Η θετική υποδοχή του βιβλίου από την κριτική και το αναγνωστικό κοινό είναι δικαιολογημένη. Ο Ντεγουίτ ανέλαβε ένα φιλόδοξο εγχείρημα και το έφερε εις πέρας. Εγραψε ένα γουέστερν, το οποίο τοποθετείται στην ακμή της Αγριας Δύσης, την περίοδο του πυρετού του χρυσού. Με ήρωες που βρίσκονται πέραν του καλού και του κακού. Ξεκινούν ως καρικατούρες, όσο προχωρεί η πλοκή, όμως, γίνονται άνθρωποι με σάρκα και οστά. Η δράση είναι καταιγιστική και οι ανατροπές αισθημάτων, αφηγηματικού τόνου και καταστάσεων συνεχείς. Το τέλος του βιβλίου κατορθώνει με το ανθρωπογνωστικό του βάθος και την ήρεμη μελαγχολία του να προσδώσει τον κυρίαρχο τόνο. Ο Γιώργος-Ικαρος Μπαμπασάκης μεταφράζει δημιουργώντας ύφος.

Ο αφηγητής παλαντζάρει ανάμεσα στη δράση και στον στοχασμό. Το γλωσσικό του εργαλείο αποδεικνύεται ιδιαίτερα εκλεπτυσμένο. Ικανό για λογοπαίγνια και αιφνίδιες μεταφορές, καθώς και για σύνθετες σκέψεις που αποδίδονται με απλό αλλά σε καμία περίπτωση με απλοϊκό τρόπο και αφορούν την ανθρώπινη φύση, το καλό και το κακό, τον έρωτα, τον θάνατο, τη ζωή. Χωρίς περιττούς γλυκασμούς και με όπλο το χιούμορ, ο αφηγητής μιλά για τα ουσιώδη. Παίζει με τις συμβάσεις του είδους, χωρίς να το κοροϊδεύει. Το αντίθετο.

Αναδεικνύει πώς το επικό και το μικρό, το χιούμορ και το συναίσθημα, η λεπταίσθητη ειρωνεία και η ανθρωπογνωστική συμπάθεια μπορούν να συνυπάρχουν. Και όλα αυτά με μια γλώσσα που φροντίζει τις λέξεις και δεν τις πετάει χύμα στο χαρτί.