Οι άνθρωποι της μόδας έχουν τη φήμη ότι θεωρούν το περιβάλλον της δουλειάς τους πολύ σοβαρό. Το ζητούμενο είναι η υπέρτατη κομψότητα, η αδιαμφισβήτητη χάρη. Ετσι όμως καταλήγουν αποστειρωμένοι, ανιαροί και αδιάφοροι. Απέναντι σε αυτή την απειλή της απουσίας ενδιαφέροντος η μόδα πήρε το όπλο της: το χιούμορ κάνει εκστρατεία διάσωσης της απόλαυσης ενάντια στην πλήξη.

Το χιούμορ είναι το μέσο για να βλέπεις τα «πράγματα» πέρα από την επιφάνειά τους. Και αν λάβουμε υπόψη τις θεωρίες του Ονορέ ντε Μπαλζάκ για τη φυσιολογία της ενδυμασίας και την ακαμψία του καναβάτσου που μεταφέρεται από το επενδυμένο με αυτό ρούχο στο βαρύγδουπο ύφος της γλώσσας εκείνων που δείχνουν σεβασμό στη συμβατικότητα, καταλαβαίνουμε τις διεγερτικές ιδιότητες του χιούμορ.

Τα συστατικά του είναι η έκπληξη, η γοητεία, η εναλλαγή και η ποικιλία. Στη μαύρη εκδοχή του είναι ειρωνικό, ρέπει προς την παραδοξολογία και μετατρέπεται σε εργαλείο διαλεκτικής. Σχεδιαστές όπως ο Ζαν-Πολ Γκοτιέ, ο Αλμπέρ Ελμπάζ, η Μιούτσια Πράντα και ο Καρλ Λάγκερφελντ χρησιμοποιούν ποσότητες αυτού του διεγερτικού για να τονώσουν τις συλλογές των ρούχων τους. Επίσης, για να δώσουν σε αυτά τα υφασμάτινα αντικείμενα τη «λοξή ματιά» τους, σχολιαστική απέναντι στα κλισέ ευπρέπειας που επιβάλλουν οι ναοί του πολυτελούς λαϊφστάιλ.

Επομένως, η αίσθηση του χιούμορ απαιτεί θάρρος από τον δημιουργό που το χρησιμοποιεί σε ένα φόρεμα-οφθαλμαπάτη γυμνού γυναικείου αγάλματος (Lanvin), σε μια μπλούζα με αναπαραστάσεις ηρώων κόμικς ή σχημάτων γκραφίτι (Marc Jacobs, Tom Ford) δημιουργώντας τα περιθώρια αυτοσαρκασμού και ευπρεπούς χαλάρωσης που θεωρούνται το ζητούμενο σε μια εποχή μεταβολών όπως η δική μας.

Η έλλειψη χιούμορ είναι συνώνυμη της ρηχότητας εκείνων των ανθρώπων που κουνώντας το δάχτυλο επιβάλλουν τάξη και αποναρκωμένο πνεύμα, δήλωσαν το 1938 με την πρώτη τους έκθεση οι σουρεαλιστές στη Σχολή Καλών Τεχνών του Παρισιού. Ενα σκάνδαλο οργανωμένο από τους Αντρέ Μπρετόν, Πολ Ελιάρ, Μαρσέλ Ντισάν, Μαξ Ερνστ, Σαλβαδόρ Νταλί, Μαν Ρέι. Η ανατρεπτική ματιά των έργων τους, όπως το «Αφροδισιακό σακάκι δείπνου» του Νταλί με κολονάτα ποτήρια κρασιού ραμμένα επάνω του ή το «Τραπέζι με πόδια πτηνού» της Μέρετ Οπενχαϊμ, παραμένει και σήμερα σημείο αναφοράς για εκείνους που ασχολούνται με τον σχεδιασμό αντικειμένων. Και οι σύγχρονοι ντιζάινερ, νιώθοντας απόγονοι αυτής της αναστατωμένης ποιητικής ελαφρότητας, αφήνουν το μυαλό τους να χορεύει ανάμεσα στην αδρότητα της ύλης και στο ξάφνιασμα της έμπνευσης για να προκαλέσουν το γέλιο του θεατή. Αυτό που ο Ζορζ Μπατάιγ αποκαλούσε αίνιγμα: «Το γέλιο ήταν μια αποκάλυψη που άνοιγε το βάθος των πραγμάτων».