Είναι γνωστό ότι παντού και πάντα η πολιτική τρέφεται με ανθρώπινη σάρκα. Και

ότι η σάρκα αυτή είναι πιο ελκυστική όταν είναι αδελφική. Όμως αυτό που

συμβαίνει τις τελευταίες μέρες στη Μεγάλη Βρετανία εμφανίζει, πιο γυμνές από

ποτέ, τις προσωπικές φιλοδοξίες και αντιπαλότητες να καταβροχθίζουν τη

συλλογική εικόνα και έργο. Ο Πρωθυπουργός Τόνι Μπλερ, το άλλοτε – και όχι στο

μακρινό παρελθόν – χρυσό παιδί της ευρωπαϊκής σοσιαλδημοκρατίας, ο μόνος

ηγέτης των Εργατικών που κέρδισε τρεις συνεχείς εκλογές – την τρίτη μάλιστα

πριν από λιγότερο από έναν χρόνο -, πολιτικά και ηθικά αποδυναμωμένος λόγω της

σχέσης του με τον Μπους και τους πολέμους του, πλήρως αποκομμένος από το λαϊκό

αίσθημα, με καψαλισμένη τη διεθνή εικόνα του, σφυροκοπείται ανελέητα από

στελέχη του κόμματος και της κυβέρνησής του, που του ζητούν όχι μόνο να

παραιτηθεί (όπως μόνος είχε ανακοινώσει στο μέσο της προηγούμενης θητείας του)

αλλά και να ορίσει συγκεκριμένη και σύντομη ημερομηνία. Ο πιθανότερος διάδοχος

και εξαρχής επιστήθιος εχθρός του, ο υπουργός Οικονομίας Γκόρντον Μπράουν,

βλέποντας τη δημοτικότητα της κυβέρνησης να πέφτει διαρκώς, δεν μπορεί να

περιμένει. Ο Μπλερ ξέρει ότι ο Μπράουν θα κερδίσει αλλά τον καθυστερεί και τον

φθείρει όσο μπορεί, αρνούμενος την υπό πίεση παράδοση και προσπαθώντας –

μάταια – να περισώσει κάτι από το κύρος και την υστεροφημία του. Σε άψογο

σαιξπηρικό στυλ, ο όχλος φωνάζει για προδοσία χωρίς να τολμά να επιτεθεί στο

παλάτι, οι συνωμοσίες εξυφαίνονται από τζέντλεμεν σε πριβέ κλαμπ με δρύινα

πατώματα και δερμάτινες πολυθρόνες, τα συντροφικά μαχαίρια που καρφώνονται

στην πλάτη συνοδεύονται από κομψές επιστολές εκτίμησης («Αγαπητέ Τόνι, ήσουν ο

καλύτερος Πρωθυπουργός που είχαμε, αλλά…»). Οι χθεσινοί κόλακες γίνονται

σημερινοί πατροκτόνοι, στο όνομα του συμφέροντος του κόμματος και του λαού,

φυσικά. Το χειρότερο είναι ότι μπορεί να έχουν δίκιο. Το ακόμα χειρότερο ότι,

πράττοντας έτσι, καθιστούν όχι μόνο αδύνατη την αυριανή επικράτηση του

κόμματός τους, αλλά και υπονομεύουν το διόλου αμελητέο και σε κάποια μέτωπα

πρωτοποριακό συνολικό έργο των κυβερνήσεων Μπλερ. Και το χείριστο ότι με το

σαν επεισόδιο των «Σοπράνο», της μαφιόζικης τηλεοπτικής οικογένειας, θέαμα που

προσφέρουν, γκρεμίζουν την ουσία της πολιτικής, αποξενώνουν την κοινωνία,

αδειάζουν την κυβερνητική Αριστερά από τις αξίες της.

Η αγγλική περίπτωση είναι ίσως η πιο χαρακτηριστική αλλά δεν είναι η

μόνη. Με τον δικό τους αλλά εξίσου σκληρό τρόπο σφάζονται και οι πολυάριθμοι

Γάλλοι σοσιαλιστές που διεκδικούν το χρίσμα του κόμματος στις επόμενες

προεδρικές εκλογές. Ανεξέλεγκτη προσωπική γκρίνια και στα καθ’ ημάς, με ένα

ΠΑΣΟΚ να αρνείται να αναγνωρίσει και να πολεμήσει τα πολύ βαθύτερα πολιτικά

αίτια της αδυναμίας του να κυριαρχεί ήδη έναντι μιας εντελώς αποτυχημένης και

αναξιόπιστης κυβέρνησης. Τα προσωπικά μαχαιρώματα αποτελούν άλλοθι για την

πολιτική δουλειά που δεν γίνεται, για την ανάλυση που αρνείται να φθάσει στις

επώδυνες πηγές του ελληνικού – και όχι μόνο – νεοσυντηρητισμού, για την

υποχώρηση της πολιτικής σε τηλεπαιχνίδι, που μοιραία ευνοεί τη Δεξιά. Είναι

κρίμα. Γιατί, όπως ο Μπλερ αξίζει κάτι περισσότερο από τη μακάβρια πολιτική

του αποσύνθεση, έτσι και οι ιδέες – και οι δυνάμεις – στον χώρο του ΠΑΣΟΚ

είναι άδικο να επισκιάζονται από χαμηλού επιπέδου σενάρια και άμετρες

προσωπικές στρατηγικές. Ο εκπεσμός της πολιτικής ποτέ δεν ωφέλησε εκείνους που

διατείνονται ότι θα ήθελαν να κριθούν με βάση τις αρχές τους.

Ο Κ. Μποτόπουλος είναι συνταγματολόγος, μέλος του Εθνικού Συμβουλίου του ΠΑΣΟΚ.