Οπως τραγουδούσε ο Δημήτρης Χορν, «Ηθοποιός σημαίνει φως». Γιατί όλο το βάρος αυτής της τραγικής και βιωματικής ιστορίας –μέχρι μυελού οστών –είναι επάνω τους. Ταυτισμένοι ολότελα με τους ρόλους τους. Σαν η κάμερα να τους κρυφοκοιτάζει πίσω από την κλειδαρότρυπα. Και γιατί επί δύο και πλέον ώρες πορεύονται με το κεφάλι ψηλά και με την καρδιά να χτυπάει δυνατά. Χωρίς ίχνος κλισέ από οποιονδήποτε «σταθμό» του σινεμά. Ενα από τα κορυφαία «θαύματα» στην ιστορία της παγκόσμιας οθόνης

Συνολικής ηλικίας, παρακαλώ, 167 ετών! Ετσι ακριβώς. Η Εμανουέλ Ριβά, γεννημένη το 1927. Και ο Ζαν Λουί Τρεντινιάν τρία χρόνια μετά. Οπως και οι ρόλοι τους. Του Ζορζ και της Αν. Παράδειγμα προς μίμηση μοναδικό! «Ο πατέρας μου, αυστηρών αρχών, θεωρούσε ότι ηθοποιός και πουτάνα ήταν ένα και το αυτό» θυμάται η Εμανουέλ Ριβά, που αναγκάστηκε να δώσει πολλές μάχες προκειμένου να πραγματοποιήσει το όνειρο που της είχε καρφωθεί στο μυαλό από όταν ήταν μόλις έξι ετών. Επί δύο δεκαετίες και αφού για το ψωμί της έκανε ακόμη και την κομμώτρια, σκαρφάλωσε τον Γολγοθά της. Και το 1959 βίωσε την ανάστασή της. Οταν ο Αλέν Ρενέ, από τους πρωτοκλασάτους του νέου γαλλικού σινεμά, με ένα σενάριο της Μαργκερίτ Ντιράς, της αναθέτει τον έναν από τους δύο μεγάλους ρόλους στο μνημειώδες αντιπολεμικό και ταυτόχρονα ερωτικό ποίημα «Χιροσίμα, αγάπη μου». Με δύο όλους κι όλους ρόλους. Οπως στο «Αγάπη». Την ηρωίδα τη λένε Elle (Αυτή) και το ήρωα, που τον υποδυόταν ο Γιαπωνέζος Εϊζι Οκάντι, Lui (Αυτός). Θρίαμβος για τον Ρενέ. Θρίαμβος για τη Ριβά. Από τότε η «πουτάνα» αναδεικνύεται σε ένα από τα κομψότερα και πιο ιδιαίτερα «όργανα» στη μεγάλη ορχήστρα του γαλλικού σινεμά!

«Με το «Ζ»», μου είχε εξομολογηθεί σαν ανέκδοτο ο Κώστας Γαβράς,«σε όποια χώρα ταξιδεύαμε για την προώθηση της ταινίας εκλαμβάνανε τον Ζαν Λουί ως τον Σαρτζετάκη, τον ανακριτή που προσπάθησε να κλείσει τους παρακρατικούς που δολοφόνησαν τον Λαμπράκη στη φυλακή»! Η σχέση με τον Ζαν Λουί Τρεντινιάν είχε αρχίσει από το 1965, με το «Διαμέρισμα δολοφόνων», την πρώτη ταινία του Κώστα Γαβρά. Επτά συνολικά οι μεγάλοι σταθμοί του θρυλικού γάλλου σταρ των περίπου 140 ταινιών. Ο πρώτος, εντελώς ερωτικός και σκανδαλοθηρικός. Οταν το 1955 ο Ροζέ Βαντίμ κάνει το λάθος να διαλέξει αυτόν τον «μικροσκοπικό» και διοπτροφόρο νεαρό ως έναν από τους δύο εραστές τής (συντρόφου του τότε) Μπριζίτ Μπαρντό, στη μνημειώδη τολμηρή ιστορία «Και ο Θεός έπλασε τη γυναίκα». Αποτέλεσμα; Οπως τουλάχιστον λένε οι κακές γλώσσες, να τσακώσει το ζεύγος στο δικό του το κρεβάτι.

Δεύτερος το 1966, στην ταινία «Ενας άνδρας και μια γυναίκα» του Κλοντ Λελούς, με παρτενέρ την Ανούκ Εμέ, μια ιστορία που έσκισε σε όλα κινηματογραφικά ταμεία της Υδρογείου. Ηταν το ευρωπαϊκό «Love story». Επακολουθεί το «Ζ» και στη συνέχεια, το 1969, το ασπρόμαυρο και γοητευτικά φλύαρο «Μια νύχτα με τη Μοντ» του Ερίκ Ρομέρ. Εναν χρόνο αργότερα, με τον «Κονφορμίστα» του Μπερνάρντο Μπερτολούτσι, εκτινάσσεται στον ουρανό. Αν και χάνει μια δεύτερη ευκαιρία να συνεργαστεί με τον Μπερτολούτσι, απορρίπτοντας, ως «πορνογραφικό», «Το τελευταίο τανγκό στο Παρίσι». Κακώς γι’ αυτόν, καλώς για όλους εμάς. Γατί έτσι μας ευλόγησε ο Μάρλον Μπράντο.

Εκτος σταθμός το 1994 με το «Κόκκινο», από τα «Τρία χρώματα» του Κριστόφ Κισλόφσκι. Και ο έβδομος φυσικά εφέτος, το 2012, στον σπουδαιότερο ρόλο της καριέρας του, στο «Αγάπη» του Μίκαελ Χάνεκε.

Η Εμανουέλ Ριβά και ο Ζαν Λουί Τρεντινιάν είναι όπως τα γαλλικά κρασιά: όσο μεγαλώνουν τόσο καλυτερεύουν. Τα ακριβότερα από την «κάβα» του γαλλικού σινεμά!