Ηταν ο πρώτος τηλεοπτικός αντιήρωας σε μια εποχή που οι πρωταγωνιστικοί ρόλοι των τηλεοπτικών σειρών εξέφραζαν υποτίθεται το πρότυπο του ιδανικά καλού καγαθού.

Ο Τζέι Αρ Γιούιν του Λάρι Χάγκμαν σφράγισε την ιστορία της τηλεόρασης ως πρωταγωνιστικός χαρακτήρας του «Ντάλας» που συμπύκνωνε, σύμφωνα με τον τηλεοπτικό μύθο της σειράς, όλα τα αρνητικά χαρακτηριστικά των στυγερών εκπροσώπων του σκληρού καπιταλισμού.

Ο θάνατός του την περασμένη Παρασκευή, σε ηλικία 81 ετών, τον βρήκε να πρωταγωνιστεί στη συνέχεια εκείνης της σειράς, η οποία άρχισε να προβάλλεται στις ΗΠΑ το περασμένο καλοκαίρι. Και παρά τη φθορά του χρόνου και τα εμφανή σημάδια της ασθένειας, άσβεστο παρέμενε στα κοντινά πλάνα του φακού το διαβολικό βλέμμα εκείνου του κυνικού, αδίστακτου μεγιστάνα των πετρελαίων του Τέξας, με το καπέλο του ρέιντζερ σήμα κατατεθέν της φιγούρας του, που έφτασε να καθηλώσει 350 εκατομμύρια κοινό σε όλο τον κόσμο στο ιστορικό επεισόδιο «Ποιος πυροβόλησε τον Τζέι Αρ».

Εκείνο το επεισόδιο έγινε αιτία να αναβληθεί ακόμη και συνεδρίαση της τουρκικής Βουλής. Ενώ στις ΗΠΑ ο Τζίμι Κάρτερ που βρισκόταν σε προεκλογική εκστρατεία έλεγε αστειευόμενος ότι αν γνώριζε ποιος πυροβόλησε τον κακό της σειράς του CBS, τότε θα το έλεγε στον κόσμο και θα εξασφάλιζε την εκλογή του.

Ηταν τέτοια η λαϊκή επιρροή του «Ντάλας», που το μυστήριο του εν λόγω επεισοδίου αξιοποιήθηκε κατά την προεκλογική καμπάνια από τους Ρεπουμπλικανούς, οι οποίοι κυκλοφόρησαν το σύνθημα «A Democrat shot JR» («Ενας Δημοκρατικός πυροβόλησε τον Τζέι Αρ»).

Ηταν ο ακραίος αμοραλισμός του ρόλου που ερμήνευε ο Χάγκμαν που ο καθένας, ακόμη και η ίδια του η μάνα, θα μπορούσε να είναι ο ένοχος. Πόσω μάλλον οι αντίπαλοί του τεξανοί μεγιστάνες του πετρελαίου, τους οποίους ο δαιμόνιος Τζέι Αρ είχε εξαπατήσει, πουλώντας τους τις πετρελαιοπηγές του στη Νοτιοανατολική Ασία λίγο πριν να κρατικοποιηθούν.

Ηταν όλα αυτά τα στοιχεία που ανέδειξαν τον Τζέι Αρ σε εμβληματικό χαρακτήρα της δεκαετίας των «Ριγκανόμικς» (της οικονομίας του Ρίγκαν). Αλλωστε, ο ίδιος ο Ρίγκαν υπήρξε στενός φίλος της μητέρας τού Χάγκμαν, της ηθοποιού Μέρι Μάρτιν.

Ακόμη και ο Τσαουσέσκου τον ανέφερε σε ομιλία του ως παράδειγμα του καπιταλιστικού εκφυλισμού, έχοντας επιτρέψει την προβολή της σειράς ακριβώς γι’ αυτούς τους λόγους. Πριν ολοκληρωθεί βέβαια το «Ντάλας», είχε καταρρεύσει το δικό του καθεστώς.

Λίγο αργότερα, ρουμάνος επιχειρηματίας δημιούργησε ένα πάρκο με θέμα το «Ντάλας» για να αποτίσει φόρο τιμής στη σειρά που βοήθησε να «πέσει ο κομμουνισμός». Υπερβολές;

Πάντως εκείνο που αναγνωρίζεται στο «Ντάλας» από αναλυτές, θεωρητικούς και κριτικούς ήταν ότι κατάφερε να αποτυπώσει ιδανικά τις μεγάλες αλλαγές στην οικονομία και στα ήθη.

Η οικογένεια των Γιούιν που συγκλονιζόταν από τη σύγκρουση των δύο αδελφών, του κακού Τζέι Αρ και του καλού Μπόμπι (Πάτρικ Ντάφι), αποτέλεσε το παράδειγμα μιας Αμερικής που περνούσε από τον πλούτο των παραδοσιακών ραντσέρηδων με τα κοπάδια και τη γη στη νέα οικονομία του πετρελαίου με τα αμύθητα κέρδη και τον άγριο επιχειρηματικό κυνισμό.

Μέσα από αυτήν τη σύγκρουση που καθήλωνε εκατομμύρια κοινού σε όλο τον κόσμο διαμορφώθηκαν οι βασικοί λαϊκοί μύθοι γύρω από τον νέο μεγάλο πλούτο και τους εκπροσώπους του, οι οποίοι έμελλε να αναπαραχθούν όχι μόνο στην τηλεόραση αλλά και στις πολιτικές αφηγήσεις. Εξού και ήταν η πρώτη σειρά που απέδειξε με τέτοια ένταση τη δύναμη της τηλεόρασης στη συγκρότηση των αντιλήψεων του κόσμου για τον εαυτό του.