Από το 2005 ώς το 2007 μου δόθηκε η ευκαιρία να επισκεφθώ καμιά σαρανταριά λύκεια σε όλη τη χώρα. Αφορμή ήταν η έκδοση του βιβλίου μου «Το μυθιστόρημα του Ξενοφώντα». Τη δυνατότητα μου την έδωσε ένα πρόγραμμα του ΕΚΕΒΙ που λεγόταν «Συγγραφείς στα σχολεία». Την ίδια τύχη είχαν και πολλοί συνάδελφοί μου. Την επιλογή την έκαναν οι ίδιοι οι καθηγητές και το ΕΚΕΒΙ αναλάμβανε απλώς τα διαδικαστικά, έξοδα μεταφοράς, φιλοξενίας κ.τ.λ. Συνάντησα ανθρώπους αξιόλογους, εκπαιδευτικούς που μοχθούν για το έργο τους μέσα στις πιο αντίξοες συνθήκες. Συνάντησα επίσης και μαθητές που ενδιαφέρονταν να ακούσουν, να ρωτήσουν, να απορήσουν και να κρίνουν. Οι ομιλίες γίνονταν στην Α΄ Λυκείου επειδή τότε διδάσκονται τα παιδιά Ξενοφώντα –στον καιρό μας ήταν η «Ανάβαση», τώρα είναι το δεύτερο βιβλίο των «Ελληνικών» όπου καταγράφονται η ήττα της Αθήνας στον Πελοποννησιακό Πόλεμο και η τυραννία των Τριάκοντα. Η εμπειρία αξίζει ένα βιβλίο. Είναι σημαντικό να πρέπει να εξηγήσεις σε ένα δεκαπεντάχρονο παιδί πώς ο αρχαίος ελληνικός πολιτισμός έχει στοιχεία που μας ενδιαφέρουν κι εμάς σήμερα που ζούμε στον 21ο αιώνα. Και σου ανεβαίνει το ηθικό όταν συναντάς μια κοπέλα αλβανικής καταγωγής που αγαπάει τον Καββαδία και τα ελληνικά της θα έκαναν να κοκκινίσουν πολλούς από εμάς.

Πίστευα πως μόνον και μόνον γι’ αυτή τη «δράση» το ΕΚΕΒΙ άξιζε να υπάρχει. Υπήρχαν κι άλλες πολλές, όπως, τα χρόνια της λειτουργίας του, υπήρξαν και πολλές ψευδαισθήσεις. Η σημαντικότερη όλων ήταν ότι το ΕΚΕΒΙ θα μπορούσε να προβάλει την ελληνική λογοτεχνία στον διεθνή χώρο. Οποιος γνωρίζει έστω και ελάχιστα την αγορά της λογοτεχνίας εκτός συνόρων ξέρει πως ο θεσμικός παρεμβατισμός δεν παίζει κανέναν απολύτως ρόλο. Μπορεί απλώς να βοηθήσει πρακτικά χρηματοδοτώντας τις μεταφράσεις ελληνικών έργων. Το πρόγραμμα αυτό το διαχειριζόταν η διεύθυνση γραμμάτων του ΥΠΠΟΤ, διεκόπη βιαίως επί υπουργίας Βενιζέλου, με αποτέλεσμα να εκτεθεί η Ελλάδα αφού αθέτησε συμβόλαια που είχαν ήδη υπογραφεί. Το ανέλαβε το ΕΚΕΒΙ πριν από δύο χρόνια, όταν επανενεργοποιήθηκε, και δεν ξέρω ποια είναι η τύχη του σήμερα. Υποθέτω, άδοξη.

Πολλοί πίστεψαν ότι το ΕΚΕΒΙ είχε τη δύναμη να καθιερώσει συγγραφείς. Ηταν οι μονίμως παραπονεμένοι, όσοι σήμερα επιχαίρουν γιατί υποστηρίζουν πως γύρω από το κέντρο περιφέρονταν ελάχιστοι επιλεγμένοι μόνον δορυφόροι. Παραγνωρίζουν το παράλογο της θέσης τους. Αν το ΕΚΕΒΙ είχε τέτοια δύναμη, τότε μόνο και μόνο γι’ αυτόν τον λόγο δεν θα έπρεπε να κλείσει. Ομως δεν την είχε ποτέ. Οπως και δεν του δόθηκε ποτέ η ευκαιρία να ενισχύσει τη δραστηριότητα των βιβλιοθηκών –διότι ήταν αρμοδιότητα άλλων. Και λάθη έγιναν, και αστοχίες, και βλακείες, όπως η τελευταία όπου οι κρίνοντες στην επιτροπή φιλαναγνωσίας έκριναν τους εαυτούς τους.

Πάντα πίστευα ότι το ΕΚΕΒΙ έπρεπε να μικρύνει, να γίνει πιο ευέλικτο, να επικεντρωθεί στα ουσιαστικά, όσα του επέτρεπαν οι μικροί πόροι την περίοδο της κρίσης. Οχι όμως και να κλείσει. Γιατί αυτό σημαίνει ότι η ελληνική Πολιτεία εγκαταλείπει τη χάραξη πολιτικής για το βιβλίο. Και το ελληνικό βιβλίο δεν αφορά μόνον τους επαγγελματίες του. Αφορά την ίδια την τύχη της γλώσσας μας.