Κάθε χρόνο, ο ένας στους δέκα πάσχοντες από καρκίνο μαθαίνει πως η νόσος του είναι μεταστατική και έχει εξαπλωθεί στα οστά του.

Οι καρκίνοι που συχνότερα οδηγούν στις οστικές μεταστάσεις είναι κυρίως αυτοί του μαστού, του προστάτη και των πνευμόνων – ακολουθούν οι καρκίνοι του νεφρού και του θυρεοειδούς. Ωστόσο, η κατ’ εξοχήν κακοήθης νόσος που εξαπλώνεται στα οστά είναι το πολλαπλούν μυέλωμα.

Υπολογίζεται ότι από τα 12,7 εκατομμύρια των ασθενών που εκδηλώνουν κάθε χρόνο καρκίνο σε όλο τον κόσμο, το περίπου 1,5 εκατομμύριο πάσχουν από μεταστάσεις στα οστά.

Στις περισσότερες περιπτώσεις, οι μεταστάσεις γίνονται αντιληπτές από τους πόνους που προκαλούν – και συχνά οι ασθενείς βασανίζονται αδυνατώντας να καταλάβουν πώς συνέβη κάτι τέτοιο τη στιγμή που έχουν ήδη υποβληθεί σε επιθετική θεραπεία για τον αρχικό καρκίνο τους, αλλά και αγωνιώντας για το τι τους επιφυλάσσει το μέλλον.

«Το να ακούει ένας ασθενής ότι έχει μετάσταση στα οστά είναι πάρα πολύ δύσκολο γι’ αυτόν», παραδέχεται η δρ Τζούλι Φασάνο, αιματολόγος-ογκολόγος στο Κέντρο Καρκίνου Memorial Sloan-Kettering, στη Νέα Υόρκη. «Αν και μερικές φορές οι μεταστάσεις εκδηλώνονται δύο ή τρία χρόνια έπειτα από την διάγνωση ενός προχωρημένου καρκίνου, μπορεί να εμφανιστούν και αρκετά χρόνια αργότερα – σε κάποιες περιπτώσεις δίχως καν να προκαλέσουν συμπτώματα».

Πώς είναι, όμως, δυνατόν να συμβεί κάτι τέτοιο; Όπως εξηγεί ο κ. Ευάγγελος Τέρπος, επίκουρος καθηγητής Αιματολογίας στην Θεραπευτική Κλινική της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών στο Νοσοκομείο Αλεξάνδρα και στο Imperial College του Λονδίνου, η μετάσταση αρχίζει όταν κύτταρα από τον αρχικό όγκο φτάσουν μέσω του αίματος ή του λεμφικού συστήματος στα οστά, που τους προσφέρουν ιδανική τοποθεσία για ανάπτυξη.

Εκεί αρχίζουν να πολλαπλασιάζονται – και τότε, αρχίζουν τα δύσκολα.

Συνεχής ανανέωση

«Φυσιολογικά, το οστούν έχει δύο ειδών κύτταρα: τους οστεοβλάστες που “παράγουν” οστό και τους οστεοκλάστες, οι οποίοι αποδομούν το οστό. Η λειτουργία αυτών των κυττάρων είναι συνεχής και απαραίτητη για να ανανεώνονται τα οστά μας, που είναι ζωντανοί οργανισμοί», λέει ο κ. Τέρπος.

«Στην πραγματικότητα, τα οστά μας ανασυντίθενται και αποσυντίθενται διαρκώς. Λ.χ., μέσα σε ένα σπόνδυλο μπορεί να παρουσιάζουμε σε κάθε μας κίνηση, κάθε ώρα, δεκάδες μικροκατάγματα από τις κινήσεις που κάνουμε. Έτσι πρέπει οι οστεοκλάστες να αποδομήσουν τα «σπασμένα» τμήματα και οι οστεοβλάστες να διορθώσουν τα μικροκατάγματα».

Όταν ένα καρκινικό κύτταρο φτάσει στο οστούν, δεν προκαλεί το ίδιο την οστική καταστροφή αλλά παράγει ουσίες οι οποίες μπορεί να επιδράσουν με δύο τρόπους: είτε θα κάνουν τους οστεοκλάστες να «δουλέψουν» περισσότερο, είτε τους οστεοβλάστες.

«Ουσιαστικά το καρκινικό κύτταρο χρησιμοποιεί τα κύτταρα του οστού ως “δούλους”», λέει παραστατικά ο κ. Τέρπος. «Στην περίπτωση των οστεοκλαστών, η υπερλειτουργία τους έχει ως επακόλουθο να “τρώγεται” το οστούν, δηλαδή να γίνεται οστική καταστροφή ή οστεόλυση. Αυτές είναι οι οστεολυτικού τύπου μεταστάσεις, οι οποίες συμβαίνουν κυρίως όταν μετασταθεί ο καρκίνος του μαστού και του πνεύμονος, καθώς και στο πολλαπλούν μυέλωμα».

Οι οστεολυτικού τύπου μεταστάσεις απεικονίζονται στις ακτινογραφίες ως «τρύπες» στα οστά, ενώ από τις ουσίες των καρκινικών κυττάρων που τις προκαλούν η σημαντικότερη – σύμφωνα με τις νεώτερες μελέτες – είναι η ουσία RANKL, κατά τον κ. Τέρπο.

Αντίστοιχα, η υπερδραστηριότητα των οστεοβλαστών, που είναι συνηθέστερη στον προχωρημένο καρκίνο του προστάτη, προκαλεί τις οστεοβλαστικού τύπου μεταστάσεις – και επειδή οι οστεοβλάστες δημιουργούν νέο οστούν, οι μεταστάσεις εμφανίζονται στις ακτινογραφίες ως ύποπτες «μάζες» νέου οστού.

Υπολογίζεται ότι το 80-90% των πασχόντων από πολλαπλούν μυέλωμα παρουσιάζουν οστεολύσεις σε κάποια φάση της νόσου τους, ενώ από τους ασθενείς με συμπαγείς όγκους (λ.χ. μαστού, προστάτη, πνεύμονα) που έχουν μεταστατική νόσο, η πλειονότητα θα εκδηλώσει μεταστάσεις στα οστά.

Κατάγματα

Το κυριότερο σύμπτωμα των οστικών μεταστάσεων είναι ο πόνος, ο οποίος είναι συνηθέστερος στην σπονδυλική στήλη, στην λεκάνη και στις πλευρές, αλλά μπορεί να εκδηλωθεί και στα μακρά οστά (λ.χ. στο μηριαίο, το βραχιόνιο, καμιά φορά και στις κνήμες).

Ο πόνος μπορεί να οφείλεται στην ύπαρξη της μετάστασης, αλλά να επιδεινώνεται από ένα παθολογικό κάταγμα, το οποίο εκδηλώνεται όταν «η “τρύπα” που έχει προκαλέσει η μετάσταση είναι τόσο μεγάλη, ώστε σπάει το κόκαλο», κατά τον κ. Τέρπο.

Τα κατάγματα αυτά, αλλά και τα υπόλοιπα σκελετικά προβλήματα που σχετίζονται με τις μεταστάσεις, είναι πολύ συνηθισμένα. Υπολογίζεται ότι το 50-70% των ασθενών με μεταστατικό καρκίνο στα οστά εκδηλώνουν σκελετικά συμβάματα, τα οποία εκτός από παθολογικά κατάγματα που είναι και τα συχνότερα, μπορεί να είναι συμπίεση του νωτιαίου μυελού από μετάσταση στην σπονδυλική στήλη και τόσο δυνατοί πόνοι, ώστε απαιτούν ακτινοθεραπεία ή χειρουργική επέμβαση για να αντιμετωπιστούν.

Τα παθολογικά κατάγματα είναι μείζον πρόβλημα για τους πάσχοντες με καρκίνο, διότι επηρεάζουν δραματικά την ποιότητα της ζωής τους. «Εάν σπάσει ένα μακρύ οστό, απαιτείται άμεση χειρουργική αποκατάσταση, με λάμες κ.τ.λ., ενώ αν σπάσει ένας σπόνδυλος, οι πόνοι είναι τρομεροί και διαταράσσεται η κινητικότητα του ασθενούς», εξηγεί ο κ. Τέρπος.

«Η δε συμπίεση του νωτιαίου μυελού είναι ένα οξύ φαινόμενο που μπορεί να προκαλέσει παράλυση, γι’ αυτό χρειάζεται άμεση ακτινοβολία και χειρουργική επέμβαση μερικές φορές. Ευτυχώς όμως δεν συμβαίνει συχνά».

Υπολογίζεται ότι περισσότεροι από δύο στους δέκα ασθενείς με μεταστατικούς καρκίνους του μαστού ή του προστάτη, θα χρειασθούν νοσηλεία εξαιτίας κάποιου σκελετικού συμβάματος λόγω μετάστασης.

Καλύτερη φροντίδα

Οι οστικές μεταστάσεις αντιμετωπίζονται με διπλό τρόπο: αφ’ ενός ο ασθενής ακολουθεί την ενδεδειγμένη θεραπεία για τον αρχικό όγκο του, αφ’ ετέρου ακολουθεί ειδική αγωγή για τις οστικές μεταστάσεις, η οποία μπορεί να είναι ειδικά φάρμακα, με ή χωρίς ακτινοθεραπεία.

Τα ειδικά φάρμακα για τις οστικές μεταστάσεις ουσιαστικά κυκλοφορούν μια δεκαετία τώρα και είναι τα επονομαζόμενα διφωσφονικά άλατα (οι ουσίες ζολεδρονικό οξύ, ιμπανδρονάτη, παμιδρονάτη) που είναι ισχυροί αναστολείς των οστεοκλαστών. Πριν από έναν χρόνο, εξάλλου, στο θεραπευτικό οπλοστάσιο προστέθηκε ένα ακόμα σκεύασμα, η δενοσουμάμπη, η οποία ανήκει στους αναστολείς του RANKL και επίσης είναι ισχυρός αναστολέας των οστεοκλαστών.

Η ευρεία χρήση αυτών των φαρμάκων έχει βελτιώσει σημαντικά την φροντίδα και την ποιότητα ζωής των ασθενών. «Τα νέα φάρμακα έχουν μειώσει κατά πάνω από 50% τα σκελετικά συμβάματα, ενώ μεγάλη ελάττωση υπάρχει και στον πόνο – μόνο με τα διφωσφονικά σε σύγκριση με πριν από το 2002, έχουμε μείωση του πόνου κατά 60-70%, δίχως οι ασθενείς να παίρνουν παυσίπονα», λέει ο κ. Τέρπος.

Η θεραπεία των οστικών μεταστάσεων μπορεί επίσης να παρατείνει τη ζωή, αναλόγως με το είδος του καρκίνου, την ηλικία του ασθενούς και τον χρόνο που μεσολάβησε από την αρχική διάγνωση έως την εμφάνιση των οστικών μεταστάσεων. Πολλοί ασθενείς, όμως, «τα πηγαίνουν πολύ καλά, για μεγάλα χρονικά διαστήματα», καταλήγει.