Η αλλαγή του χρόνου συμβολίζει μια ανάγκη για εσωτερική αλλαγή, μια στιγμή περισυλλογής, ομφαλοσκοπισμού, ένα ερέθισμα για να αναρωτηθεί ο καθένας από εμάς πώς κύλησε η προηγούμενη χρονιά, ποιους στόχους θέτουμε από εδώ και στο εξής, πόσο ικανοποιημένοι ή απογοητευμένοι είμαστε από τον εαυτό μας, αλλά και πόσο στάσιμοι μπορεί να παραμένουμε με ορισμένα υποκειμενικά «δυσεπίλυτα» ζητήματα που μας ταλανίζουν.

Η έννοια της αλλαγής δεν είναι η ίδια για όλους, φαντάζει φιλική για κάποιους και τρομακτική για άλλους. Η εξοικείωση με το γνώριμο, με το ήδη γνωστό, μοιάζει ασφαλέστερη. Περιφρουρεί από τον φόβο της αλλαγής, την απειλή του νέου, τον τρόμο απέναντι στο άγνωστο.

Πόσο ευπρόσδεκτες είναι, άραγε, στην πραγματικότητα οι αλλαγές στη ζωή μας; Τις θέλουμε ή κατά βάθος τις φοβόμαστε; Και πώς μπορούμε να τις πραγματοποιήσουμε με τον καλύτερο δυνατό τρόπο; Πώς μπορούμε να μεταμορφώσουμε την έννοια της αλλαγής σε εποικοδομητική, δημιουργική διαδικασία;

* Η αποδοχή της πραγματικότητας: Να προσπαθήσουμε να δούμε τη ζωή μας κατάματα, έστω για μια στιγμή να αποδεχθούμε τη δική μας πραγματικότητα, όποια και να είναι αυτή. Εδώ, οι άμυνες που υιοθετούμε σπάνε και εγκαταλείπουμε το απατηλό όπλο της άρνησης. Η διαδικασία της αποδοχής θα μας βοηθήσει να εντοπίσουμε τις πραγματικές μας συγκρούσεις και δυσκολίες, με στόχο να προσπαθήσουμε να τις επιλύσουμε. Έχοντας κατά νου ότι η πραγματικότητα αυτή είναι πάντα ρευστή και σε συνάρτηση με το βλέμμα που εμείς θα της απευθύνουμε. Δεν είναι μια δεδομένη, παγιωμένη οντότητα. Η αποδοχή της ρευστότητάς της εκφράζει μια επώδυνη διαδικασία ωρίμασης.

* Η ιεράρχηση των προβλημάτων: Οικονομικές δυσκολίες; Επαγγελματική απογοήτευση; Ενδοοικογενειακές εντάσεις; Αγκύλωση στην επικοινωνία με τους άλλους; Αδυναμία να απολαύσουμε αυτά που έχουμε; Η πίστη ότι οι δυσκολίες μας είναι περιπλεγμένες σε ένα κουβάρι και ότι εμείς αδυνατούμε να το ξετυλίξουμε, δημιουργεί άγχος, θυμό, απογοήτευση. Αντίθετα, η ιεράρχηση κατά σειρά σοβαρότητας των υπαρκτών προβλημάτων θα τα κάνει χειροπιαστά και θα μας δώσει μια αίσθηση ελέγχου απέναντί τους. Έχοντας πάντα κατά νου ότι η ιεράρχηση αυτή θα είναι υποκειμενική. Δική μας. Δεν θα είναι δοτή από τους άλλους. Έξω από εμάς, φωνές και επιταγές. Η υποκειμενικότητα ορίζει την ιεράρχηση. Ας την αποδεχθούμε χωρίς αυτό να μας τρομάζει. Ας εμπιστευτούμε, δηλαδή, την έστω αυθαίρετη υποκειμενικότητά μας.

* Το ψυχολογικό άνοιγμα: Το να αποφεύγουμε να μοιραζόμαστε με τους άλλους τα θέματα που μας απασχολούν, συχνά μας οδηγεί σε μια αίσθηση εγκλωβισμού και απομόνωσης απέναντι στις δυσκολίες μας, οι οποίες αναπόφευκτα μεγεθύνονται στη σκέψη μας. Αντίθετα, το μοίρασμα των δυσκολιών με τους κοντινούς μας ανθρώπους θα συμβάλει στην ελαχιστοποίηση της σημασίας τους, ενώ θα μας δώσει μια άλλη οπτική και ενδεχομένως μια πραγματική λύση. Έχοντας πάλι κατά νου ότι ο άλλος μέσα από τη δική του οπτική και τις δικές του προβολές θα εστιάσει στα προβλήματά μας. Αξίζει αυτό να το συνεκτιμούμε όταν επικοινωνούμε μαζί του. Ο άλλος παραμένει άλλος, αυτό όμως είναι μια παραδοχή που δεν πλήττει την επικοινωνία.

* Η ομαλή μετάβαση: Η εξεύρεση εναλλακτικών λύσεων στις πιεστικές καταστάσεις που μας περιβάλλουν, η εγκατάλειψη της απόλυτης (με παρωπίδες) σκέψης και η δυνατότητα να προσφέρουμε χώρο και χρόνο στον εαυτό μας, προκειμένου να προσαρμοστούμε στα νέα δεδομένα, μοιάζουν πολύτιμες προϋποθέσεις. Εξίσου απαραίτητη καθίσταται και η αποδοχή των δικών μας ρυθμών και η ισορροπία ανάμεσα στα καταναγκαστικά «πρέπει» και τα «ηδονιστικά θέλω».

Η Μυρσίνη Κωστοπούλου είναι ψυχολόγος (ΜSc, Diploma in Cognitive Ρsychotherapy). Εmail: myrsi@hol.gr