Η μεγαλύτερη τρύπα του όζοντος που έχει εμφανιστεί ποτέ στην Αρκτική καταγράφηκε τους τρεις πρώτους μήνες της φετινής χρονιάς εξαιτίας των πολύ χαμηλών θερμοκρασιών που επικρατούσαν στη στρατόσφαιρα της περιοχής.

Η ελάττωση της προστατευτικής στιβάδας του όζοντος αποτυπώθηκε λεπτομερώς ύστερα από έρευνα που έκανε το Εργαστήριο JPL της NASA και επιστήμονες από 19 ινστιτούτα διαφόρων χωρών. Η τρύπα του όζοντος εντοπίστηκε σε ύψος περίπου 20 χιλιομέτρων.

Το όζον εκτείνεται 15 μέχρι 35 χιλιόμετρα πάνω από την επιφάνεια της Γης και δρα προστατευτικά απέναντι στις επικίνδυνες ηλιακές ακτινοβολίες, όπως η υπεριώδης ακτινοβολία Β που είναι ικανή να προκαλέσει εγκαύματα ή και καρκίνο του δέρματος στους ανθρώπους.

Οι ερευνητές που κατέγραψαν το πρωτοφανές φαινόμενο, όπως η δρ Μισέλ Σαντί, συμπέραναν ότι η μείωση της στιβάδας του όζοντος οφείλεται στην επικράτηση ιδιαίτερα χαμηλών θερμοκρασιών τον προηγούμενο χειμώνα που είχαν ως αποτέλεσμα να πυροδοτήσουν χημικές αντιδράσεις οι οποίες καταστρέφουν τα μόρια του όζοντος πάνω από την Αρκτική.

Ειδικότερα, οι πολύ χαμηλές θερμοκρασίες που καταγράφονταν συνεχώς στην Αρκτική από τον Δεκέμβριο μέχρι τον Απρίλιο ευνόησαν τη δράση υπαρχουσών χημικών ενώσεων στη στρατόσφαιρα που με τη σειρά τους συνέβαλαν με πιο ενεργό τρόπο στην καταστροφή της προστατευτικής στιβάδας.

Αυτές οι χημικές ενώσεις που λέγονται χλωροφθοράνθρακες (CFCs) εμφανίστηκαν για πρώτη φορά τη δεκαετία του 1930. Στα χρόνια που ακολούθησαν χρησιμοποιήθηκαν ευρέως στη βιομηχανία ως ψυκτικά σε ψυγεία (φρέον), προωθητικά σε σπρέι και ως καθαριστικά ηλεκτρονικών και βιομηχανικών προϊόντων. Στη συνέχεια η χρήση τους περιορίστηκε δραστικά. Επειδή όμως αυτές οι ενώσεις είναι αδρανείς, δηλαδή δεν αντιδρούν με άλλες στην ατμόσφαιρα για να καταστραφούν, μένουν αναλλοίωτες στο πέρασμα του καιρού και ανέρχονται στην στρατόσφαιρα. Εκεί διασπώνται από την υπεριώδη ακτινοβολία παράγοντας ρίζες χλωρίου, οι οποίες καταστρέφουν τα μόρια του όζοντος στη στρατόσφαιρα. Σημαντικό ρόλο στη διαδικασία αυτή διαδραματίζει το μονοξείδιο του χλωρίου.

Οι επιστήμονες που δημοσίευσαν την εργασία τους στο «Nature» διαπίστωσαν ότι σε μία τεράστια περιοχή πάνω από την Αρκτική το όζον είχε καταστραφεί κατά 80%, σε ύψος από 18 μέχρι και 20 χιλιόμετρα από την επιφάνεια της Γης.

Το μέγεθος της τρύπας που δημιουργήθηκε είναι σχεδόν αντίστοιχο με εκείνο που παρατηρήθηκε πρώτη φορά στην Ανταρκτική, τη δεκαετία του 1980, και το οποίο έκτοτε εξακολουθεί να μεγαλώνει.

Γεγονός πάντως είναι ότι οι επιστήμονες δεν μπορούν να προβλέψουν τη συμπεριφορά της τρύπας που δημιουργήθηκε, αν θα συρρικνωθεί ή αν πρόκειται να γίνει ακόμη μεγαλύτερη.

Κατά τους ειδικούς, υπάρχει τάση να συνεχίσουν να επικρατούν στην Αρκτική οι πολύ ψυχροί χειμώνες (πολικός στρόβιλος) και ενδεχομένως η απώλεια της στιβάδας του όζοντος να παραταθεί.

Κατά τον Μπρους Αρμστρονγκ, καθηγητή στο Πανεπιστήμιο του Σίδνεϊ, η τρύπα στην Αρκτική θα επιτρέψει να φθάσει στη Γη πολύ μεγαλύτερη ποσότητα υπεριώδους ακτινοβολίας, χωρίς όμως να υπάρχει άμεσος κίνδυνος εκδήλωσης καρκίνου στους ανθρώπους.