Ο λόγος στους αναγνώστες

Ο Μιχ. Γκρίλλας (Γαρέφη 3, Λάρισα) γράφει:

Κύριε Παπαδόπουλε,

Διάβασα με πολλή προσοχή όσα με τόση τεκμηρίωση και πειστικότητα αναφέρετε στις «Ματιές» για το εθνικό σπορ των Νεοελλήνων, τη φοροδιαφυγή-φοροκλοπή. Επ’ αυτού θα μου επιτρέψετε με αριθμούς και προτάσεις να βοηθήσω με τη σειρά μου, όσο μπορώ, στην προσπάθεια που πρέπει να γίνει για να παταχθεί και να ξεριζωθεί επιτέλους αυτό το καρκίνωμα, που επιτρέπει ατιμωρητί σε μεγάλη μερίδα των Ελλήνων να πίνει, να τρώει και να καλοπερνάει σε βάρος των κορόιδων, που δεν είναι άλλοι από τους μισθωτούς και τους συνταξιούχους, τα μόνιμα δηλαδή υποζύγια αυτού του τόπου.

Η παραοικονομία στη χώρα μας, με βάση τα στοιχεία της ΕΕ, του Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ), είναι στο 30% του ΑΕΠ (220 δισ. ευρώ) και ανέρχεται κοντά στα 70 δισ. ευρώ τον χρόνο, με φοροδιαφυγή τουλάχιστον 22 δισ. ευρώ και φοροκλοπή, μη απόδοσης δηλαδή του ΦΠΑ, σε 5 δισ. ευρώ. Συνολικά 27 δισ. τον χρόνο. Τα οποία, αντί να μπαίνουν στα ταμεία του κράτους, καταλήγουν τελικά στις τσέπες των επιτηδείων, που ξεδιάντροπα τα οικειοποιούνται. Μόνο τα μισά εάν έμπαιναν στα ταμεία του κράτους(13,5 δισ. ευρώ τον χρόνο), τότε η χώρα μας δεν θα είχε απολύτως καμία ανάγκη να κτυπήσει σε καμία περίπτωση και ποτέ την πόρτα της τρόικας.

Το μεγάλο όπλο, το ατού θα έλεγα, που έχει στα χέρια της η κυβέρνηση, για την πάταξη της φοροδιαφυγής και της φοροκλοπής, δεν είναι άλλο από την προτροπή και την υποχρέωση συλλογής των πάσης φύσεως αποδείξεων απ’ όλους ανεξαιρέτως τους φορολογουμένους, με παράλληλη μάλιστα θέσπιση γενναίων κινήτρων για τον σκοπό αυτόν.

Οι αποδείξεις για ευνόητους λόγους δεν θα πρέπει να έχουν όλες την ίδια βαρύτητα. Απαιτείται συνεπώς ταξινόμηση των αποδείξεων, αναλόγως της βαρύτητας και της φοροδοτικής τους αξίας. Το μεγαλύτερο βάρος θα πρέπει συνεπώς να πέσει στην κατηγορία εκείνων που αποδεδειγμένα φοροδιαφεύγουν και αυτοί δεν είναι άλλοι από τους αυτοαπασχολούμενους. Θα μπορούσε ακόμη τεχνίτες, όπως υδραυλικοί, χρώστες, ηλεκτρολόγοι κ.ά., να εκδίδουν αποδείξεις χωρίς ΦΠΑ και έτσι το Δημόσιο θα εντοπίζει με ευκολία τη φορολογητέα ύλη στην πηγή αυτής της κατηγορίας, που κατά κανόνα φοροδιαφεύγει, με είσπραξη στη συνέχεια των αναλογούντων από αυτούς φόρους.

Να θεσπισθούν γενναία κίνητρα, όπως όποιος φορολογούμενος προσκομίζει αποδείξεις ειδικής βαρύτητας και αξίας, όχι σούπερ μάρκετ και λοιπών αλυσίδων, πέραν του ποσοστού που απαιτείται για να καλύψει το πλαφόν που ορίζει ο νόμος (π.χ. 25%) για την αναλογούσα κατά περίπτωση φορολογική κλίμακα κάθε φορολογουμένου του 10% ή 20% τούτων (αποδείξεις), να εκπίπτει από τη φορολογητέα ύλη του.

Να καθιερωθούν επίσης ρεαλιστικά κριτήρια διαβίωσης και να καταστούν αυστηρότερες οι φορολογικές παραβάσεις και να δούμε πανελλαδικά έστω και μια επιγραφή σε κάποιο κατάστημα με ένδειξη «κλειστόν λόγω φοροδιαφυγής» και τότε ένα είναι σίγουρο, κύριε Παπαδόπουλε, ότι ο κάθε κατεργάρης αργά ή γρήγορα θα μπει στον πάγκο του.