Την 1η Αυγούστου περισσότεροι από 20 ορειβάτες ξεκίνησαν για να κατακτήσουν τη δεύτερη ψηλότερη κορυφή του κόσμου, την Κ2, στην οροσειρά Καρακορούμ. Έντεκα από αυτούς δεν γύρισαν ποτέ στη βάση τους. Έπεσαν θύματα ατυχημάτων σε έναν από τους χειρότερους εφιάλτες στην ιστορία της ορειβασίας.


Mε κομμένη την ανάσα παρακολουθούσαν οι τρεις ορειβάτες την τελευταία ασημένια φέτα ήλιου να χάνεται στην καμπύλη του πλανήτη. Ο παγετώνας Μπαλτόρο ήταν ήδη σκοτεινός ενώ οι περίπου 60 κορυφές στο Καρακοράμ ξεπρόβαλλαν η μία μετά την άλλη, δημιουργώντας ένα θέαμα εξωπραγματικό. Μέσα σε ελάχιστα λεπτά, ο ήλιος εξαφανίστηκε και το σκοτάδι πύκνωσε και στην Κ2, την ψηλότερη και περισσότερο επικίνδυνη κορυφή, όπου βρίσκονταν. Οι τρεις τους, ο Τζέραρντ ΜακΝτόνελ, ο Μάρκο Κονφορτόλα και ο Βίλκο βαν Ρόιγεν, είχαν μόλις δει κάτι που κανείς λογικός ορειβάτης δεν εύχεται να δει: ηλιοβασίλεμα σε υψόμετρο πάνω από 8.200. Ελάχιστοι από αυτούς που το κατόρθωσαν έζησαν για να το περιγράψουν. Σε αυτό το υψόμετρο, γράφουν οι λονδρέζικοι «Τάιμς της Κυριακής», κάθε ανάσα απαιτεί μεγάλο κόπο, αφού περιέχει μόνο το 1/3 του οξυγόνου σε σύγκριση με το αντίστοιχο στο επίπεδο της θάλασσας. Σώμα και εγκέφαλος χάνουν σταδιακά τις λειτουργίες τους και το σκοτάδι φέρνει ψύχος,-40 βαθμούς Κελσίου. Το γνώριζαν και οι τρεις τους πως είχαν ήδη ξεφύγει από τα συνετά όρια.

Το δισκοπότηρο. Μόλις μία ώρα νωρίτερα, πανηγύριζαν. Στην κορυφή του Κ2, o Μάρκο κυμάτιζε την ιταλική σημαία και ο Τζέραρντ την ιρλανδική. Ο τελευταίος είχε μάλιστα τηλεφωνήσει και στην κοπέλα του στην άλλη άκρη του κόσμου. Ο 40χρονος Ολλανδός Βίλκο, πατέρας ενός αγοριού εννιά μηνών, δεν είχε σημαία μαζί του αλλά η ευχαρίστηση που ένιωθε ήταν έκδηλη. Δεν είχαν όμως άλλο χρόνο να χαραμίσουν. Πού ήταν όμως το σκοινί; Για να μην κουβαλούν περιττό βάρος δεν είχαν πάρει μαζί τους και στηρίζονταν σε αυτό που ήταν δεμένο στο παγωμένο βουνό…Τώρα όμως δεν το έβλεπαν. Είχε εξαφανιστεί.

Περισσότεροι από 20 ορειβάτες είχαν ξεκινήσει εκείνο το πρωί για την ανάβαση της Κ2. Έντεκα από αυτούς, από 7 χώρες, δεν θα γύριζαν ξανά στη βάση τους. Μεταξύ των παθιασμένων ορειβατών μεγάλων υψομέτρων, η συγκεκριμένη κορυφή είναι σύμβολο δοκιμασίας και ικανοτήτων, «το ιερό δισκοπότηρο» όπως λέει χαρακτηριστικά ο κορυφαίος Αμερικανός ορειβάτης Έντ Βιέστρους που παραλίγο να σκοτωθεί σε αυτήν την βουνοκορφή: «Είναι το βουνό των βουνών. Το πιο δύσκολο. Το πιο επικίνδυνο. Το πιο άγριο».

«Εγώ κατεβαίνω. Πρέπει να ζήσω»


Αρκετές ώρες αργότερα, τα ξημερώματα, ο Τζέραρντ ΜακΝτόνελ ξύπνησε παγωμένος. Ο Μάρκο και ο Βίλκο είχαν επίσης βγάλει τη νύχτα όμως η διαδρομή προς τα κάτω δεν φαινόταν καθαρά. Ο Βίλκο, φανερά αφυδατωμένος, είχε ήδη αρχίσει να έχει προβλήματα όρασης. «Τους είπα, “ακούστε, δεν θα το συζητήσω. Εγώ κατεβαίνω. Πρέπει να ζήσω. Δεν με νοιάζει αν είναι η σωστή απόφαση ή όχι. Εγώ κατεβαίνω”», θυμάται ο Βίλκο, και άφησε τους φίλους του. Στην κάθοδο συνάντησε τρεις Κορεάτες που είχαν μπερδευτεί με τα σκοινιά, με τον έναν να κρέμεται ανάποδα. Ο Βίλκο τους έδωσε το δεύτερο ζευγάρι γάντια που είχε μαζί του και αφού τον διαβεβαίωσαν πως είχαν ζητήσει βοήθεια από τον ασύρματο, συνέχισε την κάθοδο. Εκατοντάδες μέτρα αργότερα, γύρισε πίσω. Είδε τους δικούς του φίλους στη διαδρομή που είχε ακολουθήσει και ο ίδιος. Είχαν φτάσει τους Κορεάτες. Τους φώναξε αλλά δεν απάντησαν. Τους είδε να κινούνται με δυσκολία. Αρκετές ώρες μετά, ο Μάρκο λέει πως ο Τζέραρντ τα παράτησε αιφνιδιαστικά και άρχισε να ανεβαίνει προς τα πάνω, χωρίς εξήγηση. Βρίσκονταν έξω στο βουνό για περισσότερο από 30 ώρες… Μια χιονοστιβάδα παρέσυρε τον φίλο του Τζέραρντ στον θάνατο. Ήταν η δεύτερη μέσα σε μερικές ώρες. Όσοι επέζησαν, συναντήθηκαν στο καταφύγιο, στη βάση. Έμοιαζαν με στρατιώτες που μόλις είχαν χάσει τον πόλεμο. Μετρήθηκαν. Έλειπαν έντεκα.

Ο Γιέχαν δεν τους άκουγε. Ήταν αργά


Oι άλλες ομάδες είχαν ξεκινήσει το πρωί, με λιγοστό σκοινί, αφού δεν έφεραν όλοι όσο είχαν δεσμευτεί ότι θα έφερναν. Αυτό ήταν το πρώτο πρόβλημα, το πρώτο κακό σημάδι όπως λένε. Λίγο μετά τις 11, ο Σέρβος Ντρεν Μάντιτς έλυσε τον σύνδεσμο με το σκοινί που τον ασφάλιζε. Οι πρώτες αναφορές έκαναν λόγο για προσπάθεια του Μάντιτς να περάσει άλλους ορειβάτες αλλά ο Νορβηγός Λαρς Νάεσε, που βρισκόταν ακριβώς από πίσω του, είπε ότι ο Σέρβος ήθελε απλώς να ρυθμίσει το σύστημα οξυγόνου που έφερε. Έπεσε. Άλλοι δύο Σέρβοι ορειβάτες και ένας Πακιστανός που κατέβαιναν εκείνη τη στιγμή, είδαν τον Ντρεν πεσμένο κάτω. Μέχρι να φτάσουν είχε ήδη πεθάνει. Ο Πακιστανός Γιέχαν Μπεγκ έχασε την ισορροπία του. Σε κατάσταση πανικού πιάστηκε από τα σκοινιά που τον συγκρατούσαν και στη συνέχεια από έναν άλλο ορειβάτη, τον Φρέντερικ. «Χρησιμοποίησε το τσεκούρι για τον πάγο», του φώναξαν. Όμως ο Γιέχαν δεν τους άκουγε…Ήταν αργά. Είχε γλιστρήσει και είχε χτυπήσει στο κεφάλι. Τρομοκρατημένοι οι υπόλοιποι, πήραν τη σορό του Ντρεν, την τύλιξαν με τη σερβική σημαία και επέστρεψαν στο καταφύγιο. Ήταν ήδη 14.30 το μεσημέρι και η ανάβαση συνεχιζόταν με δυσκολία καθώς ένα άλλο πρόβλημα ήταν και οι πολλοί ορειβάτες που εκείνη την ώρα επιχειρούσαν στην ίδια περιοχή. Ένας εξαντλημένος Κορεάτης χρειάστηκε σχεδόν μια ώρα για να κάνει μόλις μερικά βήματα με το σκοινί. Η ώρα περνούσε αλλά οι ορειβάτες δεν το έβαζαν κάτω. Μπορούσαν μάλιστα από το σημείο στο οποίο βρίσκονταν να δουν την κορυφή. Ούτε λόγος για να γυρίσουν πίσω.

Συνολικά 18 ορειβάτες φωτογραφήθηκαν στην Κ2 εκείνη την ημέρα.