Αριστοφανικός ηθοποιός, εκρηκτικό ταλέντο και άνθρωπος με αυθορμητισμό, άποψη και λόγο, που δεν χωράει σε καλούπια. Ο λόγος για τον Θύμιο Καρακατσάνη, ο οποίος διέγραψε μια 50ετή πορεία, αφήνοντας πίσω του ένα μεγάλο κεφάλαιο, κυρίως μέσα από αριστοφανικούς ρόλους και ελληνικά έργα, προς μελέτη για τις επόμενες γενιές.

Ηθοποιός ενστίκτου, ο οποίος αρεσκόταν στον αυτοσχεδιασμό, μη αντέχοντας την αφοσίωση στην τεχνική, δήλωνε εδώ και μήνες ότι έχει αποσυρθεί από το θέατρο. Τελευταία του εμφάνιση ήταν ως αριστοφανική Λυσιστράτη, με την οποία περιόδευσε πέρυσι το καλοκαίρι, πλάι στους Βασίλη Τσιβιλίκα, Κώστα Βουτσά και Βάσια Τριφύλλη. Ρόλος που είχε ερμηνεύσει στην Επίδαυρο το 1993 με το Νέο Ελληνικό Θέατρο. Από τις τελευταίες του δουλειές ήταν και «Ο θάνατος του εμποράκου» του Αρθουρ Μίλερ, όπου πρωταγωνίστησε το 2008 στο θέατρο Ζίνα.

Γεννημένος στα Ταμπούρια του Πειραιά το 1940, ο Θύμιος Καρακατσάνης σπούδασε στη Δραματική Σχολή του Θεάτρου Τέχνης Κάρολος Κουν. Με τον Αριστοφάνη, ο οποίος τον ακολούθησε σε όλη την πορεία του, έκανε την παρθενική του εμφάνιση στο σανίδι, όντας φοιτητής ακόμη, το 1960 συμμετέχοντας στους «Ορνιθες» του Καρόλου Κουν (επανάληψη της θρυλικής παράστασης του 1959) ως Εποπας. Από νωρίς, όπως έχει πει, κατάλαβε ότι του πήγαινε η κωμωδία. Οταν ο Κάρολος Κουν τον έβαλε σε παράσταση τραγωδίας, μόλις άρχισε να εκφέρει την πρώτη φράση, όλοι γέλασαν.

Πρώτη του επαγγελματική εμφάνιση ήταν τρία χρόνια αργότερα στο έργο «Η θυρίδα» του Ζαν Ταρντιέ με το Θέατρο Τέχνης (με το οποίο συνεργάστηκε έως και το 1972 και περιόδευσε μαζί του στην Ελλάδα και σε φεστιβάλ του εξωτερικού).

Στα πρώτα του βήματα στη σκηνή πέρασε από ρόλους δραματικούς και κωμικούς, με παραστάσεις έργων του Ευγένιου Ο’ Νιλ, του Χάρολντ Πίντερ, του Πέτερ Βάις, αλλά και του Αριστοφάνη. Το 1972 βρέθηκε στο θέατρο Αττικό, συνθιασάρχης με τον Κώστα Καρρά, και αργότερα με τους Κώστα Χατζηχρήστο και Αννα Φόνσου.

Με το Εθνικό Θέατρο ξεκίνησε τη συνεργασία του ως πρωταγωνιστικό στέλεχος το 1973 στο «Φάντασμα του κυρίου Ραμόν Νοβάρο» του Παύλου Μάτεσι (ως Κύριος Αντωνάκης).

Στο Αρχαίο Θέατρο της Επιδαύρου κατηφόρισε το 1974 με αφορμή την παράσταση των έργων «Κύκλωψ» και «Αλκηστις» του Ευριπίδη, σε σκηνοθεσία του Σπύρου Ευαγγελάτου και παραγωγή του Εθνικού Θεάτρου. Ακολούθησαν οι συμμετοχές του στις αριστοφανικές κωμωδίες «Ειρήνη», «Βάτραχοι», «Θεσμοφοριάζουσες» στο αργολικό θέατρο, αλλά και με το ΚΘΒΕ στις «Νεφέλες».

Συνεργάστηκε με την Ξένια Καλογεροπούλου, τον Γιάννη Φέρτη και τη Σμαρούλα Γιούλη σε έργα ελληνικού και ξένου ρεπερτορίου.

Υποστηρικτής του ελληνικού έργου (καθώς, όπως έλεγε, ήθελε οι παραστάσεις του να έχουν απήχηση στο σήμερα και στην κοινωνία), ο Θύμιος Καρακατσάνης ίδρυσε τον δικό του θίασο Νέα Ελληνική Σκηνή το 1978. Ανέβασε από Ψαθά («Φον Δημητράκης»), Σακελλάριο («Ενας ήρως με παντούφλες», δική του σκηνοθεσία), Χουρμούζη («Ο χαρτοπαίκτης») έως Ξανθούλη («Η βίδα», «Ο Στέλιος»).

Στην πορεία του βρέθηκε από το Μέγαρο Μουσικής Αθηνών (σε σύνθεση θεατρικών κειμένων από τον Κώστα Γεωργουσόπουλο) έως το Δελφινάριο («Καραγκιόζη – ντρημ» του Γιάννη Κακουλίδη).

Στον κινηματογράφο εμφανίστηκε στη «Χαρτορίχτρα» του 1967 και στα «Μπουμ – ταρατατζούμ», «Γυναικοκρατία», «Μίλος Μίλος», «Το λάθος», «Καραβάν Σεράι».

Για την τηλεόραση σκηνοθέτησε τις σειρές «Γραφείον συνοικεσίων» και «Ο κύριος Γενικός», στις οποίες και έπαιξε, όπως και στις σειρές «Τα παιδιά του Ζεβεδαίου», «Ενας φιλήσυχος άνθρωπος». Δεν πέρασαν απαρατήρητες και οι εκπομπές του για κοινωνικοπολιτικά ζητήματα στο Τρίτο Πρόγραμμα.