Πιθανότατα δεν υπάρχει φράση που να έχει ακουστεί συχνότερα στα διεθνή συνέδρια Τύπου από τη διαβόητη «το περιεχόµενο είναι βασιλιάς» – φράση που µε τα χρόνια απέκτησε πολλαπλές αναγνώσεις και πλέον εκλαµβάνεται (από ορισµένους) ως η αδυναµία των ανθρώπων του Τύπου να αποδεχθούν πως µπορούν να υπάρξουν σηµαντικότερες λειτουργίες σε ένα µιντιακό περιβάλλον από την παραγωγή περιεχοµένου. Εάν η αυταπόδεικτη κρισιµότητα της ύλης έχει δοκιµαστεί µέχρι σήµερα από έτερα «συστατικά» του Διαδικτύου – όπως οι υποδοµές, το λογισµικό, η επικοινωνία χρήστη προς χρήστη κ.ά. – οι επόµενοι µήνες µάλλον θα δώσουν την οριστική απάντηση: όχι τόσο για το πόσο σηµαντικό είναι το περιεχόµενο αλλά για το ποιο είδος ύλης έχει τη µεγαλύτερη οικονοµική αξία. Κι αυτό διότι η αγορά του περιεχοµένου εισέρχεται σε µία πρωτοφανή φάση πόλωσης. Στο ένα άκρο εντοπίζεται η προσπάθεια των εκδοτών – µε πρωτοστατούντα τον µεγιστάνα Ρούπερτ Μέρντοκ – να προσδώσουν µεγαλύτερη αξία στην ύλη τους όχι τόσο εµπλουτίζοντάς την αλλά, απλά, βάζοντας αντίτιµο και διακόπτοντας τη µέχρι σήµερα δωρεάν διάθεσή της στο Ιντερνετ. Η λογική ξεκάθαρη: η ποιοτική δηµοσιογραφία δεν γίνεται να χρηµατοδοτηθεί µόνο από διαφηµιστικά έσοδα και χρήζει «υποστήριξης» και από τους χρήστες, πόσω µάλλον όταν το ίδιο περιεχόµενο διατίθεται επί πληρωµή στο περίπτερο. Μπορεί τον Μέρντοκ να τον ακολουθεί σειρά έγκυρων τίτλων («Νew Υork Τimes», «Εconomist» κ.ά.) ωστόσο είναι προφανές πως πρόκειται για στρατηγική µακροπρόθεσµης περιχαράκωσης του Τύπου σε µία «ελίτ» αγορά αυτών που δύνανται να πληρώνουν (ενίοτε ακριβά) για ειδησεογραφία. Στη διάσταση της επιρροής, η έµφαση πλέον δεν είναι στο πόσοι αλλά στο ποιοι.

Οµως, πιθανότατα αυτή η αλλαγή στρατηγικής κατεύθυνσης να έρχεται σε µία περίεργη συγκυρία, όπου η δηµιουργία, παροχή και εµπορική εκµετάλλευση της ύλης βιώνει τις αρχές µίας πραγµατικής κοσµογονίας.

Ο λόγος για τις περιβόητες και ταχύτατα ανερχόµενες «φάµπρικες» περιεχοµένου, όπως οι αµερικανικές Demand Μedia και Αssociated Content, που παρακολουθούν τα ενδιαφέροντα των χρηστών στο Διαδίκτυο (όπως αυτά αναδεικνύονται στις αναζητήσεις τους), υπολογίζουν το ελάχιστο διαφηµιστικό έσοδο ανά συγκεκριµένο άρθρο, στη συνέχεια το αναθέτουν σε κάποιον από τους χιλιάδες (!) εξωτερικούς συνεργάτες και τέλος το διαθέτουν είτε σε δικές τους ιστοσελίδες είτε σε sites τρίτων έναντι χαµηλότατου αντιτίµου. Οσοι προέβλεψαν ότι τούτη θα ήταν µία περιθωριακή δραστηριότητα στο οικοσύστηµα περιεχοµένου του Διαδικτύου, διαψεύσθηκαν απόλυτα αφού η µεν Αssociated Content αγοράστηκε πρόσφατα από τον παγκόσµιο γίγαντα Υahoo ενώ η Demand Μedia θα εισαχθεί σύντοµα στο Χρηµατιστήριο, µε την αξία της να αναµένεται να ξεπεράσει το 1 δισ. δολάρια. Η τελευταία ιντερνετική εταιρεία που, προ εξαετίας, πέτυχε τέτοια αποτίµηση λεγόταν… Google.

Και πάλι, όλα τούτα δεν θα είχαν σηµαντικό αντίκτυπο στον χώρο της ειδησεογραφίας εάν δεν είχαν σπεύσει να γίνουν πελάτες αυτών των υπηρεσιών παραδοσιακοί τίτλοι – όπως οι «USΑ Τoday», «Ηouston Chronicle», «San Fransisco Chronicle», «Αtlanta Journal Constitution» – που, έχοντας αναγκαστεί να απολύσουν µεγάλο µέρος των συντακτών τους, εντόπισαν έναν φθηνό τρόπο να γεµίσουν τις σελίδες τους. Εάν τούτο συνιστά προποµπό µίας µακροπρόθεσµης τάσης, η αγορά του περιεχοµένου εισέρχεται σε φάση µεταµόρφωσης: πρώτον, θα συρρικνωθεί η «ποιοτική» ειδησεογραφία και θα εκτιναχθεί η ύλη που µπορεί να συνοδεύεται από σχετική διαφήµιση – λ.χ. άρθρο για το πώς να ξαναβάψεις έναν τοίχο, µε παρελκόµενο χορηγό µία µάρκα µπογιάς. Κατά δεύτερο λόγο, η µέση ποιότητα ενός άρθρου λογικά θα αρχίσει να φθίνει καθώς, µε αµοιβή ανά άρθρο κοντά στα 15 ευρώ, οι εξωτερικοί συνεργάτες πρέπει να γράφουν τουλάχιστον έξι την (εργάσιµη) ηµέρα για να ζουν ευπρεπώς. Τέλος, το επάγγελµα του συντάκτη (ή «παραγωγού περιεχοµένου») εκ των πραγµάτων θα ανοίξει περαιτέρω στον κάθε ερασιτέχνη, µε τη δηµοσιογραφία να παύει να είναι ένα τοις πράγµασοι κλειστό επάγγελµα – όσο και εάν διαµαρτύρονται τα συνδικάτα. Στο πνεύµα των καιρών, δηλαδή.

ΠΑΡΑΔΟΣΙΑΚΟΙΠΕΛΑΤΕΣ

Εγιναν ήδη πελάτεςτων υπηρεσιών που συνδέουν το περιεχόµενο µε τη διαφήµιση, παραδοσιακές ξένες εφηµερίδες

Ο Κωνσταντίνος Καµάρας είναι σύµβουλος της Διεθνούς Ενωσης Εφηµερίδων και µέλος Δ.Σ. του ΙΑΒ Εurope, πανευρωπαϊκού οργανισµού για τη διαδραστική επικοινωνία.