Την καταγγελία της Ενδιάμεσης Συμφωνίας με την ΠΓΔΜ, ώστε η Ελλάδα να μπει στη διαδικασία της τελικής διαπραγμάτευσης για την ονομασία χωρίς τα βαρίδια της ετυμηγορίας του Διεθνούς Δικαστηρίου της Χάγης, πρότειναν χθες ως επόμενο βήμα για την Ελλάδα οι ομιλητές εκδήλωσης που οργάνωσε το Ελληνικό Ιδρυμα Ευρωπαϊκής και Εξωτερικής Πολιτικής (ΕΛΙΑΜΕΠ). Παράλληλα δεν έλειψαν οι αιχμές περί «μυστικής διπλωματίας», καθώς και για τις απευθείας επαφές που είχε ο Γιώργος Παπανδρέου με τον σκοπιανό Πρωθυπουργό.

«Η απόφαση της Χάγης είχε προγραφεί 16 χρόνια πριν», τόνισε ο Ευάγγελος Κωφός, ειδικός σύμβουλος του ΕΛΙΑΜΕΠ και πρώην εμπειρογνώμονας του υπουργείου Εξωτερικών, χαρακτηρίζοντας την Ενδιάμεση Συμφωνία του 1995 «κείμενο που άνοιγε κερκόπορτες που πριόνιζαν τα κυριαρχικά μας δικαιώματα». Υπογράμμισε δε ότι είναι ανάγκη να υπάρξει από την ελληνική πλευρά άμεση δήλωση λήξης της Συμφωνίας (δηλαδή καταγγελία της), ώστε να αρχίσει η διαδικασία σύνταξης του τελικού κειμένου της Συμφωνίας. Σε κάθε περίπτωση, κατέληξε, «το πρόβλημα είναι πολιτικό και όχι νομικό».

«Η Ελλάδα θα μπορούσε να προχωρήσει σε καταγγελία της Ενδιάμεσης Συμφωνίας, αν τα Σκόπια δυναμιτίσουν με την προκλητικότητά τους τη διαπραγμάτευση υπό τον ΟΗΕ», είπε από την πλευρά του ο ευρωβουλευτής της ΝΔ Γιώργος Κουμουτσάκος, τονίζοντας ωστόσο ότι η Ελλάδα θα πρέπει να διαφυλάξει το κεκτημένο του Βουκουρεστίου, που είναι η σύνδεση της επίλυσης του ζητήματος με την ένταξη της ΠΓΔΜ στους ευρωατλαντικούς θεσμούς. Πρόσθεσε μάλιστα ότι ενδεχόμενη καταγγελία της Συμφωνίας θα πρέπει να είναι μέρος μιας συνολικής επεξεργασμένης στρατηγικής που θα απαντά στο ερώτημα «και μετά την καταγγελία τι;». Αιχμές άφησε, πάντως, και για «παράλληλους διαύλους» διαπραγμάτευσης που «θολώνουν τη διαπραγματευτική θέση της χώρας».

Παρόμοιες αιχμές άφησε και ο ε.τ. πρέσβης Αλέξανδρος Μαλλιάς, αναφερόμενος στις δέκα συναντήσεις του Γ. Παπανδρέου με τον Νίκολα Γκρούεφσκι που δεν είχαν αποτέλεσμα, ενώ υποστήριξε ότι «γι’ αυτό δεν έχει αναληφθεί πρωτοβουλία από τον Μ. Νίμιτς τόσον καιρό».