Η ΕΠΩΔΥΝΗ προσπάθεια για τη δημοσιονομική εξυγίανση απέδωσε. Αυτό, όπως και να το κάνεις, είναι ένα θετικό βήμα. Εκεί που είχε καταντήσει η δημοσιονομική αταξία δεν υπήρχε περιθώριο παρά για μια πολιτική περίπου σαν αυτή που ακολούθησε ο Αλογοσκούφης. Όλα τα άλλα που στο μεταξύ και για καιρό ειπώθηκαν ήταν ανοησίες και παλιές μικροκομματικές συμπεριφορές. Παραμένει βέβαια ακέραια η ευθύνη για τη βελτίωση της λειτουργίας της οικονομίας. Τον εκσυγχρονισμό της, την ανάταξη της παραγωγικής δομής, την ευελιξία της. Οφείλουν τώρα να προβληματιστούν στα σοβαρά, καθώς έχουν όλα στενέψει πια: προβλήματα, προσδοκίες, εναλλακτικές προσεγγίσεις, η ανοχή και η διάθεση του πολίτη, και μπροστά στην εκτεταμένη ανομία η αίσθηση της ευθύνης για το συλλογικό αγαθό. Να προβληματιστούμε όλοι για το πώς θέλουμε να πορευτούμε. Τι είναι αυτό που δυνάμεθα και θέλουμε, και τι συνδυασμό πραγματικού «κόστους» είμαστε έτοιμοι να καταβάλουμε. Εδώ λοιπόν ούτε λαρυγγισμοί, ούτε λαϊκισμοί, ούτε κυρίως η άρνηση του μέλλοντος επιτρέπονται. Αλλιώς θα συνεχιστεί η αυτοεξαπάτηση και ο ευτελισμός των συλλογικών προσδοκιών. Ας ενοχληθούν φίλοι και άλλοι, θα το πω: θεωρώ δείγμα μιζέριας, ακρισίας, ακόμη και άγνοιας σε ορισμένες περιπτώσεις, όταν άλλοι υπεύθυνοι για τα οικονομικά ευτελίζουν την κατάληξη της «επιτήρησης». Χωρίς να προτείνουν με λόγο πολιτικό και πειστικό εναλλακτικούς τρόπους οργάνωσης της οικονομίας. Σε μια- δυο περιπτώσεις μάλιστα, δόθηκε η εντύπωση ότι με τη λύση της «επιτήρησης» αρχίζει νέα περίοδος δοκιμασίας και αποδιοργάνωσης! Μελαγχολία.

Έγραφα λοιπόν προχθές για τη νωχέλεια με την οποία παρακολουθούμε τις μεγάλες αλλαγές που συντελούνται στον κόσμο γύρω μας. Είχα μόνο ενδεικτικά σταθεί στο φαινόμενο της μεγάλης αύξησης της παγκόσμιας προσφοράς εργασίας. Τι αυτό σημαίνει, πώς αυτό επηρεάζει σημαντικές συνθήκες της ζωής μας, από την εκπαίδευση ώς τα εργατικά σωματεία και από τα συγκριτικά πλεονεκτήματα ώς την εκροή, όχι του πλεονάζοντος εργατικού δυναμικού, αλλ΄ ακριβώς εκείνου που σπανίζει. Γράφω για να τονίσω μια κεντρική ανησυχία. Ότι δηλαδή αποφεύγουμε να ερευνήσουμε συστηματικά ό,τι φαίνεται ότι θα καθορίζει το μέλλον μας.

Ούτε στα κόμματα, ούτε στην κυβέρνηση, ούτε στη διοίκηση θέτουν τα θέματα του μέλλοντος. Εν πάση περιπτώσει κάτι τέτοιο δεν γίνεται συστηματικά. Και εν τούτοις στον τόπο αυτό υπάρχουν πολλοί νέοι ερευνητές και επιστήμονες που θα μπορούσαν να αποτελέσουν πυρήνες για μια τέτοια σοβαρή υπόθεση. Απορώ γιατί οι αρμόδιοι χθες και σήμερα δεν εκμεταλλεύονται τη λειτουργία του ΚΕΠΕ. Είναι ο par excellence οργανισμός με την ευθύνη και την ικανότητα να απεικονίζει το μελλοντικό περιβάλλον και να οδηγεί σε εναλλακτικές ενατενίσεις του, ώστε να μην τρέχουμε διαρκώς πίσω από τα προβλήματα με «πολιτικές εκ των υστέρων».