Με πολλή κατανόηση φίλος μου από την Αγγλία, φανατικός επισκέπτης μουσείων, με ρώτησε: «Άλλον πίνακα, εκτός από την “Απελευθέρωση της Κοζάνης”, δεν έχουν τα μουσεία σας;». Έμεινα άφωνος. Τι είχε συμβεί; Τον ρώτησα και κατάλαβα ότι θέλοντας να επισκεφθεί την Ελλάδα- και αυτήν τη φορά να γνωρίσει τη σύγχρονη ελληνική ζωγραφική- μπήκε στην ιστοσελίδα του ΕΟΤ για πληροφορίες, πήγε στα μουσεία και στη σύγχρονη ελληνική ζωγραφική, όπου ήταν αναρτημένος μόνο ο πίνακας «Η απελευθέρωση της Κοζάνης». Το πιο φαιδρό μάλιστα ήταν ότι η ιστοσελίδα του ΕΟΤ επικαλείται την ιστοσελίδα του υπουργείου Πολιτισμού!!! Τι να πεις;

Αυτό όμως με παρακίνησε να ψάξω λίγο στα στοιχεία, να βρω πόσα μουσεία έχουμε, πόσοι τα επισκέπτονται και αν, τελικά, ο βασικός πυλώνας «τουρισμός και πολιτισμός»- αυτή η γνωστή επαναλαμβανόμενη αυταπόδεικτη ρήση- εκφράζεται διαχρονικά στην κίνηση των μουσείων μας. Εδώ με περίμενε άλλη μια έκπληξη: με βάση τα στοιχεία ΕΣΥΕ, το 2005 είχαμε 119 μουσεία, που τα επισκέφθηκαν (δηλαδή έκοψαν εισιτήρια) 2.692.128 άτομα!!!! (εκ των οποίων μάλιστα τα 1.035.716 ήταν εισιτήρια ελευθέρας εισόδου). Μα είναι δυνατόν, αναρωτήθηκα, τα διάσημα μουσεία μας, με τα πιο πολύτιμα αντικείμενα, αναγνωρισμένα διεθνώς, να κόβουν τόσο λίγα εισιτήρια;

Αναζήτησα στοιχεία για άλλα μουσεία- για παράδειγμα από τη Γερμανία. Μου έστειλαν μια πλήρη μελέτη (Μuseumsbericht) για όλα τα μουσεία τους, με πλήρη κριτική ανάλυση, που μακάρι να είχαμε και στην Ελλάδα τέτοια στοιχεία και έρευνες. Επειδή δεν έχουμε τέτοιους μηχανισμούς, ινστιτούτα που παρακολουθούν και αναλύουν όπως οι Γερμανοί, ας συγκρίνουμε μόνο τα αντίστοιχα συγκριτικά στατιστικά στοιχεία της Γερμανικής Στατιστικής Υπηρεσίας. Λοιπόν, οι επισκέπτες των γερμανικών μουσείων ανήλθαν σε 103.235.000!! Και, για να μη θεωρηθεί ότι συγκρίνουμε ανόμοιες πληθυσμιακά χώρες, αναφέρουμε ότι οι επισκέπτες μουσείων στα κρατίδια Βαυαρίας ήταν 20,5 εκατ., στο Μπάντεν- Βούρτενμπεργκ 14,1 εκατ. κ.λπ. Ακόμα και αυτή η πόλη του Μονάχου μετράει 4,2 εκατ. επισκέπτες στα μουσεία της! Δηλαδή, η Ελλάδα ολόκληρη, με τα 119 μουσεία της, έχει τη μισή κίνηση του Μονάχου ή περίπου τον αριθμό των επισκεπτών μουσείων της πόλης της Κολωνίας (2,4 εκατ.). Ήδη το νέο μουσείο του Μπιλμπάο στην Ισπανία έχει 1.300.000 επισκέπτες, για να μην αναφερθούμε στο Πράντο κ.λπ. Τι να πει κανένας, όταν αντίστοιχα το Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο έκοψε το 2006 μόνο 363.000 εισιτήρια, της Θεσσαλονίκης 58.702, όλα τα επαρχιακά ζήτημα είναι αν ξεπέρασαν τα 2.000 εισιτήρια (π.χ. Καβάλας 2.643, Βέροιας 2.537) κ.λπ.

Καλά, οι περίπου 14,5 εκατομμύρια τουρίστες μας, δεν πάνε στα μουσεία μας; Ενδιαφέρουσα ερώτηση, που χρήζει αρκετής διαχρονικής ανάλυσης. Το 2002 η κίνηση όλων των μουσείων της Ελλάδας ανήλθε σε 2.687.619 εισιτήρια, περίπου δηλαδή όσα και το 2005. Το 2006 η κίνηση εισιτηρίων ανήλθε σε 2.755.465. Έτσι, στην αύξηση του 1.200.000 τουριστών μεταξύ 2005-2006, αντιστοιχούν περίπου 100.000 επισκέπτες μουσείων! Είναι ακριβό το εισιτήριο; Όχι βέβαια. Τα τελευταία τρία χρόνια, όμως, η μέση κατά κεφαλήν είσπραξη ανά τουρίστα μειώθηκε εντυπωσιακά περί τα 16%, μετά την ακραία και δίχως όρια επικράτηση των προσφορών all inclusive, και ειδικά του μαζικού τουρισμού («φτωχοτουρίστες») της τελευταίας χρονιάς… Πιθανά ο συγκεκριμένος τουρίστας να προτιμά να πιει μια μπίρα παρά να πάει σε μουσείο. Πάντως, η επισκεψιμότητα και άλλων μουσείων γνωστών τουριστικών προορισμών είναι πάρα πολύ μικρήλόγου χάρη Πάρος, Μύκονος ζήτημα αν κόβουν 8.000 εισιτήρια. Μήπως οι νέοι δεν πάνε σε μουσεία; Το αντίθετο συμβαίνει. Σε ένα σχετικό συνέδριο που είχε οργανώσει ο ΕΟΤ το 2003 μαζί με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Τουρισμού με θέμα «Πολιτιστικός Τουρισμός», είχε παρουσιαστεί μια πολύ ενδιαφέρουσα έρευνα του Ινστιτούτου Αtlas (Ολλανδία) βασισμένη σε ένα δείγμα 30.000 συνεντεύξεων σε περισσότερους από 70 «τουριστικούς πολιτιστικούς προορισμούς». Ορισμένα αποτελέσματα της έρευνας ανατρέπουν πάγιες αντιλήψεις για τον «πολιτιστικό τουρισμό». Έτσι, για παράδειγμα, το 40% των επισκεπτών είναι νέοι μεταξύ 20 και 29 ετών, αντιστρέφοντας την εικόνα «οι «νέοι δεν ενδιαφέρονται για πολιτιστικό τουρισμό». Αν πάλι εξετάσουμε την κίνηση Απριλίου – Οκτωβρίου (τη λεγόμενη τουριστική περίοδο) θα δούμε ότι η αύξηση σε σύγκριση με τους υπόλοιπους μήνες είναι μικρή και ζήτημα είναι αν τελικά από όλη την ετήσια κίνηση η μισή οφείλεται στους τουρίστες. Φταίνε τα κτίρια, η προβολή, οργάνωση, οι φύλακες ή όλα μαζί; Δεν είναι λογικό, πάντως, με τέτοια εκθέματα, να μην έχει η Ελλάδα ανάλογους επισκέπτες στα μουσεία της, έστω σαν την πόλη της Κολωνίας, και να είναι σχεδόν η τελευταία στην Ευρώπη!

Μόνο με λόγια, ότι «ο Πολιτισμός είναι ο πυλώνας του ελληνικού Τουρισμού» κ.λπ. κ.λπ., δεν προσφέρεται τίποτα, παρά μια κοινότοπη χιλιοειπωμένη προσδοκία.

Το θέμα Τουρισμός και Πολιτισμός, βέβαια, δεν εξαντλείται μόνο με την πολύ μικρή αυτή αναφορά στην κίνηση των μουσείων μας, αλλά θα μας απασχολήσει σε μια σειρά άρθρων. Ο Γιάννης Πατέλλης είναι εμπειρογνώμονας και διετέλεσε πρόεδρος ΕΟΤ

ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΛΟΓΙΚΟ

με τέτοια εκθέματα να μην έχει η Ελλάδα ανάλογους επισκέπτες στα μουσεία της και να είναι σχεδόν η τελευταία στην Ευρώπη!