Αποτελεί μία από τις πιο δυσάρεστες πλευρές της εγκυμοσύνης, αλλά η πρωινή ναυτία θεωρείται από πολλούς ένα είδος ευλογίας, επειδή υποτίθεται ότι αποτελεί ένδειξη υγιούς εγκυμοσύνης. Ωστόσο, οι έως τώρα μελέτες δεν έχουν ακόμα καταλήξει σε οριστικό συμπέρασμα, σύμφωνα με την εφημερίδα «Νιου Γιορκ Τάιμς».

Ορισμένες από αυτές έχουν δείξει ότι τα ποσοστά αποβολής είναι χαμηλότερα μεταξύ των γυναικών που έχουν ναυτία και έμετο, οποιασδήποτε έντασης, κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης.

Η πιο πρόσφατη δημοσιεύθηκε το 2006 στην «Διεθνή Επιθεώρηση Μαιευτικής και Γυναικολογίας» και έδειξε ότι μεταξύ των 7.000 γυναικών που συμμετείχαν, όσες είχαν ναυτία κατά το πρώτο τρίμηνο της κυήσεως, διέτρεχαν σημαντικά μικρότερο κίνδυνο αποβολής.

Αντίστοιχα, μελέτη των Εθνικών Ιδρυμάτων Υγείας (ΝΙΗ) των ΗΠΑ έδειξε ότι ο κίνδυνος αυτός είναι 30% μικρότερος όταν η ναυτία και ο έμετος εκδηλώνονται τους τέσσερις πρώτους μήνες.

Οι αιτίες αυτής της συσχέτισης παραμένουν ασαφείς. Η αυξημένη ναυτία και ο έμετος σχετίζονται με αυξημένα επίπεδα των ορμονών που παράγει ένας υγιής πλακουντιακός ιστός, ενώ μια θεωρία πρεσβεύει ότι η ναυτία μπορεί να βοηθάει τις εγκύους να αποφύγουν τροφές, οι οποίες ενδέχεται να βλάψουν το έμβρυο.

Ωστόσο, πολλές γυναίκες έχουν μια καθ΄ όλα υγιή εγκυμοσύνη δίχως να αναπτύξουν ναυτία- το ίδιο και πολλές γυναίκες που τελικά αποβάλλουν. Υπάρχουν επίσης πολυάριθμες μελέτες που δεν έχουν κατορθώσει να συσχετίσουν τη ναυτία με μειωμένο κίνδυνο για άλλα προβλήματα της εγκυμοσύνης, όπως η θνησιγένεια και οι γενετικές ανωμαλίες.

Το συμπέρασμα είναι ότι ναι μεν η πρωινή ναυτία σχετίζεται με μειωμένο κίνδυνο αποβολής, αλλά δεν αποτελεί κατ΄ ανάγκην ένδειξη υγιούς εγκυμοσύνης.