ΕΝΑ ΜΥΘΙΣΤΟΡΗΜΑ-ΚΑΤΑΘΕΣΗ
ΑΓΑΠΗΣ ΤΟΥ ΣΚΑΜΠΑΡΔΩΝΗ ΓΙΑ
ΤΟΝ ΜΑΡΚΟ ΒΑΜΒΑΚΑΡΗ ΔΕΝ
ΑΠΟΦΕΥΓΕΙ ΤΗ ΜΥΘΟΠΟΙΗΣΗ ΤΟΥ
ΜΕΓΑΛΟΥ ΡΕΜΠΕΤΗ ΚΑΙ, ΚΥΡΙΩΣ,
ΕΙΝΑΙ ΕΝΑ ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΙΚΟ ΣΕΝΑΡΙΟ
ΒΙΑΣΤΙΚΑ ΜΕΤΑΣΚΕΥΑΣΜΕΝΟ
ΣΕ ΜΥΘΙΣΤΟΡΗΜΑ
Ο γνωστός και καταξιωμένος, μεταξύ κριτικών και κοινού, Θεσσαλονικιός πεζογράφος Γιώργος Σκαμπαρδώνης στο τέταρτο κατά σειρά μυθιστόρημά του- προηγήθηκαν άλλα τρία στη δεκαετία που διανύουμε και επίσης πέντε συλλογές διηγημάτων στο διάστημα 1989-1998- αφηγείται την πιο κρίσιμη περίοδο της ζωής του Μάρκου Βαμβακάρη (1905-1972), της πιο εμβληματικής φυσιογνωμίας που σημάδεψε τη λαϊκή μουσική του 20ού αιώνα. Συγκεκριμένα, το Όλα βαίνουν καλώς εναντίον μας καλύπτει στο μεγαλύτερο μέρος του το διάστημα της ζωής του Βαμβακάρη από το 1932 μέχρι το 1940, όταν ο Μάρκος εξελίσσεται σιγά σιγά από έναν ταπεινό Πειραιώτη εκδοροσφαγέα στον δημοφιλέστερο πανελληνίως συνθέτη, στιχουργό και τραγουδιστή του ρεμπέτικου.

Ο Μάρκος, λοιπόν, και τα άλλα μέλη της τετραμελούς παρέας που μετατρέπονται στην περίφημη «Πειραιώτικη κομπανία», περιγράφονται σε τρεις χώρους, τον Πειραιά, τη Θεσσαλονίκη και την Ερμούπολη, στη σχέση τους με τα δύο μεγάλα πάθη τους: τα ιερά μουσικά όργανά τους και τις γυναίκες που εμπλέκονται στη ζωή τους ή και τη σημαδεύουν. Ο βασικότερος άξονας της ιστορίας είναι το αρρωστημένο και αγιάτρευτο πάθος του Μάρκου για τη Ζιγκοάλα, την πρώτη γυναίκα του, που επί πολλά χρόνια συζούσε με τον παιδικό φίλο του Μάρκου και κουμπάρο τους, Γιωργάκη, αλλά και διατηρούσε ευκαιριακά ερωτική σχέση με τον εγκαταλελειμμένο σύζυγό της. Τα προσωπικά πάθη και η επαγγελματική πορεία του Μάρκου και της παρέας του διασταυρώνονται και με πολλά άλλα πραγματικά πρόσωπα εκείνης της εποχής (π.χ. ο Μάρκος συναντά στη Θεσσαλονίκη τον φαντάρο Βασίλη Τσιτσάνη) και εγγράφονται στο λαϊκό ιδίως κοινωνικό περιβάλλον του μεσοπολέμου, περιβάλλον όπου ο αρχικά απηνής διωγμός του ρεμπέτικου μετατρέπεται σταδιακά στην ανοχή γι΄ αυτό, και εντέλει στη νομιμοποίηση και καταξίωσή του. Στη διαδικασία αυτή ο ρόλος του Βαμβακάρη αναδεικνύεται καθοριστικός: από τον κοινωνικό παρία που κρύβει το μπουζούκι στο σακάκι του, ο Μάρκος γίνεται το μουσικό είδωλο του λαϊκού Πειραιά. Το μυθιστόρημα του Σκαμπαρδώνη αρθρώνεται σε 99 σύντομες τιτλοφορημένες ενότητες· διαιρούμενες αυτές με τον αριθμό των συνολικώς 414 αραιοτυπωμένων σελίδων του δίνουν το πηλίκο: 4,2 σελίδες ανά ενότητα. Γιατί αυτή η σχολαστική μέτρηση; Επειδή, ύστερα από την ανάγνωση των πρώτων ενοτήτων, άρχισα να αναρωτιέμαι μήπως διαβάζω όχι ένα μυθιστόρημα αλλά το σενάριο κινηματογραφικής ταινίας. Στην αρχική αυτή απορία την απάντηση δίνει ο ίδιος ο Σκαμπαρδώνης στο «Σημείωμα του συγγραφέα» (σ. 431-432), όπου πληροφορούμαστε, μεταξύ άλλων, ότι «αυτό το βιβλίο είναι ένα μυθιστόρημα» βασισμένο στην ελεύθερη, «αυθαίρετη» μετάπλαση γεγονότων καταγεγραμμένων κυρίως στην Αυτοβιογραφία του Βαμβακάρη (1973) και ότι «το κείμενο γράφτηκε καταρχήν ως σενάριο για λογαριασμό της ΜΑΧ ΡRΟDUCΤΙΟΝS. Στη συνέχεια ξαναγράφτηκε σε άλλον κώδικα και με άλλη όραση, αντίληψη και ρυθμό».

Γιώργος Σκαμπαρδώνης

ΟΛΑ ΒΑΙΝΟΥΝ ΚΑΛΩΣ ΕΝΑΝΤΙΟΝ ΜΑΣ

ΕΚΔ. ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΓΡΑΜΜΑΤΑ 2008, ΣΕΛ. 434,

ΤΙΜΗ: 20 ΕΥΡΩ