Σε τούτες τις δύσκολες μέρες, το ελληνικό αρχέτυπο ενσαρκώνει όχι κάποιος που προσφέρει, αλλά κάποιος που φυγοδικεί. Αυτός ο κάποιος έχει ιστορία, έχει και όνομα, που συνοδεύεται στα κείμενα πολλών εντύπων, αλλά και στα μάτια πολλών συμπολιτών μας από το χαϊδευτικό «-αρος». Και δικαιολογημένα, από μια άποψη, αφού προκαλεί συγχρόνως και τα τρία αισθήματα που γεμίζουν την ελληνική «ψυχή»: φόβο, ιλαρότητα και θαυμασμό για τη διαρκή αποφυγή των συνεπειών του νόμου. Ομως, και αυτό είναι το σημαντικότερο, αυτός ο κάποιος οικοδόμησε τον μύθο του εκμεταλλευόμενος τις δομικές αδυναμίες – τα δομικά χαρακτηριστικά – του ελληνικού κράτους: την ασυνέπεια, τον ανορθολογισμό, τον φόβο ανάληψης προσωπικής και συλλογικής ευθύνης, την έλλειψη συνεννόησης και οργάνωσης, την ανυπαρξία θεσμικού παραδείγματος. Διαρκώς τον κυνηγάμε, αλλά αν τύχει και τον συλλάβουμε, τον αφήνουμε αμέσως ελεύθερο. Γιατί όλο και κάποιο δικονομικό παραθυράκι θα υπάρχει, όλο και κάποιοι δικαστές θα διαφωνήσουν μεταξύ τους, όλο και κάποια κενά θα έχει ο φάκελος, όλο και κάποιοι θα νίψουν (χωρίς συνέπειες) τα χέρια τους. Και ο «μεγάλος» πάντα θα νικά το κράτος που τον έθρεψε.

Δυστυχώς, κάτι αντίστοιχο συμβαίνει και με την προσπάθεια υπέρβασης της κρίσης. Κι εδώ από λόγια, μέτρα και υποσχέσεις κάθε άλλο παρά υστερούμε. Κι εδώ η θεωρία και η εφαρμογή αποτελούν δύο διαφορετικούς κόσμους: τα μέτρα πρώτα ανακοινώνονται και μετά μελετώνται, με αποτέλεσμα να έχουν ακυρωθεί πριν καν οριστικοποιηθούν. Τα παραδείγματα των τελευταίων ημερών πολλά και βαριά: οι αποκρατικοποιήσεις ετοιμάζονται για την πολλοστή «επανεκκίνηση» (και γι’ αυτό δεν έχουν ξεκινήσει ποτέ)• το τέλος ακινήτων αρχικά ήταν η «πιο δίκαια λύση», ώσπου συνάντησε τη δυσπιστία της τρόικας, μετά είχε πολλές και αργότερα όχι αρκετές εξαιρέσεις, ενώ διαρκώς θέτει νομικά και πρακτικά προβλήματα• η «έκτακτη εισφορά» είχε λάθη και στο χαρτί (τον υπολογισμό) και στο ταμείο (τον τρόπο είσπραξης) και άρα έχει μείνει μετέωρη• για την εργασιακή εφεδρεία η κυβέρνηση πρώτα δεσμεύτηκε και μετά ανακάλυψε ότι είχε «συνταγματικά προβλήματα» (σαν κι αυτά που αναλύουν εδώ και βδομάδες όλο οι έλληνες συνταγματολόγοι, που δεν είναι ούτε λίγοι, ούτε όλοι εχθρικά διακείμενοι στο κυβερνών κόμμα)• το νέο «σύστημα» των αποδείξεων βγήκε ξαφνικά προς τα έξω, εξέπληξε τους πάντες, υπέστη κριτική (απέξω κι από μέσα), τροποποιήθηκε και είναι αμφίβολο εάν ποτέ θα εφαρμοσθεί.

Οποιος τα γνωρίζει όλα αυτά, και δεν υπάρχει κανείς που να ζει σε αυτή τη χώρα και να μην τα γνωρίζει, θα πρέπει να είχε μια αίσθηση εικονικής πραγματικότητας στο άκουσμα της μόνης «ευχάριστης» είδησης αυτής της βδομάδας: της ενθουσιώδους υποδοχής των καθησυχαστικών λόγων του Πρωθυπουργού στη Γερμανία και των αντίστοιχων γερμανικών διαβεβαιώσεων για τη «σωτηρία» της Ελλάδας. Γιατί τη βεβαιότητα του Πρωθυπουργού για «έγκαιρη και ορθή εκτέλεση» των υποχρεώσεων και για παραγωγή πλεονάσματος μέσα στο 2012 αντιμάχεται η σκληρή αλήθεια όχι μόνο των παραπάνω παραδειγμάτων, αλλά όλης της μέχρι τώρα εφαρμογής των μέτρων του Μνημονίου.

Θα πει κάποιος καλόπιστος: δεν είναι ποτέ αργά να αλλάξουμε νοοτροπία και ρυθμό. Ανήκω σε εκείνους που θα ήταν ευτυχείς εάν αυτό συνέβαινε: έχω πολύ μεγαλύτερη αγωνία επιβίωσης παρά ζήλο κριτικής. Ομως και πάλι τα δείγματα της πραγματικής ζωής είναι δυσοίωνα: η στροφή θα έπρεπε να είχε ξεκινήσει αμέσως μετά τη διπλή καμπάνα του τελευταίου ανασχηματισμού και του ευρωπαϊκού πακέτου του Ιουλίου – τότε, και ορθά, είχε γίνει λόγος για τελευταία ευκαιρία. Η «ευκαιρία» αυτή βλέπουμε τι διαχείρισης έτυχε. Γι’ αυτό, όταν μου ζητούν, εύλογα, τι συγκεκριμένο θα μπορούσε κανείς να προτείνει πέρα από τις διαπιστώσεις, ξέρω πλέον τι να απαντήσω: ένα μέτρο, ένα μόνο, που να έχει σε τέτοιο βαθμό μελετηθεί, ώστε να μη χρειαστεί να μαζευτεί, να αλλάξει ή να ετεροχρονιστεί. Τόσο απλό. Και τόσο δύσκολο για τη χώρα του Μάκη.

Ο Κώστας Μποτόπουλος είναι συνταγματολόγος, πρώην ευρωβουλευτής ΠΑΣΟΚ

www.botopoulos.gr