Ο αξιωματικός της Σχολής Ευελπίδων Νικόλαος Ηρακλή Πετιμεζάς, γνωστός και στα γράμματα με το ψευδώνυμο Λαύρας, μετείχε στον Ελληνοτουρκικό Πόλεμο του 1897 και στους Βαλκανικούς Πολέμους. Το 1912, βρισκόταν επικεφαλής πυροβολαρχίας στην Ηπειρο. Την 1η Οκτωβρίου έγραφε στη σύζυγό του, Ελένη, από το Κομπότι: «Ετακτοποίησα όσον το δυνατόν την πυροβολαρχίαν μου μετά τόσον εσπευσμένην πορείαν και ήδη δύναται να παρουσιασθεί ευπροσώπως διά δράσιν η οποία όμως μου φαίνεται ότι εδώ θα είναι μάλλον μικρά και ασήμαντος. Εις την Θεσσαλίαν θα λυθούν τα ζητήματα. Εδώ απέναντι δεν υπάρχει ούτε εν τάγμα τουρκικόν, απεσύρθησαν και συγκεντρώνονται εις Ιωάννινα και Πέντε Πηγάδια όπου σκέπτονται ίσως να αμυνθούν. Ωστε εάν εισβάλουμε τις πρώτες ημέρες θα κάμουμεν ίσως έναν μικρόν περίπατον και κατόπιν θα ανταλλάξουμεν μερικούς χαιρετισμούς. Εάν γίνει πόλεμος θα κριθεί από την Βουλγαρίαν. Αυτοί τα έχουν όλα τέλεια, ημείς οι άλλοι ήμεθα βοηθητικοί».

Δύο εβδομάδες μετά, τα πράγματα είχαν αγριέψει. Γράφει από την Κορυφή του Γκριμπόβου: «Οι Τούρκοι υποχώρησαν εξ όλης της κάτω Ηπείρου μετά την μάταιαν προχθεσινήν έφοδόν των όπως ανακτήσουν το Γκρίμποβον. Τους είχαν μεθύσει. Εβαλαν μπροστά 400 άνδρες και την νύκτα έκαμαν έφοδον κατά του βουνού. Ευτυχώς απεκρούσθησαν, απεθαρρύνθησαν και γενικός υποχώρησις επηκολούθησεν προς επάνω. (…) Χθες το μηχανικόν έθαψεν 70 τουρκικά πτώματα επί της πλαγιάς του βουνού. Αι στάσεις των ήσαν τραγικαί και απαίσιαι. Επίσης ετάφη ο λοχαγός Ροδόπουλος, 5-6 πεζοί και περί τους 10 εύζωνες. Μερικά μουλάρια επίσης ετραυματίσθησαν ενδόξως. Απαθή, ιστάμενα και φιλοσοφικότατα μασώντα εις την γραμμήν της μάχης. Ημεθα τυχεροί έως τώρα. (…).

Στην πρώτη φάση των Βαλκανικών Πολέμων, οι λαοί συνεργάστηκαν προκειμένου να απωθήσουν τους Τούρκους. Στη δεύτερη, όμως, πολέμησαν μεταξύ τους για τη διανομή των απελευθερωμένων εδαφών. Εκατό χρόνια συμπληρώθηκαν φέτος από την έναρξη των Βαλκανικών Πολέμων, «της πρώτης περίπτωσης όπου η ελληνική κοινωνία μεταβάλλει πολεμώντας, την εθνική φαντασίωση σε νέα εδαφική πραγματικότητα», όπως γράφει ο ιστορικός Τάσος Σακελλαρόπουλος, υπεύθυνος Ιστορικών Αρχείων του Μουσείου Μπενάκη.

«ΤΑ ΝΕΑ», συνεργαζόμενα με το Μουσείο Μπενάκη, εκδίδουν το βιβλίο – λεύκωμα «Βαλκανικοί Πόλεμοι 1912-1913. Η αυγή του ελληνικού 20ού αιώνα». Φωτογραφικό υλικό σπάνιο από τα Ιστορικά Αρχεία του Μουσείου Μπενάκη, από το Φωτογραφικό Αρχείο, από συλλέκτες και ποικίλους φορείς, φιλοτεχνούν μια έκδοση που ανασυνθέτει μια ολόκληρη εποχή. Μια εποχή που, όπως λέει στα «ΝΕΑ» ο Τάσος Σακελλαρόπουλος, είναι «η πολεμική αφετηρία του ελληνικού 20ού αιώνα, ενός αιώνα στον οποίο κυριαρχούν οι πόλεμοι. Αλλη είναι η Ελλάδα πριν και άλλη μετά τους Βαλκανικούς Πολέμους».

Η έκδοση διαιρείται σε πολλά ευσύνοπτα κεφάλαια. Η εκκίνηση δίνεται με την οικονομική ανάπτυξη και την πολεμική προετοιμασία τα χρόνια αμέσως μετά την άνοδο του Ελευθέριου Βενιζέλου στην εξουσία. Αλλωστε, οι Βαλκανικοί Πόλεμοι «ήταν η πρώτη προσπάθεια του ελληνικού κράτους να συγχρονιστεί με τους συμμάχους προκειμένου να διεκδικήσουν συγκροτημένα εδάφη από την Οθωμανική Αυτοκρατορία. Κύριο όχημα ήταν «ο αλυτρωτισμός, αυτός ωστόσο συνδυάζεται επιτυχημένα με τον πραγματισμό του Ελευθέριου Βενιζέλου», εξηγεί ο κ. Σακελλαρόπουλος.

Στα επόμενα κεφάλαια εξετάζονται ζητήματα όπως: οι εθελοντές που έρχονταν έξω από τα τότε ελληνικά σύνορα (πολλοί Ελληνες από τις ΗΠΑ), τα κύρια μέτωπα των εχθροπραξιών, η υπόθεση του Αγίου Ορους, η καθημερινότητα των στρατιωτών, η διεκδίκηση της Θεσσαλονίκης από τους εμπολέμους (γράφει γι’ αυτό ο Νικόλαος Παπαδάκης, γενικός διευθυντής του Ιδρύματος Ελευθέριος Κ. Βενιζέλος), οι άμαχοι και οι πρόσφυγες, οι πολεμικοί ανταποκριτές, το ελληνικό Πολεμικό Ναυτικό, οι πρώτες πτήσεις της ελληνικής Πολεμικής Αεροπορίας, η Συνθήκη Βουκουρεστίου.

ΟΙ ΑΝΤΙΠΑΛΟΙ. Η Βουλγαρία, η πιο ισχυρή στρατιωτικά δύναμη της περιοχής, σταδιακά περικυκλώθηκε από στρατεύματα ελληνικά, σερβικά, ρουμανικά και τουρκικά, κάτι που την υποχρέωσε σε ανακωχή. «Για τον Κωνσταντίνο, ο χαρακτήρας του πολέμου ήταν απελευθερωτικός και σκοπός του η ολοκληρωτική καταστροφή της Βουλγαρίας. Για τον Βενιζέλο, αντίθετα, σκοπός ήταν η αποκατάσταση της ισορροπίας στην περιοχή. Η αρχή της ισορροπίας, κατά τον Βενιζέλο, απαιτούσε η Βουλγαρία να μην είναι ισχυρότερη ούτε από την Ελλάδα ούτε από τη Σερβία», γράφει η ιστορικός Ελένη Γαρδίκα – Κατσιαδάκη.