,4%). Το μεγαλύτερο ποσοστό, εξάλλου, είναι απόφοιτοι κατώτερης (λιγότεροι) και ανώτερης (η πλειονότητα) Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης, ενώ πολλοί έχουν τελειώσει σχολές Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης. Η ελληνική περίπτωση διαφοροποιείται από τις περιπτώσεις των περισσότερων κρατών-μελών της ΕΕ, όπου το μορφωτικό επίπεδο των αντίστοιχων κατηγοριών είναι χαμηλό (βλ. Eurofound 2012: 32). Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει το ότι οι Neets, στην πλειονότητά τους, ζουν σε νοικοκυριά με χαμηλό ή ιδιαίτερα χαμηλό εισόδημα, και καθόλου σε οικογένειες με υψηλό εισόδημα. Το 87,2% των Neets μένει με τους γονείς, ενώ η συντριπτική πλειονότητά τους εξαρτάται απόλυτα από την οικογένεια, η οποία αποτελεί τη μοναδική πηγή εισοδηματικής στήριξης και φαίνεται να λειτουργεί ως το βασικό υποκατάστατο του απόντος κοινωνικού κράτους.

Η συσχέτιση οικονομικού κεφαλαίου και υπαγωγής στην κατηγορία Neets επιβεβαιώνει την υπόθεση για διαγενεακή μεταβίβαση της φτώχειας (βλ. Παπαθεοδώρου & Παπαναστασίου, Διαγενεακή μεταβίβαση της φτώχειας στην Ελλάδα και την ΕΕ: Αθήνα: ΙΝΕ/ΓΣΕΕ 2010). Η μεγάλη πλειονότητα πολιτών αυτής της κατηγορίας (69,3%) έχει εργαστεί στο παρελθόν, κυρίως στον τριτογενή τομέα. Οι ίδιοι εντοπίζουν ως βασική παράμετρο απώλειας της εργασίας τους τις επιπτώσεις της οικονομικής κρίσης (βλ. και Κοτρόγιαννος, Τζαγκαράκης, Χουρδάκης & Καμέκης, 2013). Το 26,2% απ’ αυτούς βρίσκεται σε καθεστώς μακροχρόνιας ανεργίας. Μια μειοψηφία έχει παρακολουθήσει προγράμματα κατάρτισης. Η συντριπτική πλειονότητά τους (87,5%), όμως, αποφαίνεται ότι η κατάρτιση δεν τους βοήθησε καθόλου στην επαγγελματική αποκατάσταση, δεν λειτούργησε δηλαδή ως ενεργητική πολιτική απασχόλησης. Συγχρόνως, σε ιδιαίτερα μεγάλο ποσοστό, θεωρούν την εκπαίδευση απολύτως αναποτελεσματική. Η οικονομική κατάσταση των νέων αυτής της κατηγορίας είναι ιδιαίτερα δυσχερής, όπως θα περίμενε άλλωστε κανείς.

Ενώ η συντριπτική πλειοψηφία των Neets (76,1%) βρίσκεται σε διαδικασία εύρεσης εργασίας, πολύ λιγότεροι απευθύνονται στις αντίστοιχες κρατικές δομές. Είναι φανερή η δυσπιστία τους απέναντι στις κρατικές δομές, πράγμα που επιβεβαιώνεται και από άλλα ευρήματα της έρευνας (μόλις 10,3% απ’ αυτούς εμπιστεύεται το κοινωνικό κράτος). Zητούν ωστόσο ένα αποτελεσματικό κράτος πρόνοιας (ποσοστό 96,6%). Το άγχος αποτελεί τμήμα της καθημερινότητας για το 54,6% των Neets, ενώ στη μεγάλη πλειοψηφία τους σχεδιάζουν να μεταναστεύσουν είτε εσωτερικά είτε κυρίως στο εξωτερικό.

Η κατάσταση της έσχατης κοινωνικής ευπάθειας στην οποία έχει περιέλθει ένα σοβαρό ποσοστό των νέων 15-24 ετών καθιστά αναγκαίο το αίτημα για ένα άλλο, αποτελεσματικό, στοχευόμενο και ορθολογικό κοινωνικό κράτος.

Ο Ν. Παπαδάκης είναι αν. καθηγητής του Πανεπιστημίου Κρήτης, επιστημονικός υπεύθυνος του έργου «Βαρόμετρο Απόντων». Ο Α. Παπαργύρης είναι ερευνητής της GPO