25/4/2013

Το 20ο Πανελλήνιο Συνέδριο Αναισθησιολογίας διοργανώνεται από την Ελληνική Αναισθησιολογική Εταιρεία και θα λάβει χώρα στις 25-27 Απριλίου 2013, στην Αθήνα, στο ξενοδοχείο Hilton. Τα Πανελλήνια Συνέδρια αποτελούν την κορυφαία επιστημονική εκδήλωση της Ελληνικής Αναισθησιολογικής Εταιρείας, που από το 1965 σηματοδοτούν μια συνεχή επιστημονική προσφορά, καθώς παρακολουθούν τις εξελίξεις, την ανάπτυξη αλλά και την επικαιρότητα στο χώρο της ειδικότητας, εναρμονιζόμενα με τις επιταγές της.

Το 20ο Συνέδριο έχει την ιδιαιτερότητα να λαμβάνει χώρα σε μια ιδιαίτερα κρίσιμη, για τη χώρα αλλά και ολόκληρη την Ευρώπη, περίοδο. Οι τρέχουσες πολιτικο-οικονομικές συνθήκες επέβαλαν την επικέντρωση φέτος, εκτός από τα κλινικά και σε θέματα Διαφύλαξης της Ασφάλειας και της Ποιότητας στην Περιεγχειρητική Περίοδο, όπως και σε θέματα Ιατρικής Ηθικής και Δεοντολογίας, μια αδιαμφισβήτητη πρόκληση για τον κάθε γιατρό. Το Συνέδριο αναμένεται να παρακολουθήσουν πάνω από 700 σύνεδροι, ενώ σημαντική θα είναι η παρουσία γνωστών Ελλήνων και ξένων ομιλητών από χώρες της ΕΕ, Βαλκανικής Χερσονήσου, των ΗΠΑ και του Καναδά, που θα αναπτύξουν τις προκλήσεις που αντιμετωπίζει ο αναισθησιολόγος σήμερα, σε μια εποχή οικονομικής κρίσης, για την παροχή φροντίδων υψηλής ποιότητας.

Κεντρικό ρόλο στο Συνέδριο έχουν η επίσημη ομιλία, στην Εναρκτήρια τελετή, του καθηγητή του Πανεπιστημίου του Λονδίνου George Hall για την «Ιατρική Πρακτική σε εποχή Οικονομικής Κρίσης» και οι τρεις κεντρικές ομιλίες σε καυτά θέματα της ειδικότητας, όπως οι σύγχρονες «Ευρωπαϊκές Προδιαγραφές για την Εκπαίδευση στην Αναισθησιολογία» από την επόμενη πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Εταιρείας Αναισθησιολογίας (ESA) καθηγήτρια Daniela Filipescu, η «Αναισθησία και Ασφάλεια Ασθενών: Έχουμε Φτάσει στα Όριά μας;» από τον καθηγητή Andrew Fairley Smith, μέλος της Επιτροπής για την Ασφάλεια των ασθενών της ESA, και η «Μετανάστευση Αναισθησιολόγων: Ένα Πρόβλημα Στελέχωσης και Προγραμματισμού» από την Jannicke Mellin–Olsen, τέως Πρόεδρο του European Board of Anaesthesiology της Ευρωπαϊκής Ένωσης Ιατρικών Ειδικοτήτων (UEMS). Την τελευταία ημέρα του συνεδρίου διοργανώνεται ανοιχτή συζήτηση για τον Κώδικα Ιατρικής Δεοντολογίας με διακεκριμένους συνομιλητές από τους χώρους της νομικής επιστήμης, της ιατρικής δεοντολογίας και του ενημερωμένου πολίτη, που θα επεξεργαστούν τα σημαντικά διλήμματα βιοηθικής, τα οποία όλο και πιο συχνά αντιμετωπίζει σήμερα ο αναισθησιολόγος.

Το Επιστημονικό Πρόγραμμα του 20ου Συνεδρίου φιλοδοξεί να παράσχει στους Έλληνες Αναισθησιολόγους τη δυνατότητα αφενός μεν να ανανεώσουν τις γνώσεις τους με ενημέρωση τόσο σε κλινικά θέματα αιχμής, όσο και σε θέματα ασφάλειας του ασθενούς και προστασίας του από τις επιπτώσεις της χειρουργικής επέμβασης, αφετέρου δε να εκπαιδευτούν σε σύγχρονες τεχνικές με την οργάνωση Κλινικών Φροντιστηρίων που αφορούν τη χρήση των υπερήχων στη διάγνωση, στον καθετηριασμό αγγείων και στην εφαρμογή νευρικών αποκλεισμών.Θα συζητηθούν επίσης θέματα και σε άλλους νευραλγικούς τομείς της ειδικότητας της Αναισθησιολογίας, όπως η Επείγουσα Ιατρική, ο Πόνος, η Περιεγχειρητική φροντίδα του ασθενούς και η Εντατική Θεραπεία, δεδομένου ότι η Αναισθησιολογία τα τελευταία χρόνια έχει ξεφύγει από τα στενά πλαίσια της χορήγησης αναισθησίας για τις χειρουργικές και μόνον ανάγκες.

Οι Έλληνες Αναισθησιολόγοι, μαζί με τους Έλληνες συναδέλφους τους και επαγγελματίες υγείας, βιώνουν τις επιπτώσεις της κρίσης στη λειτουργία των νοσοκομείων. Το πρόβλημα της υπο-στελέχωσης των αναισθησιολογικών τμημάτων είχε ήδη αναδειχθεί από μια μελέτη που διενεργήθηκε τις αρχές του 2011 από την Ελληνική Αναισθησιολογική Εταιρεία, σύμφωνα με την οποία υπήρχαν 170 κενές οργανικές θέσεις αναισθησιολόγων, στα δημόσια νοσοκομεία, ενώ οι μισές από αυτές ήταν σε μεγάλα νοσοκομεία, όπου διενεργείται το 60% των ετήσιων επεμβάσεων στην Ελλάδα. Σήμερα, από μια έρευνα που διενήργησαν η Ελληνική Αναισθησιολογική Εταιρεία μαζί με την Εταιρεία Αναισθησιολογίας και Εντατικής Θεραπείας Βορείου Ελλάδας, φαίνεται ότι είναι κενές το 30% των οργανικών θέσεων, ενώ 18 Νοσοκομεία λειτουργούν με 1-2 αναισθησιολόγους. Σε μια εποχή που μεγάλο ποσοστό οργανικών θέσεων παραμένουν κενές και οι πόροι σε υλικό και εξοπλισμό είναι περιορισμένοι, οι Αναισθησιολόγοι καταβάλλουν τεράστιες προσπάθειες για να είναι ασφαλείς οι ασθενείς που λαμβάνουν αναισθησία. Η έλλειψη τόσο γιατρών αναισθησιολόγων όσο και νοσηλευτικού προσωπικού, έχει σαν αποτέλεσμα αφενός την ελλειπή παροχή αναισθησίας σε μη χειρουργικούς ασθενείς που υφίστανται επεμβατικές διεργασίες εκτός χειρουργείου, όπως στο γαστρεντερικό,αιμοδυναμικό, επεμβατική ακτινολογία κλπ, και αφετέρου τη μακρά αναμονή των Ελλήνων ασθενών για προγραμματισμένες επεμβάσεις. Επιπλέον, συντελεί στηνελλιπή λειτουργία οργανωμένης και στελεχωμένης Αίθουσας Ανάνηψης στο 40% περίπου των νοσοκομείων. Γεγονός που θα σήμαινε ανεπαρκή άμεση μετεγχειρητική παρακολούθηση τωνχειρουργικών ασθενών με σοβαρά προβλήματα υγείας ή μετά από σοβαρές χειρουργικές επεμβάσεις εάν οι αναισθησιολόγοι δεν εργάζονταν συνήθως πέραν του προβλεπόμενου ωραρίου τους και περισσότερες ώρες από την πλειοψηφία των ειδικευμένων γιατρών άλλων ειδικοτήτων. Η τεράστια πίεση «παραγωγής» έχει, όμως αντίκτυπο στη σωματική και ψυχική υγεία των γιατρών και νοσηλευτών όπως καταγράφεται σε μια άλλη μελέτη που θα παρουσιασθεί στο συνέδριο μας

Το ΔΣ της Ελληνικής Αναισθησιολογικής Εταιρείας θέλει να διαβεβαιώσει τους Έλληνες ασθενείς ότι όταν υποβάλλονται σε αναισθησία στα κρατικά νοσοκομεία πρέπει να αισθάνονται ασφαλείς κυρίως λόγω της υψηλής επιστημονικής κατάρτισης, αφοσίωσης και εγρήγορσης των Ελλήνων Αναισθησιολόγων, αλλά και της επάρκειας του αναισθησιολογικού εξοπλισμού.

Λίγα Λόγια για την Ελληνική Αναισθησιολογική Εταιρία

Η Ελληνική Αναισθησιολογική Εταιρεία ιδρύθηκε το 1956, και σήμερα αριθμεί περισσότερα από 1.500 μέλη. Ως στόχους της έχει θέσει την προαγωγή της ειδικότητας της Αναισθησιολογίας από ειδικευμένους Αναισθησιολόγους, καθώς και της Εντατικής Ιατρικής, της Επείγουσας Ιατρικής, της Καρδιοπνευμονικής Αναζωογόνησης, της Θεραπείας του Πόνου και γενικά της Περιεγχειριτικής Ιατρικής. Προωθεί ενεργητικά όχι μόνον τη Συνεχιζόμενη Ιατρική Εκπαίδευση και την έρευνα, αλλά και τη συνεργασία με τα θεσμοθετημένα όργανα σε επιστημονικά και μη θέματα της Ειδικότητας.