19/12/2013

Ασθενείς με μυελοΐνωση που έλαβαν θεραπεία με ruxolitinib (Jakavi®) είχαν καλύτερη επιβίωση από ασθενείς που έλαβαν εικονικό φάρμακο ή συμβατική θεραπεία, σύμφωνα με αναλύσεις από τις κλινικές μελέτες Φάσης ΙΙΙ COMFORT-I και COMFORT-II που παρουσιάστηκαν στο 55ο Ετήσιο Συνέδριο της Αμερικανικής Αιματολογικής Εταιρείας (ASH) στη Νέα Ορλεάνη.
Η μυελοΐνωση είναι μια σπάνια αιματολογική κακοήθεια που χαρακτηρίζεται από αλλοίωση (ίνωση) του μυελού των οστών και διογκωμένο σπλήνα (σπληνομεγαλία), καθώς και πιθανές επιπλοκές και συμπτώματα που περιλαμβάνουν κόπωση, πυρετό, νυχτερινή εφίδρωση, φαγούρα, πόνο στα οστά, κοιλιακό πόνο ή δυσφορία και απώλεια βάρους. Ιστορικά, οι ασθενείς με μυελοΐνωση έχουν φτωχή πρόγνωση και περιορισμένες θεραπευτικές επιλογές.
«Τα δεδομένα από τις μελέτες COMFORT δείχνουν ότι μπορούμε να παρατείνουμε τη ζωή των ασθενών με μυελοΐνωση με το ruxolitinib, ανεξαρτήτως των μεταλλάξεων της νόσου και συγκριτικά με τις συμβατικές θεραπείες,» δήλωσε ο Δρ Alessandro M. Vannucchi του Τμήματος Αιματολογίας του Πανεπιστημίου της Φλωρεντίας της Ιταλίας και κύριος ερευνητής των μελετών. «Είναι ελπιδοφόρο το ότι αρχίσαμε και βλέπουμε τα μακροπρόθεσμα αποτελέσματα αυτής της θεραπείας, η οποία έχει αλλάξει το θεραπευτικό τοπίο για την πλειονότητα των ασθενών με αυτή την απειλητική για τη ζωή ασθένεια.»
Συγκεκριμένα, στο συνέδριο παρουσιάστηκαν οι ακόλουθες αναλύσεις από το κλινικό πρόγραμμα COMFORT, οι οποίες δείχνουν το όφελος στη συνολική επιβίωση που προσφέρει το ruxolitinib σε ασθενείς με μυελοΐνωση:
· Στη μελέτη COMFORT-II, οι ερευνητές ανέλυσαν τις επιπτώσεις των μεταλλάξεων της νόσου στη μείωση του μεγέθους του σπλήνα, την ανάπτυξη αναιμίας και τη συνολική επιβίωση ασθενών με μυελοΐνωση που έλαβαν θεραπεία με ruxolitinib. Ασθενείς με συγκεκριμένες μεταλλάξεις της νόσου θεωρούνται υψηλού μοριακού κινδύνου και τείνουν να παρουσιάζουν μικρότερη συνολική επιβίωση και μεγαλύτερο κίνδυνο εμφάνισης λευχαιμίας σε σύγκριση με ασθενείς χωρίς τέτοιες μεταλλάξεις, οι οποίοι χαρακτηρίζονται ως χαμηλού μοριακού κινδύνου. Η ανάλυση έδειξε ότι το ruxolitinib έχει παρόμοια αποτελέσματα σε ασθενείς με ή χωρίς αυτές τις μεταλλάξεις, όσον αφορά στη μείωση κατά 35% ή περισσότερο του μεγέθους του σπλήνα, καθώς επίσης και στο όφελος επιβίωσης.
· Τα τριετή αποτελέσματα της μελέτης COMFORT-I έδειξαν ότι ο κίνδυνος θανάτου μειώθηκε κατά 31% σε ασθενείς που αρχικά έλαβαν θεραπεία με ruxolitinib, σε σύγκριση με αυτούς που έλαβαν το εικονικό φάρμακο. Στους ασθενείς που λάμβαναν εικονικό φάρμακο και μετέβησαν στο σκέλος της θεραπείας με ruxolitinib (μετάβαση την οποία επέτρεπε ο σχεδιασμός της μελέτης), ο κίνδυνος θανάτου μειώθηκε σε επίπεδα παρόμοια με αυτά των ασθενών που είχαν λάβει εξ αρχής το ruxolitinib, μετά από ένα μέσο διάστημα θεραπείας 104 εβδομάδων. Θρομβοκυτταροπενία και αναιμία 3ου και 4ου βαθμού παρατηρήθηκαν μόνο πολύ νωρίς (≤6 μήνες) στη θεραπεία με ruxolitinib και μειώθηκαν με τη μακροχρόνια θεραπεία.
· Συγκεντρωτικά αποτελέσματα των μελετών COMFORT-I και COMFORT-II, έδειξαν ότι o κίνδυνος θανάτου στα τρία έτη μειώθηκε κατά 35% σε ασθενείς που έλαβαν θεραπεία με ruxolitinib, σε σύγκριση με ασθενείς στην ομάδα ελέγχου. Επιπλέον, σε όλους τους ασθενείς της μελέτης, το μεγάλο μέγεθος σπλήνα πριν τη θεραπεία συσχετίστηκε με υψηλότερο κίνδυνο θανάτου.
· Μία αναδρομική ανάλυση της πολυκεντρικής βάσης δεδομένων DIPSS συγκριτικά με την μελέτη COMFORT-II, έδειξε καλύτερη πρόγνωση για ασθενείς που έλαβαν αρχικά θεραπεία με ruxolitinib στη μελέτη COMFORT-II, σε σύγκριση με ασθενείς από την βάση δεδομένων. Η πιθανότητα 10ετούς επιβίωσης από την αρχική διάγνωση ήταν 28,6% στην COMFORT-II και 11,2% στην βάση DIPSS. Αυτό σημαίνει ότι ο κίνδυνος θανάτου μειώθηκε στο μισό με τη χρήση του ruxolitinib στη θεραπεία ασθενών με πρωτοπαθή μυελοΐνωση.
Μελέτες COMFORT
Οι μελέτες COMFORT είναι τυχαιοποιημένες κλινικές μελέτες Φάσης ΙΙΙ που συγκρίνουν την ασφάλεια και την αποτελεσματικότητα του ruxolitinib με τη συμβατική θεραπεία (εικονικό φάρμακο ή βέλτιστη διαθέσιμη θεραπεία) σε ασθενείς με πρωτοπαθή μυελοΐνωση ενδιάμεσου-2 κινδύνου ή υψηλού κινδύνου, και μυελοΐνωση μετά από αληθή πολυκυτταραιμία ή ιδιοπαθή θρομβοκυττάρωση.
Σχετικά με τη μυελοΐνωση
Η μυελοΐνωση είναι μια απειλητική για τη ζωή αιματολογική κακοήθεια με φτωχή πρόγνωση και περιορισμένες θεραπευτικές επιλογές. Αναπτύσσεται όταν η ανεξέλεγκτη σηματοδότηση του μονοπατιού JAK – που ρυθμίζει την παραγωγή των κυττάρων του αίματος – αναγκάζει το σώμα να παράγει κύτταρα αίματος που δεν λειτουργούν σωστά, γεγονός που οδηγεί σε αλλοιώσεις του μυελού των οστών, διόγκωση του σπλήνα και άλλες σοβαρές επιπλοκές.
Μελέτες δείχνουν ότι οι ασθενείς με μυελοΐνωση έχουν μικρό προσδόκιμο επιβίωσης, με διάμεση συνολική επιβίωση στα 5,7 έτη. Αν και η αλλογενής μεταμόσχευση αρχέγονων αιμοποιητικών κυττάρων μπορεί να θεραπεύσει τη μυελοΐνωση, η διαδικασία σχετίζεται με σημαντική νοσηρότητα και θνησιμότητα, και είναι κατάλληλη για λιγότερους από το 5% των ασθενών που είναι νέοι και με επαρκή φυσική κατάσταση, ώστε να υποβληθούν στη διαδικασία.