«Ήθελα να ξεφύγω από τη φτώχεια του μαχαλά και η μητέρα μου μού ΄λεγε από μικρή να κατέβω στην Ξάνθη. Ονειρευόμουν να γίνω πωλήτρια σε κατάστημα και τώρα έχω δικό μου μαγαζί», λέει στα «ΝΕΑ» η κυρία Χιτ Μουρβέτ.
Οι γυναίκες αυτές είναι οι εξαιρέσεις που επιβεβαιώνουν τον κανόνα της ανισότητας που βιώνουν οι μουσουλμάνες στην περιοχή. «Γεννήθηκα στις Σάπες και μεγάλωσα μέσα στη φτώχεια. Ήρθαμε με τον άνδρα μου στην Ξάνθη και του ζήτησα να με αφήσει να δουλέψω πωλήτρια. Μου είπε τότε πως θα μου έδινε
ΑΝΔΡΕΣ- ΑΦΕΝΤΕΣ
Οι περισσότερες γυναίκες της μουσουλμανικής κοινότητας βιώνουν ανισότητες και περιορισμούς από τους άνδρες του περιβάλλοντός τους
χρήματα να ανοίξω δικό μου κατάστημα. Ήξερα ότι δεν είχε. Δανείστηκε από παντού, συγκέντρωσε λεφτά και σήμερα έχω δύο μαγαζιά στην Ξάνθη με γυναικεία ρούχα. Το πρώτο το άνοιξα πριν από 10 χρόνια και αυτό είναι το δεύτερο που άνοιξα πριν από ένα μήνα», λέει με περηφάνια η κυρία Χιτ Μουρβέτ. «Δύσκολα για τις γυναίκες»
«Δεν είναι εύκολο να έχεις δική σου δουλειά και να είσαι μουσουλμάνα», λέει από την πλευρά της η κυρία Γκιουλσερέν Αράπ Οσμάνογλου. «Πολλοί φίλοι μάς γύρισαν την πλάτη και πολλοί άνδρες δεν άφησαν τις γυναίκες τους που κάποτε κάναμε παρέα να μας μιλάνε, επειδή φοβόντουσαν μήπως… ξεσηκώνονταν κι εκείνες. Όμως εμείς είμαστε ευχαριστημένοι. Ο άνδρας μου έχει μαγαζί με ανδρικά κι εγώ με γυναικεία ρούχα και τα παιδιά μεγάλωσαν δίπλα μας και γνωρίζοντας από κοντά πολύ κόσμο. Μπορώ να πω πως με στήριξαν περισσότερο οι χριστιανοί παρά οι μουσουλμάνοι. Δίπλα μου, οι κούκλες στις βιτρίνες φορούν μαντίλες και τσαντόρ. Εγώ δεν έβαλα ποτέ, ίσως και να έχασα κόσμο έτσι, ίσως και όχι», λέει η κυρία Αράπ Οσμάνογλου.
Διαφορετική είναι η εικόνα στο κατάστημα της κυρίας Λεϊλά Σεφέρ, που πουλάει είδη ραπτικής, κλωστές, κεντήματα και αξεσουάρ. «Έχω το μαγαζί επτά χρόνια, αλλά ο ανταγωνισμός με το παζάρι είναι μεγάλος κάθε Σάββατο. Τη μαντίλα τη φορώ από σεβασμό στην παράδοση κι επειδή οι περισσότερες γυναίκες που μπαίνουν στο μαγαζί μου είναι μουσουλμάνες και οι πιο πολλές τη φορούν».
Το σούπερ μάρκετ της Εμινέ
«Με τα χρόνια συνηθίζει κανείς», λέει η φαρμακοποιός Κατερίνα Οβαλέ, που είναι ίσως η μόνη χριστιανή στη Σμίνθη. «Ζούμε αρμονικά με τους μουσουλμάνους εδώ και ποτέ δεν είχαμε προβλήματα. Βέβαια σε θέματα ισότητας των φύλων είναι ακόμη πίσω, αλλά τουλάχιστον δεν έχω δει καταναγκασμό και βία. Απλά είναι περιορισμένες οι γυναίκες στα σπίτια τις περισσότερες ώρες της ημέρας».
Έξω από τη Σμίνθη, η Αϊσέ Οσμάν μαντεύει τα μελλούμενα έναντι αδράς αμοιβής. Η ταμπέλα έξω από το σπίτι της γράφει αστρολόγος- μέντιουμ και ο άνδρας της εκτελεί χρέη γραμματέα. «Είμαστε νόμιμοι με άδεια και χαρτιά αλλά συνεντεύξεις δεν δίνουμε», ξεκαθάρισε από την πρώτη στιγμή.
«Βοτρ μποτέ» και προτίμηση στη «Μιλιέτ»
Είκοσι χιλιόμετρα πιο μακριά, στο χωριό Κύκνος, η 16χρονη Περβίν εργάζεται στο καφενείοπαντοπωλείο που διατηρεί η οικογένειά της. Τέλειωσε το δημοτικό και περιμένει να παντρευτεί. «Όνειρα; Θέλω να κάνω δική μου οικογένεια και να ζω κοντά στους γονείς και τα αδέλφια μου. Ποτέ δεν είχα όνειρο να σπουδάσω ή να εργαστώ κάπου. Βοηθάω την οικογένειά μου και όταν παντρευτώ θα φροντίζω τον άνδρα μου και τα παιδιά μου». Οι εξαιρέσεις έχουν και τους κανόνες τους.