ΚΑΠΟΙΑ ΣΤΙΓΜΗ τους ρώτησα αν μπορούν να με βάλουν να παίξω κανονικά. Μου είπανε: «Δεν μπορούμε, δεν έχεις χαρτιά». Εφυγα στενοχωρημένος. Επαιρνα ξανά το λεωφορείο και έψαχνα γήπεδα. Την Αθήνα τη γνώρισα πάνω στα λεωφορεία. Μια μέρα πήρα το Α5 και κατέβηκα στην Παλλήνη. Το λεωφορείο κάνει τέρμα στο γήπεδο. Μπήκα μέσα. Βρήκα εκεί ανθρώπους και τους είπα «θέλω να παίξω ποδόσφαιρο». Ο προπονητής, Δήμο τον έλεγαν, μου είπε να παίξω να με δει. Ημουν νηστικός εκείνη την ημέρα, επειδή ήταν το Ραμαζάνι. Επαιξα όμως και έτρεξα πολύ. Του άρεσα και μου είπε να επιστρέψω την επόμενη μέρα. Ετσι άρχισα να παίζω στην ομάδα των μεγάλων. Κάποια στιγμή μου πρότειναν να παρατήσω τη δουλειά. «Θα σε πληρώσουμε», μου είπαν. Αλλά αυτά που μου έδιναν δεν έφθαναν ούτε για μια εβδομάδα για να ζήσω. Παρ΄ όλα αυτά έκατσα. Είχα επιτέλους μια ομάδα να παίζω και έπαιρνα τα πρώτα μου χρήματα. Και ειδικά ήμουν διψασμένος να παίξω μπάλα. Κάποιος μάνατζερ, ονόματι Νίκο, με είδε και με πήγε στον Ατρόμητο. Εκεί τους άρεσα πολύ. Εκαναν όμως πίσω όταν έμαθαν ότι δεν έχω καν διαβατήριο… Πρόσφατα κατάφερα να βγάλω το διαβατήριό μου. Αυτό μου δίνει περισσότερες ελπίδες γιατί μπορώ να βγάλω δελτίο. Ψάχνω για καλύτερη ομάδα. Κάθε πρωί σηκώνομαι πέντε η ώρα το πρωί και προπονούμαι. Μετά πουλάω πίνακες και το απόγευμα παίζω μπάλα. Θέλω να μου δώσουν μια ευκαιρία. Μόνο μια ευκαιρία. Προσεύχομαι στον Θεό να με βοηθήσει. Το μέλλον; Δεν ξέρω. Αν βγάλω χαρτιά είμαι σίγουρος ότι η τύχη μου θα αλλάξει…