«Προτιμάμε τα χιονοδρομικά κέντρα της Βουλγαρίας από ανάγκη και όχι από μόδα. Τα χρήματα που δαπανούμε για ένα τετραήμερο στο Μπάνσκο είναι τα μισά απ΄ ό,τι αν πηγαίναμε για σκι σε ένα χιονοδρομικό κέντρο στην Ελλάδα».


O Αλέξανδρος Ευθυμιόπουλος, φωτογράφος, είναι φανατικός σκιέρ από την παιδική του ηλικία. Μέχρι πριν από δύο χρόνια έκανε το αγαπημένο του σπορ στον Παρνασσό ή στο Πήλιο. «Μένω στη Λάρισα, οπότε αυτές οι δύο επιλογές ήταν οι πιο εύκολες από άποψη απόστασης. Όμως τα χρήματα που δίναμε για διαμονή, φαγητό και διασκέδαση ήταν πάρα πολλά και η εξυπηρέτηση δεν ήταν η καλύτερη», λέει στα «ΝΕΑ». Αυτός ήταν και ο λόγος που στράφηκε σε χιονοδρομικό κέντρο εκτός συνόρων.

Δεν είναι λίγοι οι Έλληνες που πήραν αυτές τις μέρες τον απαραίτητο εξοπλισμό σκι και πέρασαν τα σύνορα, με προορισμό τα χιονοδρομικά κέντρα γειτονικών χωρών. Δημοφιλής προορισμός αποδεικνύεται το χιονοδρομικό κέντρο του Μπάνσκο στη Νοτιοδυτική Βουλγαρία όπου μέσα σε τέσσερα μόλις χρόνια μεταμορφώθηκε σε τουριστικό προορισμό «αυστριακών» προδιαγραφών με πολυτελή ξενοδοχεία, αλλά και γήπεδα γκολφ. Χαρακτηριστικό είναι το γεγονός ότι για την Πρωτοχρονιά η πληρότητα στα ξενοδοχεία και στα ενοικιαζόμενα δωμάτια του Μπάνσκο αγγίζει το 100%. Τις ημέρες των γιορτών περίπου 3.500 Έλληνες απόλαυσαν εκεί το σκι.

37 ευρώ το βράδυ

Φανατική επισκέπτρια των βουλγαρικών βουνών και ιδιαίτερα του Μπάνσκο έγινε τα τελευταία δύο χρόνια και η αδερφή του Αλέξανδρου, Δήμητρα. Η αγάπη της για το σκι αλλά και η διαφορά στις τιμές την οδήγησαν στην αναζήτηση οικονομικότερων λύσεων για να απολαύσει το αγαπημένο της σπορ. «Βρήκαμε μία προσφορά την περίοδο των Χριστουγέννων: τέσσερις μέρες (τρεις διανυκτερεύσεις) σε ξενοδοχείο τεσσάρων αστέρων και πληρώσαμε 110 ευρώ κατ΄ άτομο. Δηλαδή κάτι λιγότερο από 37 ευρώ το βράδυ. Δεν νομίζω ότι υπάρχουν αυτές οι τιμές σε αντίστοιχα ξενοδοχεία εδώ».

Για ένα δίκλινο δωμάτιο σε ξενοδοχείο τεσσάρων αστέρων στο Μπάνσκο, με ημιδιατροφή και παροχές όπως γήπεδα τένις, κέντρα ευεξίας, SΡΑ αλλά και τζακούζι, ο επισκέπτης θα κληθεί να πληρώσει από 39 μέχρι και 110 ευρώ την ημέρα, σε περίοδο υψηλής ζήτησης. Ωστόσο το κόστος ζωής είναι αρκετά χαμηλότερο: τον καφέ στη γειτονική χώρα μπορεί κανείς να τον πιει με 1,5 ευρώ, τη στιγμή που στο χιονοδρομικό στα Καλάβρυτα έχει μέχρι και 4 ευρώ.

Εκδρομικά πακέτα

Όσοι επιλέξουν πενθήμερη οργανωμένη εκδρομή για την αργία των Φώτων στο χιονοδρομικό κέντρο της Βουλγαρίας, με διαμονή σε δίκλινο στούντιο ξενοδοχείου τεσσάρων αστέρων, με ημιδιατροφή και με παροχές, όπως SΡΑ, γυμναστήριο και εσωτερικές πισίνες, θα πληρώσουν 340 ευρώ- εάν μεταβούν με δικό τους μεταφορικό μέσο. Σε περίπτωση που μεταβούν με πούλμαν από την Αθήνα θα πληρώσουν 100 ευρώ περισσότερα. Στην τιμή μάλιστα περιλαμβάνεται και η μεταφορά στα λιφτ του χιονοδρομικού. Για τις ίδιες μέρες, μόνο η διαμονή σε δίκλινο δωμάτιο, με πρωινό, πολυτελούς ξενώνα στο Καρπενήσι θα κοστίσει στο ζευγάρι τουλάχιστον 400- 450 ευρώ.

Ωστόσο, όπως λένε οι λάτρεις του σκι, δεν είναι τόσο το κόστος που φαίνεται να επηρεάζει την επιλογή τους, αλλά οι καλύτερες και πιο σύγχρονες υποδομές. Σημειώνεται ότι ένας ενήλικος θα πληρώσει για την ημερήσια κάρτα σκι 30 ευρώ στο χιονοδρομικό κέντρο Παρνασσού ενώ σε αυτό του Φαλακρού 20 ευρώ.

Στο Μπάνσκο το αντίστοιχο κόστος φτάνει τα 28 ευρώ. «Σε αυτό που διαφέρει σημαντικά είναι οι υποδομές. Εκεί έγιναν επενδύσεις», λέει η Δήμητρα.

Το Μπάνσκο διαθέτει 65 χιλιόμετρα χιονοδρομικές πίστες, ενώ δεν υπάρχει η ανάγκη για τεχνητό χιόνι, καθώς ο χειμώνας διαρκεί από τις αρχές Δεκεμβρίου έως τα τέλη Απριλίου. Εκτός από το σκι υπάρχει πληθώρα επιλογών όπως πεζοπορία, ιππασία, γκολφ και ιαματικά λουτρά. Στην περιοχή μάλιστα άρχισε η κατασκευή νέου υπερσύγχρονων εγκαταστάσεων γηπέδου γκολφ, ενώ στις άμεσες προτεραιότητες της κυβέρνησης της γειτονικής χώρας είναι μεταξύ άλλων η δημιουργία τριών νέων λιφτ, 100 χιλιόμετρα νέες πίστες σκι, ανακατασκευή του στρατιωτικού αεροδρομίου, που βρίσκεται σε απόσταση 45 χιλιομέτρων από το χιονοδρομικό κέντρο και η κατασκευή του οδικού άξονα για τα σύνορα με την Ελλάδα!

ΡΑΓΔΑΙΑ ΑΝΑΠΤΥΞΗ

Βουλγαρία και Ρουμανία έχουν επενδύσει σε υποδομές και παρέχουν υπηρεσίες ευρωπαϊκού επιπέδου

«Μόνο εμείς και η Αλβανία δεν έχουμε κάνει επενδύσεις»


ΤΗΝ ΑΝΑΓΚΗ επενδύσεων στον χειμερινό τουρισμό της Ελλάδας επισημαίνει ο κ. Γιώργος Τσεκούρας, υπεύθυνος χιονοδρομικού κέντρου Καλαβρύτων. Όπως λέει χαρακτηριστικά: «Η Βουλγαρία και η Ρουμανία έχουν δαπανήσει χρήματα για την ανάπτυξή τους και αυτό απέδωσε αμέσως. Είναι απολύτως λογικό οι Θεσσαλονικείς να προτιμούν να κάνουν σκι στα βουνά αυτών των χωρών και όχι στην Ελλάδα. Η νέα τάση στον χειμερινό τουρισμό στις βαλκανικές χώρες είναι ανάγκη που επιβάλλει και η οικονομική κρίση. Γιατί να πληρώνεις πανάκριβα κάτι που αγαπάς όταν μπορείς να το απολαύσεις σε χαμηλότερες τιμές; Η Ελλάδα και η Αλβανία είμαστε οι μοναδικές χώρες που δεν έχουμε κάνει καμιά επένδυση στον χειμερινό τουρισμό».

Ωστόσο, όπως τονίζει ο κ. Γιάννης Παπαχρήστος, υπεύθυνος διαχείρισης του χιονοδρομικού κέντρου στον Παρνασσό, αρκετά από τα χιονοδρομικά κέντρα της χώρας κάνουν προσπάθειες να «αλλάξουν πρόσωπο». «Γίνονται παράλληλα, εκτός από τα έργα συντήρησης, έργα ανακαίνισης των ήδη υπαρχουσών υποδομών. Κι αυτό γιατί στόχος μας είναι να φτάσουμε σε υποδομές και υπηρεσίες τις “μεγάλες δυνάμεις” στον χώρο των χιονοδρομικών κέντρων, όπως είναι η Αυστρία ή η Βουλγαρία», επισημαίνει. Για την περίπτωση μάλιστα της Βουλγαρίας, ο κ. Παπαχρήστος σημειώνει ότι η γειτονική χώρα έχει χιονοδρομική παιδεία από τη δεκαετία του ΄70, γεγονός που της έδωσε τη δυνατότητα να αναπτυχθεί πολύ στον τομέα αυτό.

Στο χιονοδρομικό κέντρο του Παρνασσού τα τελευταία δύο χρόνια έχουν αρχίσει και γίνονται εντατικά οι εργασίες «ανακαίνισής» του. «Το μεγαλύτερο έργο, το οποίο όμως θα είναι διαθέσιμο στο κοινό από την επόμενη χρονιά, είναι η κατασκευή ενός καινούργιου συρόμενου λιφτ». Όσο για το αν οι επισκέπτες θα καταφέρουν κάποια στιγμή να διανυκτερεύσουν στο χιονοδρομικό κέντρο, ο κ. Παπαχρήστος απαντά: «Είναι στα άμεσα σχέδια η κατασκευή ενός ξενοδοχείου, ωστόσο το γεγονός ότι πολλά από τα χιονοδρομικά κέντρα της χώρας βρίσκονται σε εθνικούς δρυμούς καθιστά δύσκολη την ανέγερση τέτοιων εγκαταστάσεων».

Ελληνική «απόβαση» και στις μεζονέτες του Μπάνσκο


Η ΒΟΥΛΓΑΡΙΑ αποτελεί για αρκετούς Έλληνες πόλο έλξης, όχι μόνο για να κάνουν τις χειμερινές ή καλοκαιρινές τους διακοπές αλλά και για να επενδύσουν σε ακίνητα. Το ενδιαφέρον μάλιστα υπάρχει εδώ και περίπου 15 χρόνια, ενώ τα τελευταία δύο έχει αυξηθεί ιδιαίτερα. Η περιοχή του Μπάνσκο φαίνεται να συγκεντρώνει τον μεγαλύτερο αριθμό υποψήφιων αγοραστών.

Ο κ. Μιχάλης Αναγνώστου, πρόεδρος του Συλλόγου Μεσιτών Θεσσαλονίκης και λάτρης του σκι, είναι ένας από τους υποψήφιους αγοραστές ακινήτου στην περιοχή του χιονοδρομικού κέντρου του Μπάνσκο. Όπως λέει στα «ΝΕΑ», «εκεί χιονίζει πολύ περισσότερο. Οι μεζονέτες και τα ξενοδοχεία βρίσκονται δίπλα στις πίστες. Αυτό δεν συμβαίνει σε κανένα χιονοδρομικό κέντρο της Ελλάδας. Για παράδειγμα ο ορεινός οικισμός του Αγίου Αθανασίου Πέλλας απέχει 18 χιλιόμετρα από το χιονοδρομικό κέντρο του Καϊμακτσαλάν, ο Παρνασσός γύρω στα 28 χιλιόμετρα από την Αράχοβα. Οι υποδομές είναι πολύ καλές, ενώ με την είσοδο της Βουλγαρίας στο ευρώ οι τιμές ακινήτων αναμένεται να αυξηθούν. Για όλους τους παραπάνω λόγους αποφάσισα να αγοράσω σπίτι εκεί», επισημαίνει ο κ. Αναγνώστου.

Σύμφωνα με στοιχεία της εταιρείας Ρarthenon Real Εstate που έχει έδρα στη Θεσσαλονίκη και δραστηριοποιείται και στη Βουλγαρία, οι τιμές των ακινήτων στο Μπάνσκο την τελευταία πενταετία έχουν σταθερά ανοδική πορεία της τάξης του 10%. Το 2007 το ποσοστό των Ελλήνων αγοραστών ήταν περίπου 2%, ενώ σήμερα φθάνει σύμφωνα με εκτιμήσεις το 10%- στην πλειονότητά τους είναι Βορειοελλαδίτες.

Πόσο κοστίζει όμως μία κατοικία στο χιονοδρομικό; Οι τιμές, σύμφωνα με ανθρώπους της αγοράς, κυμαίνονται από 650 έως 2.000 ευρώ το τετραγωνικό μέτρο, ανάλογα με την κατασκευή και το πόσο κοντά είναι στα λιφτ. Τα περισσότερα μάλιστα ακίνητα πωλούνται επιπλωμένα και με ανέσεις, όπως SΡΑ, πισίνες.

«Δεν είναι Άλπεις…»

Στα αρνητικά, σε σχέση με την Ελλάδα, είναι το γεγονός ότι ο δρόμος που συνδέει τον μεθοριακό σταθμό Προμαχώνα με το Μπάνσκο, μήκους περίπου 100 χιλιομέτρων, είναι στενός, καθώς επίσης και το γεγονός ότι τα υλικά κατασκευής και γενικότερα τα τουριστικά κτίρια που κατασκευάζονται στη Βουλγαρία υστερούν ποιοτικά σε σχέση με τα αντίστοιχα ελληνικά. «Δεν είναι το υπερπολυτελές αλπικό τουριστικό θέρετρο, αλλά ούτε και κάτι το τελείως υποβαθμισμένο. Πρόκειται για μια ενδιάμεση κατάσταση», λέει στα «ΝΕΑ» ο εκπρόσωπος της εταιρείας Ρarthenon Real Εstate Κώστας Γεωργάκος.

Ακίνητα και στο εσωτερικό της χώρας εξετάζουν οι Έλληνες. Πιο συγκεκριμένα, στη Σόφια οι τιμές ακινήτων- καινούργια και σε προνομιακά σημεία- κυμαίνονται από 650 έως 3.000 ευρώ το τετραγωνικό μέτρο. Αντίστοιχα, οι τιμές οικοπέδων στη Σόφια ανέρχονται από 100 έως 1.500 ευρώ το τ.μ., ανάλογα με την τοποθεσία.

ΕΝΑΣ ΣΤΟΥΣ 10

αγοραστές ακινήτων στο Μπάνσκο είναι Έλληνας

Φθηνές και ποιοτικές διακοπές και στη Ρουμανία


ΣΥΓΧΡΟΝΕΣ ΥΠΟΔΟΜΕΣ, ελκυστικότερες τιμές σε σύγκριση με την Ελλάδα και μεγαλύτερη χειμερινή σεζόν είναι οι λόγοι που κατατάσσουν τη Ρουμανία στις ανερχόμενες δυνάμεις του χειμερινού τουρισμού στην Ευρώπη.

Ο Βασίλης Καραδούκας είναι αρχιτέκτονας και μυήθηκε στο δημοφιλές χειμερινό σπορ όταν ήταν φοιτητής στη Ρουμανία. Αρκετά χρόνια μετά εξακολουθεί να επισκέπτεται τα χιονοδρομικά κέντρα της Ρουμανίας αφού όπως λέει: «Έχουν εκσυγχρονιστεί πολύ τα τελευταία χρόνια και από άποψη υποδομών είναι σε πολύ καλύτερο επίπεδο από αυτά της Ελλάδας. Επιπλέον συμφέρουν οικονομικά. Και φυσικά δεν αναφέρομαι σε αυτά που δίνεις για να κάνεις σκι αλλά στα υπόλοιπα, όπως διαμονή, διατροφή και διασκέδαση. Το δωμάτιο σε ένα ξενοδοχείο κοστίζει από 25 έως 50 ευρώ το βράδυ.

Ένας καφές στοιχίζει 1,5 και μια μπίρα 2 ευρώ. Με αυτές τις τιμές είναι εύκολο να καταλάβει κανείς γιατί σημειώνουν ραγδαία άνοδο οι χώρες αυτές».

Εκσυγχρονίστηκαν

Ο Ραζβάν Παπαδημητρίου, Ελληνορουμάνος, που τώρα κάνει την ειδικότητά του στην Ψυχιατρική, επιλέγει το Σινάια γιατί όπως λέει: «Είναι για προχωρημένους σκιέρ και έχει άγριες διαδρομές. Μέχρι πριν από λίγα χρόνια η εικόνα του χειμερινού τουρισμού στη Ρουμανία δεν ήταν και η καλύτερη. Οι επενδύσεις έφεραν τον εκσυγχρονισμό και ως φυσικό επακόλουθο ήταν να γίνει πόλος έλξης για όσους αγαπούν το σκι και δεν είναι διατεθειμένοι να δώσουν μια περιουσία για να το απολαύσουν». Αυτός είναι και ο λόγος που τα τελευταία χρόνια τόσο στο Σινάια όσο και στο Ποϊάνα- πιο μεγάλο χιονοδρομικό κέντρο που απευθύνεται σε αυτούς που τώρα αρχίζουν να κάνουν σκι- τα επιλέγουν όλο και περισσότεροι Έλληνες. «Για ένα πλήρες γεύμα μπορείς να δώσεις από 5 έως 10 ευρώ το άτομο. Να σημειωθεί ότι το μενού συμπεριλαμβάνει πολύ κυνήγι, όπως αγριογούρουνα και ελάφια, που στην Ελλάδα τα χρυσοπληρώνεις», αναφέρει.

18.000 επισκέπτες σε Παρνασσό και Καλάβρυτα


ΧΙΛΙΑΔΕΣ τουρίστες επέλεξαν τις μέρες των γιορτών τα χιονοδρομικά κέντρα της Ελλάδας, τα οποία παραμένουν πρώτα στην προτίμηση των φίλων του σκι και γενικότερα των χειμερινών σπορ. Ενδεικτικό είναι ότι την εβδομάδα των Χριστουγέννων περίπου 12.000 επισκέπτες πήγαν στο χιονοδρομικό κέντρο του Παρνασσού για να απολαύσουν το σκι. Από αυτούς, περίπου 2.000 πήγαν ανήμερα τα Χριστούγεννα ενώ ακόμη καλύτερη μέρα ήταν η δεύτερη μέρα της γιορτής κατά την οποία οι επισκέπτες έφτασαν τους 5.000. Περίπου 6.000 ήταν οι επισκέπτες στο χιονοδρομικό κέντρο των Καλαβρύτων την ίδια περίοδο.

Οι υπεύθυνοι στα χιονοδρομικά κέντρα της χώρας πάντως παραδέχονται ότι οι βαλκανικές χώρες, με πρώτη τη Βουλγαρία, έχουν αναπτυχθεί σημαντικά στον τομέα αυτό.