Υψηλού κινδύνου είναι το μπαϊμπάς για τους ασθενείς που έχουν υπερβεί τα 85 τους χρόνια. Και αυτό, διότι η ηλικία από μόνη της αποτελεί σημαντικό παράγοντα κινδύνου κάτι να μην πάει καλά, ενώ καθοριστικό ρόλο στη διενέργεια της επέμβασης αλλά και στην έκβασή της παίζουν πολυάριθμες άλλες παράμετροι.

Όπως εξηγεί ο κ. Ιωάννης Γουδέβενος, καθηγητής Καρδιολογίας στην Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων, στους ασθενείς ηλικίας άνω των 85 ετών ποσοστό έως 12% όσων κάνουν μπαϊμπάς πεθαίνουν, όταν το αντίστοιχο ποσοστό στους πάσχοντες ηλικίας κάτω των 80 χρόνων δεν υπερβαίνει το 2%.

Στην πραγματικότητα, «η πολύ μεγάλη ηλικία αποτελεί τον πιο ισχυρό παράγοντα νοσηρότητας και θνησιμότητας κατά τη διάρκεια της εγχείρησης αορτοστεφανιαίας παράκαμψης, όπως λέγεται επιστημονικά το μπαϊμπάς», τονίζει.

Κίνδυνοι επιπλοκών

Οι πιθανοί κίνδυνοι για τους πολύ ηλικιωμένους ασθενείς που κάνουν μπαϊμπάς είναι πολλοί.

Κατ΄ αρχήν, χρειάζονται περισσότερες μέρες νοσηλείας στη Μονάδα Εντατικής Θεραπείας (ΜΕΘ), γεγονός που αυξάνει τις πιθανότητες να παρουσιάσουν επιπλοκές, όπως λοιμώξεις, αιμορραγίες, έμφραγμα ή ανάγκη για μακροχρόνια υποβοήθηση της αναπνοής.

Τέτοιου είδους επιπλοκές εκδηλώνονται στο 30% έως 40% των υπερηλίκων, επηρεάζοντας σε σημαντικό βαθμό τη μακροχρόνια επιβίωση.

Οι πολύ ηλικιωμένοι ασθενείς διατρέχουν επίσης αυξημένο κίνδυνο να υποστούν κάποιο μικρό εγκεφαλικό επεισόδιο, εξαιτίας της εξωσωματικής κυκλοφορίας του αίματος που γίνεται στη διάρκεια της εγχείρησης.

Υπολογίζεται ότι ο ένας στους δύο πάσχοντες παθαίνει κάποιο μικρό, «σιωπηρό» (δίχως εμφανή συμπτώματα) εγκεφαλικό, όταν στους ασθενείς ηλικίας κάτω των 80 ετών η αντίστοιχη αναλογία είναι περίπου ένας στους δέκα.

Πρόβλημα ενδέχεται να παρουσιασθεί και με τη λειτουργία της καρδιάς καθ΄ εαυτής: υπολογίζεται ότι το 20% των ασθενών ηλικίας άνω των 85 ετών παρουσιάζουν καρδιακή αρρυθμία έπειτα από το μπαϊμπάς- κάτι που εκδηλώνει μόνο το 5% όσων έχουν ηλικία μικρότερη των 80 ετών.

Ζυγίζουν οι γιατροί

Τα δεδομένα αυτά πρακτικά σημαίνουν ότι οι γιατροί ζυγίζουν πολύ προσεκτικά τα πιθανά οφέλη και τους πιθανούς κινδύνους προτού αποφασίσουν να συστήσουν μπαϊμπάς σε υπερήλικο ασθενή.

«Πολλοί λίγοι 88χρονοι έχουν κάνει μπαϊμπάς στον κόσμο, ακόμα και στις ΗΠΑ όπου γίνονται οι περισσότερες καρδιοχειρουργικές επεμβάσεις σε υπερηλίκους», τονίζει ο κ. Γουδέβενος. «Ο μεγαλύτερος σε ηλικία ασθενής που έχει υποβληθεί σε μπαϊμπάς στα Ιωάννινα ήταν 83 ετών. Οι συγγενείς του δεν ήθελαν την επέμβαση, αλλά εκείνος είχε πολύ κακή ποιότητα ζωής διότι πονούσε πάρα πολύ στο στήθος – και αυτή η ποιότητα έπαιξε τελικά τον πιο καθοριστικό ρόλο».

Στην απόφαση για μπαϊμπάς πάντως δεν παίζει ρόλο μόνο το πόσο επηρεάζουν τα συμπτώματα του ασθενούς την ποιότητα της ζωής του, αλλά και πολλές άλλες παράμετροι.

Η γενικότερη κατάσταση της υγείας του, το αν πάσχει και από άλλα νοσήματα που ενδεχομένως δυσχεραίνουν την επέμβαση (όπως η υπέρταση, ο διαβήτης, οι πνευμονοπάθειες, η νεφρική ανεπάρκεια, τα νευρολογικά νοσήματα όπως η άνοια και η νόσος του Πάρκινσον), το αν έχει καλή φυσική κατάσταση, αλλά και τα ευρήματα των εξετάσεών του επίσης είναι σημαντικά.

Από τα ευρήματα, τα σπουδαιότερα είναι εάν έχει πλημμελή αιμάτωση (ισχαιμία) του μυοκαρδίου, πόσο σημαντικές βλάβες έχει στις στεφανιαίες αρτηρίες της καρδιάς και αν αυτές επιδέχονται μπαϊμπάς ή αγγειοπλαστική με «μπαλονάκι», κατά τον κ. Γουδέβενο.

Η αγγειοπλαστική

«Αν διαπιστωθεί στεφανιαία νόσος απειλητική για τη ζωή, είναι λογική ένδειξη για να γίνει επαναγγείωση είτε με μπαϊμπάς είτε με αγγειοπλαστική», τονίζει. «Προτιμότερη θεωρείται η αγγειοπλαστική, που δεν είναι τόσο επεμβατική αφού δεν απαιτείται “ανοικτή” εγχείρηση και εξωσωματική κυκλοφορία του αίματος στη διάρκειά της, ούτε γίνεται με γενική αναισθησία. Όταν, όμως, δεν μπορεί να γίνει αγγειοπλαστική, μόνη λύση είναι το μπαϊμπάς- με όλους τους κινδύνους που ενέχει».