Μέσα από τα βιβλία τους, θα τους μάθουμε. Μιλώ για τους τόμους, τις βιβλιοθήκες – τα κάστρα της λογοτεχνίας – που γέννησαν τα διεθνή εγκλήματα εναντίον της ανθρωπότητας της 11ης Σεπτεμβρίου του 2011. Πολλά από τα βιβλία είναι γεμάτα από ψευδοπατριωτισμό και εγωπάθεια, άλλα σάπια από την αγιάτρευτη μυθολογία περί ενοχής των CIA/Μοσάντ, μερικά (φευ, από τον μουσουλμανικό κόσμο) φτάνουν σε σημείο να αναφέρονται στους δράστες ως «αγόρια», σχεδόν όλα αποφεύγουν αυτό που ψάχνει κάθε αστυνομικός έπειτα από κάθε έγκλημα: το κίνητρο.

Γιατί να συμβαίνει αυτό, αναρωτιέμαι, έπειτα από 10 χρόνια πολέμου, εκατοντάδες χιλιάδες αθώα θύματα, ψέματα, υποκρισία, προδοσία και σαδιστικά βασανιστήρια από τους Αμερικανούς – τα δικά μας παιδιά από τη MI5 απλώς άκουγαν, καταλάβαιναν, ίσως κοίταζαν, φυσικά δεν άγγιξαν, αυτά είναι ανοησίες – και τους Ταλιμπάν; Καταφέραμε άραγε να φιμώσουμε τους εαυτούς μας, καθώς και τον κόσμο, με τους φόβους μας; Παραμένουμε ακόμα ανήμποροι να πούμε αυτές τις τρεις προτάσεις: Οι 19 δολοφόνοι της 11ης Σεπτεμβρίου ισχυρίζονταν πως ήταν μουσουλμάνοι. Ερχονταν από έναν τόπο που ονομάζεται Μέση Ανατολή. Μήπως υπάρχει κάποιο πρόβλημα εκεί πέρα;

Οι αμερικανοί εκδότες πρωτοκήρυξαν τον πόλεμο το 2001 με ογκώδεις φωτογραφικούς – αφιερωματικούς τόμους. Οι τίτλοι μιλούσαν από μόνοι τους: «Πάνω από το καθαγιασμένο σημείο», «Για να έχουν άλλοι την ευκαιρία να ζήσουν», «Λεοντόκαρδοι», «Αυτά που είδαμε», «Το ύστατο σύνορο», «Λύσσα για τον Θεό», «Η σκιά των σπαθιών»… Βλέποντας τα έργα αυτά να σωρεύονται στα κιόσκια της Αμερικής, ποιος μπορούσε να αμφιβάλει πως οι ΗΠΑ θα κατέβαιναν σε πόλεμο; Και πολύ πριν από την εισβολή στο Ιράκ το 2003, ένας άλλος σωρός από τόμους έφτασε να δικαιολογήσει τον πόλεμο μετά τον πόλεμο. Ανάμεσά τους, ξεχώρισε «Η απειλούμενη καταιγίδα» του πρώην πράκτορα της CIA Κένεθ Πόλακ – μήπως δεν θυμηθήκαμε όλοι τη «Μαύρη καταιγίδα» για τον Τσόρτσιλ; – το οποίο συνέκρινε την επερχόμενη μάχη εναντίον του Σαντάμ με την κρίση που είχαν αντιμετωπίσει η Βρετανία και η Γαλλία το 1938.

Υπήρχαν δύο μοτίβα σε αυτό το έργο του Πόλακ – «Ενας από τους μεγαλύτερους ειδικούς παγκοσμίως όσον αφορά το Ιράκ» ενημέρωνε το εξώφυλλο τους αναγνώστες, μεταξύ των οποίων ήταν και ο Φαρίντ Ζακάρια («ένα από τα πιο σημαντικά βιβλία των τελευταίων ετών για την αμερικανική εξωτερική πολιτική» μπουρδολόγησε). Το πρώτο ήταν μια λεπτομερής περιγραφή των όπλων μαζικής καταστροφής του Σαντάμ∙ τα οποία, όπως ξέρουμε, δεν υπήρχαν. Το δεύτερο μοτίβο ήταν η ευκαιρία να σπάσει ο «δεσμός» ανάμεσα «στο ιρακινό ζήτημα και την αραβοϊσραηλινή διαμάχη».

Το επιχείρημα είχε ως εξής: στερημένοι από τη στήριξη του ισχυρού Ιράκ, οι Παλαιστίνιοι θα αποδυναμώνονταν ακόμα περισσότερο στην πάλη τους εναντίον της ισραηλινής κατοχής. Ο Πόλακ αναφερόταν στη «θηριώδη τρομοκρατική εκστρατεία» των Παλαιστινίων – αλλά χωρίς καμία κριτική του Ισραήλ. Μιλούσε για «εβδομαδιαίες τρομοκρατικές επιθέσεις που ακολουθούνται από ισραηλινές απαντήσεις (sic)», τη σταθερή ισραηλινή εκδοχή των γεγονότων. Η προκατάληψη της Αμερικής υπέρ του Ισραήλ δεν ήταν παρά μια αραβική «άποψη». Τουλάχιστον ο σκανδαλώδης Πόλακ είχε καταλάβει πως η ισραηλινο-παλαιστινιακή διαμάχη είχε κάποια σχέση με την 11η Σεπτεμβρίου, ακόμα και αν ο Σαντάμ δεν είχε.

Τα χρόνια που ακολούθησαν, φυσικά, κατακλυστήκαμε από συγγράμματα με θέμα το μετά-την-11η-Σεπτεμβρίου τραύμα, από το ευφραδές «Ο απειλητικός πύργος» του Λόρενς Ράιτ έως τα πονήματα της οργάνωσης «Λόγιοι υπέρ της Αλήθειας για την 11η Σεπτεμβρίου», οι υποστηρικτές της οποίας λένε πως τα συντρίμμια του αεροσκάφους έξω από το Πεντάγωνο τα έριξε ένα C-130, πως τα αεροπλάνα που χτύπησαν το Παγκόσμιο Κέντρο Εμπορίου ήταν τηλεκατευθυνόμενα, πως το αεροσκάφος που πραγματοποιούσε την πτήση 93 καταρρίφθηκε από έναν αμερικανικό πύραυλο κ.λπ. Δεδομένης της μυστικοπαθούς, ανόητης και ενίοτε ανειλικρινούς περιγραφής που παρουσίασε ο Λευκός Οίκος – για να μην αναφερθούμε στην αρχική εξαπάτηση των μελών της επίσημης επιτροπής για την 11η Σεπτεμβρίου – δεν εκπλήσσομαι που εκατομμύρια Αμερικανοί πιστεύουν κάποια από αυτά, χωρίς να λογαριάσουμε το μεγαλύτερο κυβερνητικό ψέμα από όλα: πως ο Σαντάμ ήταν πίσω από την 11η Σεπτεμβρίου. Ο Λίον Πανέτα, ο νεοδιορισμένος απολυταρχικός άρχων της CIA, επανέλαβε αυτό το ίδιο ψέμα φέτος στη Βαγδάτη.

Εχουν υπάρξει και κινηματογραφικές ταινίες. Η «Πτήση 93» αναπαρέστησε τα όσα ενδεχομένως (ενδεχομένως και όχι) συνέβησαν πάνω στο αεροσκάφος που έπεσε σε ένα χωράφι της Πενσυλβάνιας. Μια άλλη ταινία αφηγήθηκε μια ιστορία πολύ ρομαντική, κατά την οποία οι Αρχές της Νέας Υόρκης κατάφεραν περιέργως να εμποδίσουν σχεδόν κάθε κινηματογράφηση στους δρόμους της πόλης. Και τώρα, κατακλυζόμαστε από τηλεοπτικά αφιερώματα, με όλα τους να έχουν αποδεχθεί το ψέμα πως η 11η Σεπτεμβρίου άλλαξε πράγματι τον κόσμο – η επανάληψη αυτής της επικίνδυνης θέσης από τους Μπους και Μπλερ ήταν που επέτρεψε στους γκάνγκστερ τους να επιδοθούν σε δολοφονικές εισβολές και βασανιστήρια -, χωρίς να αναρωτιούνται ούτε για μια στιγμή γιατί δέχθηκαν ο Τύπος και η τηλεόραση αυτήν την ιδέα. Μέχρι στιγμής ούτε ένα από αυτά τα προγράμματα δεν έχει αναφέρει τη λέξη «Ισραήλ» – στην εκπομπή του Μπράιαν Λάπινγκ στο ITV το βράδυ της Πέμπτης αναφέρθηκε μία φορά η λέξη «Ιράκ», χωρίς να εξηγηθεί ο βαθμός στον οποίο η 11η Σεπτεμβρίου του 2001 προσέφερε την πρόφαση για αυτό το έγκλημα πολέμου το 2003. Πόσοι άνθρωποι σκοτώθηκαν την 11η Σεπτεμβρίου; Σχεδόν 3.000. Πόσοι σκοτώθηκαν στον πόλεμο του Ιράκ; Ποιος νοιάζεται;

Η επίσημη έκθεση για την 11η Σεπτεμβρίου – εκδόθηκε για πρώτη φορά το 2004, διαβάστε όμως τη νέα έκδοση του 2011 – αξίζει πραγματικά να διαβαστεί, αν μη τι άλλο για τις πραγματικότητες που παρουσιάζει, αν και οι πρώτες παράγραφοι παραπέμπουν περισσότερο σε μυθιστόρημα παρά σε κυβερνητική έρευνα. «Η Τρίτη… χάραξε στις Ανατολικές ΗΠΑ με ευχάριστη θερμοκρασία και έναν ουρανό σχεδόν ανέφελο… Για όσους κατευθύνονταν στο αεροδρόμιο, οι καιρικές συνθήκες δεν θα μπορούσαν να είναι καλύτερες για ένα ασφαλές και ευχάριστο ταξίδι. Μεταξύ των ταξιδιωτών ήταν ο Μοχάμεντ Ατα…». Αναρωτιέμαι, ασκούμενοι στο περιοδικό «Time» ήταν αυτοί οι τύποι;

Με τραβούν όμως κοντά τους ο Αντονι Σάμερς και ο Ρόμπιν Σουάν, των οποίων «Η ενδεκάτη ημέρα» αντιμετωπίζει όλα όσα η Δύση αρνήθηκε να δει τα χρόνια που ακολούθησαν την 11η Σεπτεμβρίου. «Ολα τα στοιχεία υποδηλώνουν πως ο παράγοντας που ένωσε τους συνωμότες – σε κάθε επίπεδο – ήταν η Παλαιστίνη» γράφουν. Ενας από τους διοργανωτές της επίθεσης πίστευε πως θα έκανε τους Αμερικανούς να συγκεντρωθούν στις «φρικαλεότητες που διαπράττει η Αμερική στηρίζοντας το Ισραήλ». Η Παλαιστίνη, δηλώνουν οι συγγραφείς, «ήταν μετά βεβαιότητας το κύριο πολιτικό παράπονο… που καθοδηγούσε τους νεαρούς Αραβες (που είχαν ζήσει) στο Αμβούργο».

Το κίνητρο των επιθέσεων «ξεγλίστρησε» ακόμα και από την επίσημη έκθεση για την 11η Σεπτεμβρίου, λένε οι συγγραφείς. Οι ερευνητές είχαν διαφωνήσει σε αυτό το «ζήτημα» – κωδικοποιημένη λέξη-κλισέ για το «πρόβλημα» – και οι πλέον υψηλόβαθμοι αξιωματούχοι Τόμας Κιν και Λι Χάμιλτον έμελλε να εξηγήσουν αργότερα: «Ηταν ένα ευαίσθητο θέμα… Οι ερευνητές που επιχειρηματολογούσαν πως η Αλ Κάιντα υποκινούνταν από μια θρησκευτική ιδεολογία – και όχι από την εναντίωση στις αμερικανικές πολιτικές – αρνήθηκαν κάθε αναφορά στην ισραηλινο-παλαιστινιακή διαμάχη… Κατά την άποψή τους, η καταγραφή της αμερικανικής στήριξης προς το Ισραήλ ως γενεσιουργού αιτίου της εναντίωσης της Αλ Κάιντα στις ΗΠΑ υποδήλωνε πως οι ΗΠΑ θα έπρεπε να επαναξιολογήσουν αυτήν την πολιτική».

Τι συνέβη λοιπόν; Οι ερευνητές, δηλώνουν οι Σάμερς και Σουάν, «συμβιβάστηκαν σε μια αόριστη φρασεολογία που παρέκαμπτε το ζήτημα του κινήτρου». Υπάρχει μια νύξη στην επίσημη έκθεση – αλλά μόνο σε μια υποσημείωση την οποία, φυσικά, λίγοι διαβάζουν. Με άλλα λόγια, εξακολουθούμε να μην έχουμε πει την αλήθεια για το έγκλημα που -καλούμαστε να πιστέψουμε – «άλλαξε για πάντα τον κόσμο».

Εχοντας δει μάλιστα τον περασμένο Μάιο τον Ομπάμα γονυπετή ενώπιον του Νετανιάχου δεν μου κάνει και μεγάλη εντύπωση.

Οταν ο ισραηλινός πρωθυπουργός κάνει ακόμα και το Κογκρέσο να σέρνεται μπροστά του, τότε είναι προφανές πως ο αμερικανικός λαός δεν θα μάθει την απάντηση στο πιο σημαντικό και «ευαίσθητο» ερώτημα. Γιατί;

© Independent

(3 Σεπτεμβρίου 2011)