Παραδοσιακά στη χώρα μας ο προϋπολογισμός ήταν ένα αδιάφορο ντοκουμέντο. Ολοι ήξεραν πως κάθε πρόβλεψή του για οτιδήποτε μετά τον Φεβρουάριο είχε μηδενική αξιοπιστία. Τα πράγματα άλλαξαν τα δύο τελευταία χρόνια λόγω της στενής παρακολούθησης της τρόικας. Το προσχέδιο που κατατέθηκε χθες αποτυπώνει, πολύ δυσάρεστα βέβαια, τις κεντρικές αποφάσεις σχετικά με τη δημοσιονομική πολιτική. Η κατάσταση είναι πολύ ρευστή και εκτιμώ πως ο προϋπολογισμός που τελικά θα ψηφισθεί θα διαφέρει σημαντικά από το προσχέδιο.
Η ύφεση που συνεχίζεται για έκτο χρόνο και τα μέτρα που έχουν ενσωματωθεί οδηγούν σε μείωση των εσόδων, πράγμα που καθιστά ακόμη πιο επιτακτική την προσήλωση στη μείωση των δαπανών του Δημοσίου. Τα μεγέθη του προϋπολογισμού σκιαγραφούν μια οικονομική κατάσταση για το τέλος του 2013 αναμφίβολα χειρότερη από τη σημερινή. Δείχνουν όμως πως πιάνουμε πάτο. Η πρόβλεψη για πρωτογενές πλεόνασμα 1,1% του ΑΕΠ, σε συνδυασμό με τον περιορισμό του ελλείμματος του ισοζυγίου συναλλαγών κατά σχεδόν επτά εκατοστιαίες μονάδες και τον χαμηλό πληθωρισμό προδιαγράφουν αρχικές συνθήκες ανάκαμψης.
Κάποια από τα μεγέθη του προϋπολογισμού είναι τρομακτικά, όπως η πρόβλεψη για ανεργία σχεδόν 25% και βέβαια η ύφεση του 3,8%. Το κατά πόσον η ελληνική κοινωνία θα στέκεται ακόμη στα πόδια της ώστε να έχει την πιθανότητα να μπει σε τροχιά ανάκαμψης εξαρτάται από την ταχύτητα και την έκταση των διαρθρωτικών αλλαγών ώστε, εκτός όλων των άλλων, να μειωθεί το κόστος αγαθών και υπηρεσιών για τους πολίτες. Ο προϋπολογισμός δείχνει τη μισή εικόνα. Η άλλη μισή εξαρτάται από τη σοβαρότητα και αποτελεσματικότητα της κυβέρνησης –σε όλους τους τομείς.