Η αλληλογραφία μεταξύ τους ξεκίνησε με πρωτοβουλία του μητροπολίτη. Ο Πειραιώς Σεραφείμ «παρακαλούσε θερμώς» τον πρόεδρο του ΠαΣοΚ να μην προχωρήσει στην (sic) υλοποίηση μιας ύβρεως κατά Θεού και ανθρώπων…Αναφερόταν στην τροπολογία που κατέθεσε το κόμμα για την επέκταση του συμφώνου συμβίωσης στα ομόφυλα ζευγάρια. Ξεκαθάριζε δε στην επιστολή του ότι «η ομοφυλοφιλία είναι σιχαμερό και ακάθαρτο αμάρτημα». Κι εξηγούσε στον Βαγγέλη Βενιζέλο ότι δεν πρέπει να αποδιώξει και να αποστερηθεί αυτός και όσοι βουλευτές τολμούσαν να ψηφίσουν την τροπολογία (τους οποίους είχε απειλήσει μερικές ημέρες πριν από την επιστολή με αφορισμό) «τη χάρη και την ευλογία του Δικαιοκρίτου Κυρίου, τη βοήθεια και τη σκέπη του οποίου έχουμε καθημερινώς ανάγκη τόσον προσωπικώς όσο και εθνικώς ιδιαίτερα τώρα». Μέχρι και τον «άγιο λευΐτη πάππο» του, «τον μακαριστό παπα-Ευάγγελο Βενιζέλο» επιστράτευσε ο ποιμένας για να πείσει τον πρόεδρο, αλλά φευ. Εκείνος απάντησε (όπως έγραψε και ο «Μικροπολιτικός» του Σαββάτου) με επιστολή 1.000 λέξεων. «ΤΑ ΝΕΑ» παραθέτουν σήμερα τα καλύτερά της σημεία από συνταγματολογικής, θρησκειολογικής αλλά και υπαρξιακής άποψης.

«Σεβασμιώτατε,

Σας ευχαριστώ θερμά για την αναγνώριση της εθνικής προσπάθειας που κάνουμε για την έξοδο από τη κρίση και για τα πάντοτε έκδηλα αισθήματα αγάπης και εκτίμησης προς το πρόσωπό μου, χρόνια τώρα. Τα αισθήματα αυτά είναι –Σας διαβεβαιώ –αμοιβαία και ανυπόκριτα. Σας εύχομαι πολλά τα έτη με αφορμή τα πρόσφατα Ονομαστήριά Σας.

Οπως ξέρετε ως νομικός, η ΕΣΔΑ ισχύει στην εσωτερική έννομη τάξη ως κανόνας σχετικά αυξημένης τυπικής ισχύος (άρθρο 28 παρ. 1 του Συντάγματος), ενώ, λόγω του συστήματος διεθνούς δικαστικού ελέγχου που τη συνοδεύει, γίνεται καθολικά δεκτό στην επιστήμη και τη νομολογία ότι ο εθνικός νομοθέτης και ο εθνικός δικαστής έχουν υποχρέωση σύμφωνης προς την Ευρωπαϊκή Σύμβαση ερμηνείας των ρυθμίσεων των εθνικών Συνταγμάτων των κρατών-μελών (…).

(…) Οι Ιερές Μονές της Εκκλησίας της Ελλάδος, όταν αναζήτησαν διεθνή προστασία των ιδιοκτησιακών και περιουσιακών τους δικαιωμάτων, στο Στρασβούργο κατέφυγαν, δηλαδή στο ΕΔΔΑ και την δική του απόφαση επικαλέστηκαν ως τίτλο προστασίας. Αυτούς τους διεθνείς δικαιοδοτικούς μηχανισμούς δεν μπορούμε συνεπώς να τους χρησιμοποιούμε και να τους επικαλούμαστε επιλεκτικά.

Υποστηρίζετε την άποψη ότι ο νομοθέτης έχει κατά το Σύνταγμα (προφανώς εννοείτε το άρθρο 3) την υποχρέωση να λαμβάνει υπόψη του τις θέσεις και τις ευαισθησίες της Ορθόδοξης Εκκλησίας, όταν χειρίζεται θέματα κοινού ενδιαφέροντος όπως ο γάμος, η οικογένεια, η προστασία του ανθρώπινου προσώπου.

Το κανονιστικό περιεχόμενο του άρθρου 3 που εισάγει το σύστημα των συνταγματικά ρυθμισμένων σχέσεων Κράτους και Εκκλησίας χωρίς να απομειώνει την προστασία της θρησκευτικής ελευθερίας (άρθρο 13 Συντάγματος), θα μου επιτρέψετε να πω ότι είναι τελείως διαφορετικό και απολύτως συγκεκριμένο: αφορά τις σχέσεις του Οικουμενικού Πατριαρχείου με την Εκκλησία της Ελλάδος και την κατοχύρωση της τυπολογίας των επιμέρους εκκλησιαστικών καθεστώτων που υφίστανται στην ελληνική επικράτεια (…).

(…) Ο Χριστιανισμός δεν είναι ηθική, αλλά Μήνυμα και Ελπίδα Σωτηρίας μέσα από την προσδοκία της Ανάστασης. Η Ορθοδοξία δε –επιτρέψτε μου να πω –απέχει πλήρως από αντιλήψεις κανονιστικές, ηθικοπλαστικές, τιμωρητικές. Η αντιμετώπιση της πίστης, της δογματικής καθαρότητας, της αμαρτίας, της μετάνοιας, της κατ’ οικονομίαν μεταχείρισης, της άφεσης, της καταλαγής δεν αφορά τον νομοθέτη και την Πολιτεία, αλλά την Εκκλησία. Από την άλλη πλευρά, η ρύθμιση των κοινωνικών σχέσεων μεταξύ πολιτών ή ατόμων που υπάγονται στην ελληνική και κατ’ επέκταση την ευρωπαϊκή έννομη τάξη είναι ζήτημα που ανήκει στη σφαίρα της Πολιτείας και των διεθνών υποχρεώσεων της και όχι της Εκκλησίας (…).

(…) Οι βουλευτές, τα κόμματα, οι κυβερνήσεις, τα Κοινοβούλια λειτουργούν ως όργανα του κράτους και όχι ως πιστοί υπό τον πνευματικό έλεγχο της θρησκευτικής τους κοινότητας. Το αντίθετο οδήγησε ιστορικά και δυστυχώς εξακολουθεί να οδηγεί, σε πολλά σημεία του κόσμου, σε τραγικές και απάνθρωπες καταστάσεις. Σε ανεξέλεγκτη βία. Σε ακύρωση της αξίας του ανθρώπινου προσώπου.

Λόγω των αμοιβαίων αισθημάτων αγάπης και εκτίμησης που μας συνδέουν, δεν εισέρχομαι σε θέματα κανονικής τάξης. Απευθυνθήκατε στον Αντιπρόεδρο της Κυβέρνησης και στον Πρόεδρο του ΠαΣοΚ για ζήτημα νομοθετικής πολιτικής, εθνικής και όχι τοπικής σημασίας. Θα είχε συνεπώς ενδιαφέρον να διατυπωθεί αρμοδίως και συνοδικώς η άποψη της Εκκλησίας της Ελλάδος.

Τέλος, επιτρέψτε μου να αγνοήσω για λόγους αναγόμενους στον σκληρό πυρήνα της ύπαρξής μου την άτυχη απειλή ότι «θα αποστερηθούμε de facto ως πρόσωπα την χάρη και την ευλογία του Δικαιοκρίτου Κυρίου». Η αποστροφή αυτή θεωρώ ότι είναι απλώς σχήμα λόγου και όχι επισκοπική θέση που αξιώνει θεολογική και εκκλησιολογική θεμελίωση.

Σας ευχαριστώ που μνημονεύσατε τον ιερέα πάππο μου. Αυτός μου έμαθε ότι η σχέση μας με τον Θεό είναι προσωπική, αδιαμεσολάβητη, διαρκής και αδιάκοπη από την ώρα που γεννιόμαστε ως εικόνες της αρρήτου δόξης Του παρά τα πολλά στίγματα των πταισμάτων μας, έως την ώρα της κρίσης μέσα από την οποία προσδοκούμε και ελπίζουμε στην ετέρα μορφής μας».