Πνευμονική εμβολή είναι η απόφραξη (φράξιμο) της πνευμονικής αρτηρίας ή των κλάδων της από έμβολα που συνήθως αποτελούνται από θρόμβους αίματος.

Οι θρόμβοι αίματος συνήθως δημιουργούνται στις φλέβες των ποδιών και είναι προσκολλημένοι στο τοίχωμά τους. Ομως ολόκληρος ο θρόμβος ή τμήματά του μπορεί να αποκολληθούν και με την κυκλοφορία του αίματος να φθάσουν στην καρδιά (δεξιά κοιλία) και στη συνέχεια να σφηνωθούν ανάλογα με το μέγεθός τους σε μεγάλους ή μικρότερους κλάδους της πνευμονικής αρτηρίας.

Οι θρόμβοι συνήθως σχηματίζονται στις φλέβες των ποδιών που δεν βρίσκονται στην επιφάνεια του δέρματος αλλά στο βάθος (εν τω βάθει). Οι θρομβώσεις των φλεβών στο γενικό πληθυσμό είναι σπάνιες: μόλις 2 στα 1.000 άτομα. Ομως είναι πολύ συχνές στον πληθυσμό της τρίτης ηλικίας.

Θρομβώσεις των φλεβών στην Αγγλία καταγράφονται περί τις 57.000 τον χρόνο, ένας αριθμός που για την Ελλάδα αντιστοιχεί περί τις 5.000 ετησίως, εκ των οποίων 2.000 καταλήγουν σε σοβαρές πνευμονικές εμβολές, οι οποίες εάν δεν αντιμετωπισθούν σωστά μπορεί να εξελιχθούν σε θανατηφόρες.

Εν τω βάθει θρομβώσεις των φλεβών στα πόδια παρατηρούνται σε άτομα που έχουν υποστεί βαριές χειρουργικές επεμβάσεις στην κοιλιά ή κατάγματα (σπασίματα) των οστών, σε άτομα προσβεβλημένα από καρκίνο και εγκύους.

Οι γυναίκες που παίρνουν αντισυλληπτικά ή υποβάλλονται σε ορμονοθεραπεία έχουν 4 φορές αυξημένη πιθανότητα να παρουσιάσουν θρομβώσεις των φλεβών στα πόδια συγκριτικά με τις υπόλοιπες γυναίκες.

Ομως ανεξάρτητα από τα κυρίως αίτια που δημιουργούν τις φλεβικές θρομβώσεις των ποδιών, γενικά η θρόμβωση υποβοηθείται όταν υπάρχει βραδεία ροή αίματος όπως π.χ. σε καρδιακή ανεπάρκεια, τοπική βλάβη και φλεγμονή των τοιχωμάτων της φλέβας (θρομβοφλεβίτιδες) ή υπερπηκτικότητα του αίματος.

Η καλύτερη πρόληψη της πνευμονικής εμβολής γίνεται με τη διάγνωση της θρομβώσεως ή της θρομβοφλεβίτιδας των φλεβών των ποδιών. Ο πόνος, τα οιδήματα (πρήξιμο) στα πόδια, ενίοτε και η ερυθρότητα είναι τα συμπτώματα που πρέπει να οδηγήσουν στη διάγνωση της φλεβοθρόμβωσης, η οποία επιβεβαιώνεται με υπερηχογράφημα – Doppler.

Μέσα στο κεφάλαιο της πρόληψης της πνευμονικής εμβολής είναι το φίλτρο από τιτάνιο που χρησιμοποιείται στην Αγγλία (Royal Berkshire Hospital) στο Reading. Αυτό το φίλτρο χρειάζεται 15 λεπτά για να εμφυτευθεί στην κάτω κοίλη φλέβα, μια φλέβα που βρίσκεται κοντά στην καρδιά.

Το φίλτρο αυτό φιλτράρει το αίμα που φθάνει από τα πόδια και την κοιλιά στη καρδιά. Αποτελείται από τιτάνιο, εμφυτεύεται εύκολα και ευκολότερα αφαιρείται σε σύγκριση με τα κλασικά φίλτρα που χρησιμοποιούνται σήμερα.

Οι πνευμονικές εμβολές μικρού ή μεσαίου μεγέθους είτε είναι ασυμπτωματικές είτε εκδηλώνονται άτυπα με αιφνίδια ταχυκαρδία ή δύσπνοια. Οι σοβαρότερες εμβολές εκδηλώνονται με βήχα και αιμόφυρτα πτύελα. Εάν η πνευμονική εμβολή εντοπίζεται στην περιφέρεια και αγγίζει τον υπεζωκότα, έναν υμένα που περιβάλλει τον πνεύμονα και τις πλευρές και ο οποίος έχει νευρικό σύστημα, αυτή συνοδεύεται από πλευριτικό πόνο.

Οι πνευμονικές εμβολές που εντοπίζονται στο στέλεχος ή τους κύριους κλάδους της πνευμονικής αρτηρίας είναι οι πλέον επικίνδυνες για τη ζωή του αρρώστου. Είναι ευτύχημα που αυτές οι εμβολές δεν ξεπερνούν το 10% του συνόλου των πνευμονικών εμβολών.

Οι εμβολές αυτές εκδηλώνονται με απότομη πτώση της αρτηριακής πίεσης που οδηγεί σε καρδιογενές shock ή σταμάτημα της λειτουργίας της καρδιάς (cardiac arrest).

Για τις εμβολές αυτές είναι απαραίτητη η χορήγηση θρομβολυτικού φαρμάκου ή ακόμα και η χειρουργική επέμβαση (θρομβολεκτομή), ενώ για όλες τις ηπιότερες αρκεί η χορήγηση ηπαρίνης στην αρχή και στη συνέχεια αντιθρομβωτικών φαρμάκων όπως η γουαρφαρίνη και η δικουμαρόλη.

Τέλος, για να είναι επιτυχής η αντιμετώπιση της πνευμονικής εμβολής πρέπει η διάγνωση να μην καθυστερεί και σήμερα με τα σύγχρονα διαγνωστικά μέσα, όπως π.χ. τα ραδιοϊσότοπα και η αξονική τομογραφία, η διάγνωση και η έναρξη της θεραπείας μπορεί να αρχίζουν αμέσως.