Ήταν πριν από λίγα χρόνια όταν ο Χαρίλαος Λαζαρόπουλος, που ασχολείται επαγγελματικά με την επιμέλεια εξειδικευμένων εντύπων, μαζί με τον αδελφό του Βαγγέλη, μηχανικό του Εμπορικού Ναυτικού, είχαν βρεθεί σε ένα βενζινάδικο στα Μέγαρα.

«Αποφασίσαμε να το αγοράσουμε. Δεν γνωρίζαμε τότε τι θα το κάναμε, πού θα το βάζαμε, πώς θα το συντηρούσαμε. Δεν γνωρίζαμε καν πόσο θα μας κόστιζε. Ωστόσο προχωρήσαμε. Το λεωφορείο αυτό ήταν ένα παλιό όχημα μπλε χρώματος. Ήταν μάρκας Σκάνια και πρωτοκυκλοφορήσε

ΤΟ ΚΟΣΤΟΣ

αγοράς ενός παλαιού λεωφορείου αγγίζει τα 4.000 ευρώ ενώ μια επισκευή μηχανής μπορεί να φθάσει τα 900 ευρώ

το 1957. Όπως βρήκαμε αργότερα ψάχνοντας στα αρχεία των οργανισμών αστικών συγκοινωνιών το συγκεκριμένο λεωφορείο πραγματοποιούσε τουλάχιστον 25 χρόνια διαδρομές σε περιοχές της Δυτικής Αθήνας, ενώ για μικρότερο διάστημα βρισκόταν στις γραμμές που ένωναν το κέντρο της Αθήνας με τη Νέα Σμύρνη». Το λεωφορείο αυτό υπήρξε η αρχή ενός ιδιαίτερου στόλου οχημάτων που έχει στην ιδιοκτησία του ο κ. Λαζαρόπουλος. «Έχουμε αγοράσει άλλα εννέα μέσα στα τελευταία πέντε χρόνια. Μερικά είναι ακινητοποιημένα, σκουριασμένα και χωρίς μηχανή. Άλλα τα έχουμε επισκευάσει και θα μπορούσαν ακόμα και να βγουν στους δρόμους- όχι βέβαια για να κάνουν κανονικά δρομολόγια αλλά θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν σε μια επετειακή ημέρα, σε μια γιορτή, στην Ημέρα Χωρίς Αυτοκίνητο που εορτάζεται κάθε Σεπτέμβριο».

Το κόστος αγοράς ενός παλαιού λεωφορείου κυμαίνεται από 400 έως 4.000 ευρώ ανάλογα με την παλαιότητά του. Μια γενική επισκευή μηχανής μπορεί να κοστίσει από 20 έως 900 ευρώ. «Τόσα πληρώσαμε στη Μερσεντές για την απόκτηση ενός ανταλλακτικού για τον σπάνιο κινητήρα ενός μουσειακού λεωφορείου. Στα οχήματα αυτά γίνεται μηχανική συντήρηση, κάποια πλένονται ενώ τα περισσότερα θέλουν βάψιμο κάθε δυο- τρία χρόνια. Ωστόσο δεν αλλάζουμε ποτέ τον χρωματισμό», λέει ο κ. Λαζαρόπουλος. «Το τελευταίο λεωφορείο που αγοράσαμε κατασκευάστηκε το 1970. Είναι το R-495 με μηχανή Μερσεντές και αμάξωμα της Βιαμάξ, το οποίο το σώσαμε την τελευταία στιγμή από του… κόφτη τα δόντια», αναφέρει ο συλλέκτης. «Ανήκε στο ΚΤΕΛ Μεσσηνίας και εκτελούσε αστική συγκοινωνία στην πόλη. Μιλούσα με τον πρόεδρο του τοπικού ΚΤΕΛ για να τα πάρουμε. Ενώ είχαμε συμφωνήσει μάθαμε ότι το είχε ήδη πουλήσει. Κάναμε αστυνομική έρευνα, εργαστήκαμε σαν να ήμασταν ντετέκτιβ προκειμένου να το ανακαλύψουμε. Βρισκόταν στα διαλυτήρια που λειτουργούν στη Νέα Κίο, λίγο έξω από το Άργος. Δώσαμε 3.000 ευρώ προκειμένου να το πάρουμε την τελευταία στιγμή προτού καταλήξει να γίνει παλιοσίδερα».

Ίδρυσαν σύλλογο και ετοιμάζουν μουσείο


ΤΑ ΔΥΟ ΑΔΕΛΦΙΑ μαζί με άλλους λάτρεις των αστικών συγκοινωνιών ίδρυσαν ακόμα και σύλλογο με αντικείμενο τη καταγραφή της ιστορίας των συγκοινωνιών στη χώρα μας. «Ερευνούμε σε αρχεία φορέων για την καταγραφή των παλαιών λεωφορείων. Ψάχνουμε σε φωτογραφικά αρχεία φορέων, ρεπόρτερ και ιδιωτών», λέει ο Απόστολος Κουρμπέλης, σιδηροδρομικός και αντιπρόεδρος του συλλόγου. «Δεν είναι εύκολη υπόθεση η απόκτηση ενός λεωφορείου. Πού θα τα παρκάρουμε; Ποιος εγγυάται ότι δεν θα τα λεηλατήσουν;», τονίζει ο κ. Κουρμπέλη και συμπληρώνει ότι δεν πληρώνει τέλη κυκλοφορίας, διότι οι πινακίδες είναι κατατεθειμένες. Ωστόσο η απόκτηση ενός λεωφορείου ακολουθεί όλες τις φορολογικές διαδικασίες μιας οποιασδήποτε μεταβολής περιουσίας.

«Η διαπίστωση ήταν ότι στη χώρα μας δεν υπήρχε ούτε υπάρχει μουσείο μεταφορών όπως σε όλες τις ευρωπαϊκές χώρας, όπου συνήθως υπάρχουν πέραν του ενός. Τα λεωφορεία, εκτός από φορείς μνήμης και ιστορίας των πόλεων και της ανάπτυξης (ή της υπανάπτυξης) της υπαίθρου της χώρας μας, αποτελούσαν, από την εμφάνισή τους στα πρώτα χρόνια της δεκαετίας του 1920 μέχρι και τη δεκαετία του 1980, προϊόντα της εγχώριας βιομηχανίας ως προς τα αμαξώματά τους», λέει από την πλευρά του ο κ. Κουρμπέλης. Ο σύλλογος φιλοδοξεί να δημιουργήσει Μουσείο Συγκοινωνιών στην Αθήνα. Ήδη τα μέλη του έχουν έρθει σε επαφή με το υπουργείο Μεταφορών για την ανεύρεση του κατάλληλου χώρου.