Σε μια σκηνή του τρίτου βιβλίου της τριλογίας «Μιλένιουμ», η Λίσμπετ Σαλάντερ βρίσκεται στο λόμπι ενός ξενοδοχείου στο Γιβραλτάρ όπου διαμένει για λίγες μέρες. Είχε μόλις ξεμπερδέψει από πολύμηνη νοσηλεία, φυλακές και δίκη.
Κοιτάζει τους άντρες γύρω της εξεταστικά. Διαλέγει έναν, τον παίρνει παράμερα και του λέει ότι αν θέλει σεξ, το δωμάτιό της είναι το τάδε και θα τον περιμένει εκεί για μισή ώρα. Μετά θα κοιμηθεί.


Το μοναδικό κριτήριο με βάση το οποίο τον διάλεξε ήταν η διαθεσιμότητά του. Διαισθανόταν ότι ήταν μάλλον ντροπαλός και δεν έκανε απιστίες στη γυναίκα του, κατάλαβε όμως κρυφακούοντας την ώρα που αυτός μιλούσε στο κινητό ότι η οικογένειά του ήταν σε άλλη χώρα και ότι εκείνος θα έμενε στο Γιβραλτάρ περίπου όσες μέρες και εκείνη. Ηξερε, εκ πείρας, ότι σπάνια ένας άντρας αρνείται μια τόσο ευθεία πρόταση, έστω και αν τον φοβίζει. Και το μόνο που ήθελε ήταν να τερματίσει γρήγορα η μακροχρόνια υποχρεωτική αποχή από το σεξ.

Πάντως η ηρωίδα αυτή του Στιγκ Λάρσον, το περίφημο «Κορίτσι με το τατουάζ» που τόσο διαβάστηκε τα δύο τελευταία καλοκαίρια σε όλο τον κόσμο, δεν είναι ένα σεξ σύμπολ. Είναι ένα ιδιαίτερο «φρούτο», θα έλεγε κανείς, όχι και τόσο εξωτικό, που κατάφερε ωστόσο να αιχμαλωτίσει τις καρδιές και τα μυαλά εκατομμυρίων ανθρώπων. Τα 30 εκατομμύρια αντίτυπα του «Μιλένιουμ» που πουλήθηκαν σε όλο τον κόσμο, είναι ίσως μόνο η αρχή. Κάτι ξέρει και το Χόλιγουντ που έκανε μια κίνηση κατ΄ αρχήν κάπως παράλογη: ενώ και τα τρία βιβλία γυρίστηκαν αμέσως ταινίες, σουηδικές παραγωγές που- τουλάχιστον η πρώτη- έκαναν αξιοπρεπέστατη διεθνή καριέρα, εκείνο πήρε την απόφαση να τις ξαναγυρίσει από την αρχή, με τον Ντάνιελ Κρεγκ στον ρόλο του Μάικλ Μπλούμκβιστ. Για τον ρόλο της Λίσμπετ Σαλάντερ έψαξαν πολύ. Ο ένας λόγος είναι ότι πρόκειται για πολύ δύσκολο και ιδιαίτερο ρόλο, ο άλλος ότι στις σουηδικές παραγωγές η Νούμι Ραπάς τα πήγε περίφημα. Εντέλει, και παρά το γεγονός ότι στις υποψήφιες ήταν ονόματα όπως οι Σκάρλετ Γιόχανσον, Νάταλι Πόρτμαν, Εμα Γουότσον, οι παραγωγοί επέλεξαν τη σχετικά άγνωστη Ρούνεϊ Μάρα. Θα τους βγει; Αγνωστο, όσο άγνωστος παραμένει και ο εσωτερικός κόσμος αυτής της εντελώς νέας κοπής μυθιστορηματικής ηρωίδας.

Ο χαρακτήρας. Η Λίσμπετ Σαλάντερ δεν μιλάει πολύ. Είναι μπαϊσέξουαλ, είναι πάρα πολύ λεπτή και κοντή, η εμφάνισή της παραπέμπει σε παιδούλα που μπαίνει στην εφηβεία. Σε αστυνομικούς, δικαστές και ψυχολόγους δεν μιλάει ποτέ, δεν τους απευθύνει τον λόγο ούτε όταν τη ρωτάνε αν θέλει ένα ποτήρι νερό. Στους άλλους μιλάει, αν χρειαστεί, αλλά γκρεμίζει σχέσεις πολύ εύκολα και εξαφανίζεται από προσώπου γης ακόμη ευκολότερα. Το μόνο περιβάλλον στο οποίο νιώθει οικεία, εκεί καμιά φορά την πιάνει και λογοδιάρροια, είναι το Διαδίκτυο. Δεν το γνωρίζουν παρά ελάχιστοι άνθρωποι, αλλά η Λίσμπετ είναι ένας από τους δέκα-είκοσι ικανότερους χάκερ στον πλανήτη. Εχει το ψευδώνυμο «Σφήγκα» και μιλάει ηλεκτρονικά με τους «συναδέλφους» της.

Μπορεί να μοιάζει αδύναμη, ωστόσο είναι ταχύτατη και μπορεί να νικήσει σε μονομαχία τον οποιονδήποτε. Σε μία περίπτωση βρέθηκε αντιμέτωπη με δύο θηριώδεις τύπους, μέλη ενός κλαμπ μοτοσυκλετιστών, και τους έστειλε στο νοσοκομείο. Πώς; Εριξε στον έναν μία γρήγορη κλωτσιά στα αχαμνά και άλλη μία γρήγορη στο πρόσωπο μόλις διπλώθηκε. Μέχρι να βγάλει το όπλο ο άλλος, έτρεξε και του κατάφερε μία γερή ροπαλιά με ένα ηλεκτρικό κλομπ που φορτίζει τις νύχτες και το κουβαλάει στην τσάντα της τη μέρα. Και τους πήρε και τη Χάρλεϊ.

Δεν χτυπάει, πάντως, χωρίς λόγο. Οταν όμως υπάρχει σοβαρός λόγος, υπολογίζει ακόμη και την πιθανότητα να σκοτώσει, πράγμα που τελικά δεν κάνει γιατί έχει απόλυτη συναίσθηση των συνεπειών. Η προβληματική της κοινωνικότητα δεν οφείλεται πάντως μόνο στο σύνδρομο Ασπερκερ, στο οποίο οφείλει και την εκπληκτική, φωτογραφική της μνήμη. Οφείλεται και σε μία εξαιρετικά τραυματική προεφηβεία και εφηβεία. Ο πατέρας της ερχόταν στο σπίτι όποτε του κάπνιζε και είχε μοναδικό σκοπό να κακοποιεί τη μητέρα της. Ωσπου η δωδεκάχρονη, τότε, Λίσμπετ του πέταξε μια μολότοφ μέσα στο αυτοκίνητο και τον άφησε μισερό. Ο εγκλεισμός της σε ίδρυμα, λόγω αυτής της ενέργειας, παρατάθηκε αδικαιολόγητα- αυτή τη φορά λόγω συνωμοσίας μυστικών υπηρεσιών, που ήθελαν να κρατήσουν την ταυτότητα του πατέρα της κρυφή. Εξαιτίας αυτού του πατέρα- γκάνγκστερ, η Σαλάντερ υπέστη τα πάνδεινα στην εφηβεία της. Αλλά και όταν ενηλικιώθηκε, την κήρυξαν νομικά ανήλικη και ανέθεσαν την κηδεμονία της σε δικηγόρο που ήταν στο κόλπο και που τη βίαζε. Εκείνη βρήκε το θάρρος να αντιδράσει, τον αιχμαλώτισε, τον βίασε και του χάραξε τατουάζ που έγραφε «είμαι σαδιστικό γουρούνι και βιαστής».

Χωρίς θηλυκότητα. Μέσα από το πορτρέτο της Λίσμπετ Σαλάντερ, ο Στιγκ Λάρσον ήθελε να φτιάξει μια γυναίκα της νέας εποχής. Που απεκδύεται κάθε «θηλυκή» συμπεριφορά, που έρχεται κοντύτερα στην ανδρική συνθήκη, που διεκδικεί τα δικαιώματα που η κοινωνία της αφαιρεί. Μοιάζει να θέλει να πει ότι αν η γυναίκα θέλει να απελευθερωθεί πραγματικά, πρέπει να αρνηθεί και τον ρόλο του θηλυκού, τον ρόλο δηλαδή εκείνου που προκαλεί, μέσω της θηλυκότητας, τον άντρα να την κατακτήσει, αφού δεν μπορεί η ίδια να απαιτήσει τα δικαιώματά της. Αυτά όμως θα πρέπει να τα απαιτήσει ακόμα και με τη βία. Γιατί υφίσταται βία, και μάλιστα στις σκανδιναβικές χώρες μια ιδιαίτερη βία με σαδομαζοχιστικά χαρακτηριστικά. Το ζήτημα δεν είναι άσχετο και με μια πολύ ιδιαίτερη δημόσια συζήτηση στη Σουηδία, όπου έχει ψηφιστεί νόμος για την πορνεία που δίνει το δικαίωμα στην πόρνη να ασκεί το επάγγελμά της, αλλά στέλνει στη φυλακή αυτόν που αγοράζει τις υπηρεσίες της…

Ολο το μοντέλο της γυναίκας- αντικείμενο πρέπει να αλλάξει. Πώς να γίνει; Κάτι σαν μια Πίπη Φακιδομύτη του 21ου αιώνα, μια Πίπη Φακιδομύτη επίσης Σουηδέζα, που συντρόφευε τα βράδια του πρόωρα χαμένου Στιγκ Λάρσον, όταν ήταν μικρός…

ΕΙΠΕ

Συνήθως οι άνθρωποι δεν νοιάζονται καθόλου για μένα.

Δεν είμαι καλή με τους ανθρώπους»

ΕΙΠΑΝ ΓΙ΄ ΑΥΤΗΝ

Είναι μια νέα Οντρεϊ Χέπμπορν, αλλά με τατουάζ και μπόντι πίρσινγκ

Είναι μια ασυμβίβαστη Λάρα Κροφτ με την παγερή λογική του Μίστερ Σποκ