Τραύμα θεωρείται από το τσίμπημα βελόνας όσο και κάθε μικρή ή μεγάλη τομή του δέρματος. Το τραύμα “μπλοκάρει” την προστασία του οργανισμού που παρέχεται από το δέρμα, καθιστώντας δυνατή την “εισβολή” και την ανάπτυξη παθογόνων μικροβίων γι’ αυτό όσο μικρό και εάν είναι θα πρέπει να αντιμετωπίζεται. Μεταξύ των πολλών μικροβίων που μπορούν να εισέλθουν στον οργανισμό είναι και αυτό του τετάνου.

Ο τέτανος είναι μία φοβερή μετατραυματική ασθένεια. Το μικρόβιό του, το κλωστηρίδιο, όπως το ονόμασε ο Nicolaier, όταν το περιέγραψε το 1884, ζει και αναπτύσσεται σε περιβάλλον χωρίς οξυγόνο (είναι αναερόβιο) και πολλαπλασιάζεται με μορφή σπόρων.

Το χαρακτηριστικό του μικροβίου είναι ότι δεν κυκλοφορεί στο αίμα αλλά παραμένει στο σημείο εισόδου (τραύμα). Εκεί αναπτύσσεται, πολλαπλασιάζεται και παράγει τοξίνες, οι οποίες φτάνουν στα γάγγλια των νεύρων, τα ερεθίζουν, τα παραλύουν και προκαλούν τετανικούς σπασμούς.

Ο τέτανος είναι επικίνδυνος όχι μόνο επειδή έχει μεγάλο ποσοστό θνησιμότητας (περίπου 30%), αλλά και γιατί εκδηλώνεται με δραματικό τρόπο. Οι τετανικοί σπασμοί δίνουν στο σώμα την κλασική τοξοειδή κάμψη, με το κυρτό προς τα πάνω, ενώ το βάρος του στηρίζεται στο κεφάλι και τις φτέρνες. Επίσης, ο έντονος σπασμός των μυών του στόματος δίνει μια άγρια έκφραση του προσώπου, το γνωστό “σαρδόνιο γέλωτα”, μαζί με τον τριγμό των δοντιών.

Από τη στιγμή της εισόδου του μικροβίου μέχρι να εκδηλωθούν τα συμπτώματα της νόσου απαιτείται ένα χρονικό διάστημα (χρόνος επώασης) 2-20 ή και 30 ημερών -συνήθως 6-14 ημέρες.

Το μικρόβιο είναι ευαίσθητο σε αντιβιοτικά (π.χ., πενικιλίνη, τεραμυκίνη, μετρονιδαζόλη), αλλά για τις τοξίνες απαιτούνται ειδικές ουσίες οι αντιτοξίνες, οι οποίες περιέχονται στον αντιτετανικό ορό. Ο αντιτετανικός ορός σήμερα είναι ασφαλής και δεν προκαλεί αναφυλακτικό σοκ. Επιπλέον, εδώ και αρκετά χρόνια εφαρμόζεται συστηματικός εμβολιασμός από την ηλικία των 3 μηνών.