Το καλοκαίρι του 2011, στην Πλατεία Συντάγματος γινόταν κοντά τρεις μήνες ο κακός χαμός. Το «πληθυντικό αντιμνημονιακό στρατόπεδο» που είχε συγκεντρωθεί εκεί («πληθυντικό», όπως χρησιμοποιείται στην Αριστερά, ετερόκλητο ιδεολογικά, δηλαδή, αλλά με κοινό στόχο, την αντίθεση στο Μνημόνιο), παρήγαγε κοινό λόγο, αντικοινοβουλευτικό και αντιευρωπαϊκό. Και ο λόγος αυτός σκέπασε τις ιδεολογικές διαφορές όσων βρέθηκαν εκεί. Τέτοιες διαφορές ανάμεσα στην «άνω» και στην «κάτω πλατεία» ήταν υπαρκτές, αλλά τότε προείχαν σημαντικότερα πράγματα: η διεκδίκηση της «άμεσης δημοκρατίας», η καταγγελία του Μνημονίου, η απαξίωση του κοινοβουλευτισμού. «Θυμάμαι κάποτε στην ιστορία κάποιοι κάθησαν δεξιά και κάποιοι αριστερά. Εμείς καθόμαστε μπροστά, άρα είμαστε μπροστά, ούτε δεξιά ούτε αριστερά», είπε χαρακτηριστικά κάποιος σε μια από τις «λαϊκές συνελεύσεις».

Εκεί, μπροστά, η πολιτική ήταν ένα αντισυστημικό παιχνίδι. Πρωτίστως όμως ήταν ένας χώρος ζυμώσεων, ένας χώρος που θα παρήγε τα νέα κομματικά σωτηριολογικά μορφώματα, στα οποία θα προσέφευγε ο απογοητευμένος λαός.

Το σπάσιμο, η κατάλυση, η ανατροπή, η άρνηση, το μείον, το όχι, το κάτω, ο ριζοσπαστισμός της αγανάκτησης, εκφράστηκαν πολύ γρήγορα και κοινοβουλευτικά. Απελευθερωμένοι από τα κόμματα του συστήματος, που πλέον δεν χρησίμευε στο δούναι και λαβείν για το οποίο πολλοί εκτιμούν την πολιτική, αναζητούσαν νέες κομματικές εκφράσεις –και τις βρήκαν κυρίως σε κόμματα που κεφαλαιοποίησαν εκείνο τον ριζοσπαστισμό. Ο ΣΥΡΙΖΑ πήρε 27%, η Χρυσή Αυγή σχεδόν 7%, οι Καμμένοι 7,5%… Αντιμνημονιακά καλά 40%.

Στην πορεία, προφανώς, οι ψήφοι εκείνες (και όχι μόνο εκείνες), μέσα από διαψεύσεις, νέες ωσμώσεις και επανεπεξεργασίες της πραγματικότητας συνεχίζουν να μετακινούνται. Τα ιδεολογικά στρατόπεδα εντός του πλαισίου της άρνησης επιδιώκουν να εκφράσουν τα επιμέρους χαρακτηριστικά τους, που εκχωρήθηκαν στο γενικό σύνθημα, στο κατά, στο αντί και στο κάτω των εκλογών.

Αλλά οι γενικεύσεις του ριζοσπαστισμού της πλατείας, η αντιπολιτική καταγγελία δεν επαναπολιτικοποιήθηκε αναγκαστικά στη νέα κατάσταση. Συνθήματα όπως «This is Sparta!», «Αφήστε μας να ζήσουμε γιατί θα σας γαμ…με», «Ολοι στον δρόμο να σπάσουμε τον τρόμο», που τότε είχαν ενώσει ιδεολογικά διαφορετικούς, δεν είναι απλά σλόγκαν που παύουν να επηρεάζουν όταν δεν χρησιμεύουν πια. Τα ίδια ισχύουν και για το κορυφαίο σύνθημα, το ανιστορικό: «Η χούντα δεν τελείωσε το ’73, εδώ θα την κηδέψουμε σε τούτη την πλατεία». Στο όνομα είτε της ριζοσπαστικής Αριστεράς είτε της ριζοσπαστικής Δεξιάς, οι «αντιμνημονιακοί» διαδηλωτές (που ξεχνούν ότι η δικτατορία κατέρρευσε το 1974, έπειτα από την εθνική καταστροφή του Κυπριακού) θεωρούν ότι όσοι δεν είναι μαζί τους είναι χούντα.

Αυτός ο ριζοσπαστισμός της καταγγελίας εκφράζεται από μεγάλο ποσοστό σε μια κυριακάτικη δημοσκόπηση. Για να αποδειχθεί τι; Οτι πέραν της πραγματικής πολιτικής, στις λεωφόρους της απολιτικής αγανάκτησης, στο πεδίο της ριζοσπαστικότητας που ενώνει Δεξιά και Αριστερά, το μπροστά γίνεται πίσω. Ενα παράγγελμα χρειάζεται. Μεταβολή! Και στα παραγγέλματα συνήθως υπακούουν πειθήνια, υπάκουα στρατιωτάκια.